του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Την ώρα που η χάραξη ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σε κλίμα διαδοχικών γεωπολιτικών κρίσεων – αυτό κι αν είναι permacrisis, με το Μεσανατολικό να αναφλέγεται ενώ το Ουκρανικό απειλεί να εξελιχθεί σε παγωμένη αντιπαράθεση και με το μέτωπο Ινδικού-Ειρηνικού να επιχειρείται να ανοίξει με την σειρά του ως προληπτική αντιπαράθεση με Κίνα – βρίσκεται σε νευρική αναζήτηση με ανατιναγμένο το εσωτερικό μέτωπο, δεν γίνεται να μην ρίχνει κανείς προς τα πίσω μια ματιά.
Γιατί; Διότι οι ιδρυτικές φιγούρες της Μεταπολίτευσης – Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου: ποιοι άλλοι; – συνειδητά καλλιεργούσαν και τις σχέσεις με την (τότε) Σοβιετική Ένωση παρά το «ανήκομεν εις την Δύσιν» του πρώτου και την διατήρηση των Βάσεων από τον δεύτερο, αλλά και την επιμελημένη διασύνδεση με τον Αραβικό κόσμο.
* * *
Αυτή ήταν η «πολυδιάστατη και ισορροπημένη εξωτερική πολιτική», που διατηρήθηκε – ιδίως στο δεύτερο σκέλος – και όταν σταδιακά προωθήθηκε αναβάθμιση/σύσφιξη σχέσεων με το Ισραήλ. Τον επίλογο εκείνης της εποχής έγραψε η εποχή Κώστα Καραμανλή, στην πρώτη δεκαετία του τωρινού αιώνα – ο τελευταίος, με αιχμή τα ελληνοτουρκικά, επανάφερε προχθές την συζήτηση με ένα «πλάνες και αυταπάτες στα εθνικά θέματα ούτε επιτρέπονται, ούτε συγχωρούνται».
Ασφαλώς, πλάνη και αυταπάτη είναι και κάτι που κρίνεται απ’ εκείνον που αναλύει και προβάλλει στο μέλλον, λιγάκι όπως η ομορφιά προκύπτει από την ματιά εκείνου που κοιτάζει/beauty is in the eye of the beholder. Πάντως ένα είναι βέβαιο: ότι η κεντρική επιλογή της τωρινής Ελλάδας για μονοδιάστατη και υπερενθουσιώδη ευθυγράμμιση με την γραμμή των ΗΠΑ/Κυβέρνησης Μπάϊντεν και τμήματος της «Ευρώπης»/στενός κύκλος Βρυξελλών φον ντερ Λάϊεν στο Ουκρανικό με μια λογική προσέλευσης στην «Σωστή Πλευρά της Ιστορίας», δεν άφησε κανένα περιθώριο ισορροπίας. Ακόμη και όταν σε Κράτη μέλη της ΕΕ η ανεπιφύλακτη στάση υπέρ του Κιέβου και η χωρίς όρια στήριξη με ανθρωπιστική, οικονομική και αμυντική βοήθεια άρχισε να θολώνει, ή και η αμερικανική προπόρευση στην στήριξη Ζελένσκι να σχετικοποιείται.
Η ανεπιφύλακτη αντι-ρωσική στάση των Αθηνών (και της Λευκωσίας) «έφερε», πέρα από τοποθετήσεις της εκπροσώπου Τύπου της Μόσχας περί «όξυνσης περαιτέρω των διμερών σχέσεων», και την αναβάθμιση της δια («προξενικής αρωγής») εκπροσώπησης της Ρωσίας στα Κατεχόμενα/Βόρεια Κύπρο. Ενώ η αποστολή εξοπλισμού όπως αριθμού τεθωρακισμένων BMP-1 από νησιά του Αιγαίου στην Ουκρανία, και μαζί με άλλα οπλικά συστήματα, δημιούργησε την αίσθηση έμμεσης/σιωπηρής αποστρατικοποίησης των νησιών. (Η αλήθεια είναι ότι, υπό τις σημερινές συνθήκες διεξαγωγής του πολέμου, η χρηστικότητα παρόμοιων οπλικών συστημάτων είναι αμφίβολη. Όμως τα «σημάδια προθέσεων που εκπέμπει η μεταφορά BMP-1 στην Ουκρανία παραμένουν). Περισσότερο κι από τις αναφορές του αρχηγού του – υπό περιδίνηση – ΣΥΡΙΖΑ καθώς και του ναυάρχου Ευ. Αποστολάκη (μετά από δημοσίευμα στην Γενι Σαφάκ, που επέχαιρε) στην «χωρίς κανένα επιτελικό σχεδιασμό απομάκρυνση στρατιωτικού υλικού […] από μονάδες ακριτικών νησιών» ή και την δέσμευση του ΥΠΑΝ Νίκου Δένδια, «ότι απειλείται, δεν αποστρατικοποιείται», η εικόνα Κώστα Καραμανλή να αναφέρει το «πλάνες και αυταπάτες στα εθνικά θέματα δεν συγχωρούνται» δικαιούται να προβληματίσει. Η χρησιμοποίηση της στάσης της Ελλάδας στο Ουκρανικό για έμμεσα διευκόλυνση τακτικών κινήσεων στα ελληνοτουρκικά λειτουργεί αυτοπαγιδευτικά.
* * *
Ας μεταφέρουμε, λοιπόν, τώρα τον προβολέα στην ελληνική στάση στην νέα ανάφλεξη στο Μεσανατολικό. Δηλαδή σε ό,τι δρομολογήθηκε με την άνευ προηγουμένου επίθεση της Χαμάς με ορμητήριο την Γάζα σε οικισμούς εντός Ισραήλ, με πολλές δολοφονίες αμάχων και με σύλληψη/απαγωγή και εν συνεχεία ομήρων με την υπό κλιμάκωση απάντηση/επίθεση εκκαθάρισης του ισραηλινού Στρατού (που εξελίσσεται σε slow motion, δίνοντας την αίσθηση ψυχολογικών επιχειρήσεων, αντίστοιχα με το στοιχείο psy-ops της αποτύπωσης της φρίκης της επιδρομής Χαμάς) – και με την απόλυτη Ελληνική ευθυγράμμιση με την αντίστοιχη θέση των ΗΠΑ και της ΕΕ (προσοχή, του τμήματος των θεσμικών οργάνων περί την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που απεδείχθη ότι δεν εκφράζει καν κάτι σαν κοινή θέση των Κρατών μελών).
Το εξαρχής «καταδικάζω την φρικτή τρομοκρατική επίθεση στο Ισραήλ» με συμπλήρωμα το «υποστηρίζουμε πλήρως το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» χωρίς επιφυλάξεις Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως συμπληρώθηκε με την φωτεινή αποτύπωση της Ισραηλινής σημαίας στο κτίριο της Βουλής των Ελλήνων, έστω κάποιες μέρες μετά την αντίστοιχη στην Πύλη του Βραδεμβούργου κι ύστερα στην έδρα της ΕΕ στις Βρυξέλλες, ήταν η μια άκρια του εκκρεμούς. Η «οδύνη και αποτροπιασμός» για την πολύνεκρη επίθεση που επακολούθησε σε Αγγλικανικο νοσοκομείο της Γάζας (με εκατέρωθεν επίρριψη της ευθύνης σε βομβαρδισμούς του Ισραήλ ή σε σφάλμα βολής ρουκέτας της Ισλαμικής Τζιχάντ), βέβαια με αναντίστοιχη ελληνική ευαισθησία όταν επλήγη η περιοχή του Ελληνορθόδοξου ναού του Αγίου Πορφυρίου, έδωσε την συνέχεια. Πλην όμως δεν βράδυνε η συνειδητοποίηση ότι η διαδορμή των σχέσεων της Ελλάδας με τον Αραβικό κόσμο «υποχρέωνε» σε αναζήτηση ισορροπίας – άλλωστε η ακρότητα της αντίδρασης του Ισραήλ με την υιοθέτηση «τιμωρητικής στάσης» κατά αμάχων στην Γάζα, με εντολές εκκένωσης και ασφυξία, δεν μπορούσε να αποσιωπηθεί μετά από ένα σημείο: το κύμα οργής ανά τον Αραβικό κόσμο και τις Μουσουλμανικές κοινότητες όπου γης, δεν άφηνε περιθώρια, άλλωστε.
Έτσι, στον επίσημο ιστότοπο του ΥΠΕξ υπάρχει φορτική υπενθύμιση του πώς οι σχέσεις Ελλάδας-Παλαιστίνης «ανέκαθεν ήσαν και παραμένουν άριστες», ενώ παράλληλα διακηρύσσεται «σταθερή στήριξη σε ένα ανεξάρτητο, βιώσιμο, συνεχόμενο και δημοκρατικό Παλαιστινιακό Κράτος, που να συνυπάρχει ειρηνικά με το Ισραήλ». Βουτιά στο παρελθόν της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, λοιπόν. Η οποία συνεχίσθηκε κατά κάποιον τρόπο με την παρουσία του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Κορυφή του Καϊρου για την Ειρήνη (αναποτελεσματική αλλ’ απαραίτητη προκειμένου να αποφευχθεί «αποκοπή» του Αραβικού κόσμου), όπου μπορεί να πιστώσει κανείς στον Κυριάκο Μητσοτάκη την – ελαφρώς ταυτολογική πλην υποδειγματική – διατύπωση «καμιά στρατιωτική επέμβαση δεν μπορεί να αντικαταστήσει μια βιώσιμη πολιτική λύση» . (Είχε προηγηθεί ανακοίνωση περί… Ελληνικού σχεδίου ειρήνευσης, εκ τεσσάρων ή πέντε σημείων. Το οποίο βέβαια χάθηκε κάπου στην έρημο της διεθνούς παραζάλης για το Μεσανατολικό).
Η σκηνική διευθέτηση και τα συμφραζόμενα του εν συνεχεία ταξιδιού-αστραπή Κυριάκου Μητσοτάκη στο Ισραήλ και η θερμή του ταύτιση με τον (υπό διεθνή καχυποψία, πλην των ΗΠΑ) Μπινιαμίν Νετανιάχου – με επιμελημένη μάλιστα αποφυγή συνάντησης με τον Μαχμούντ Αμπάς της Παλαιστινιακής Αρχής, προσέγγιση που αντιθέτως επέλεξαν στις επισκέψεις ενδιαφέροντος ηγέτες χωρών όπως η Γερμανία, η Γαλλία ή η Ισπανία – επανέφερε το εκκρεμές προς την κατεύθυνση της μονόπλευρης στήριξης των επιλογών του Ισραήλ. Κι ύστερα… ήρθε ο Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρρες να μιλήσει – ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού – για «ξεκάθαρη παραβίαση του ανθρωπιστικού δικαίου που βλέπουμε στην Γάζα […] κανένα μέρος σε ένοπλη σύγκρουση δεν είναι πάνω από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο», με επιπρόσθετες τοποθετήσεις για την («εδώ και 56 χρόνια») κατάσταση των Παλαιστινίων. Που «δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις απαράδεκτες επιθέσεις της Χαμάς», πλην όμως αυτές με την σειρά του «δεν μπορούν να δικαιολογούν συλλογική τιμωρία του Παλαιστινιακού λαού από το Ισραήλ».
Ανεβαίνει λοιπόν ο πήχυς για τις στάσεις όλων στην κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή όμως ακόμη περισσότερο οι δηλώσεις της (απελευθερωθείσης ομήρου) Γιόσι Λίφσιτς ότι οι απαγωγείς της της Χαμάς της δήλωσαν ότι «είναι άνθρωποι που πιστεύουν στο Κοράνι και δεν θα μας βλάψουν» και ότι η κράτησή τους θα ήταν «με τις ίδιες συνθήκες» που οι ίδιοι ζουν στα τούνελ της Γάζας, συν το «φρόντισαν για το υγειονομικό σκέλος, ώστε [οι απαχθείσες] να μην αρρωστήσουν», έδωσε ένα διαφορετικό στίγμα στην – ούτως ή άλλως – εικόνα φρίκης.
Το εκκρεμές από την Σωστή Πλευρά της Ιστορίας στις ανθρώπινα ισορροπημένες θέσεις δεν είναι απλή υπόθεση να παρατηρείται. Πόσο μάλλον να επιχειρηθεί να σταθεί κάπου ανεκτά.