∆οκίµια για το µηδέν, αλληγορία για το «Άλλο», µυθοπλασία για το περιθώριο: τρία βιβλία για µια εποχή πέρα από τα όρια
Της Νόρας Ράλλη*
Musica ex Nihilo
Δοκίμια για την ποίηση, τη ζωή, το θάνατο και τη δικαιοσύνη
Σάββας Μιχαήλ
«Αέναη διαδήλωση» η ζωή του γνωστού γιατρού, ποιητή, φιλοσόφου Σάββα Μιχαήλ ή Σαμπετάι Μπενάκη Μάτσα. Ο γνωστός συγγραφέας, με ενεργή και έντονη δράση στο χώρο της μαρξιστικής αριστεράς, τροτσκιστής διανοούμενος με παγκόσμια αναγνώριση, γραμματέας του ΕΕΚ (Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα) και σύζυγος της Κατερίνας Μάτσα, ψυχιάτρου και διευθύντριας της Μονάδας Απεξάρτησης 18 Άνω, συνέλεξε προσωπικές του εμπειρίες –αλλά και από ψυχιατρικές μονάδες και το 18 Άνω–, ψάχνοντας πού ακούγεται αυτή η… μουσική εκ του μηδενός. Αφορμή στάθηκαν οι συνεχείς χημειοθεραπείες στις οποίες έχει υποβληθεί – «Όταν έχεις νικήσει τον θάνατο 17 φορές, τότε καταλαβαίνεις πολύ καλά τι σημαίνει “μηδέν” και τι η μουσική του!», όπως έχει πει ο ίδιος.
Το Musicaexnihilo είναι μία συλλογή δοκιμίων για την ποίηση, τη ζωή, το θάνατο και τη δικαιοσύνη. Γράφτηκε με αφορμή ένα έργο του CharlesdeBouelle, το Libellusdenihilo (Παρίσι 1510). Ο deBouelle ήταν φίλος με τον HieronymusBosch και το συγκεκριμένο βιβλίο ξεκινάει με την ερώτηση «Τι είναι το μηδέν», για να δοθεί αμέσως η απάντηση: «Το μηδέν είναι το μηδέν». Από ολόκληρο το βιβλίο –όσο συγκεκριμένο ή αποδομημένο κι αν είναι (καθώς ο Μιχαήλ χρησιμοποιεί όλους σχεδόν τους μεγάλους φιλοσόφους και ποιητές)–, φαίνεται ξεκάθαρα πως αν μείνεις στο μηδέν, όπως οι περισσότεροι σήμερα στην Ευρώπη και στον κόσμο, είσαι στην άρνηση. Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα. Μόνο κριτικάρεις. Το απόλυτο μηδέν δεν βγάζει μουσική.
«Οι τόποι του μηδενός πρέπει να έρθουν στο φως. Είναι τόποι που ανήκουν μέσα στην ανθρώπινη ιστορία – όχι σε κάποια μεταφυσική σκοπιά της. Δεν είναι το μηδέν της ασημαντότητας», λέει ο συγγραφέας. Δεν είναι το μηδέν της τζούφιας αισιοδοξίας, την οποία σιχαίνεται και ο ίδιος, ούτε της απαισιοδοξίας, που είναι η ιδεολογία του εχθρού. Είναι της διαλεκτικής του Ηράκλειτου, του Παρμενίδη και του Πλάτωνα, του Hegel και του Marx.
Ο πιο ηχηρός, βέβαια, τόπος του μηδενός δεν προκύπτει από εγχειρίδια και μελέτες, αλλά είναι ανθρώπινο, απτό κατασκεύασμα: είναι το στρατόπεδο εκμηδένισης του Άουσβιτς. Το σημείο μηδέν του ανθρώπινου πολιτισμού. Πόσο λοιπόν, έχει προχωρήσει η ανθρωπότητα από το σημείο μηδέν; Αν δεν εκμηδενιστούν από την ιστορία αυτές οι συμπεριφορές, τότε πώς μπορούμε να έχουμε μέλλον; Μήπως πρέπει να μηδενίσουμε το μηδέν, δηλαδή την εκμηδένιση του ίδιου του ανθρώπου;
Το βιβλίο επαναφέρει διαρκώς αυτά τα ερωτήματα για τον αναγνώστη μέσα από εκτενείς αναφορές, από τον WilliamBlake μέχρι το Σολωμό και τον Kafka. Ξεκινάει με τον «Καντ στο Άουσβιτς», αναλύοντας την «κοινοτοπία του κακού» της HannahArendt ως ατοπία του ανθρώπου-υπανθρώπου. Ο μέσος άνθρωπος συνδιαλέγεται με το συγγραφέα και στα επόμενα κεφάλαια, όπου ο Έκτορας Κακναβάτος και ο Νίκος Καρούζος αποδεικνύουν το αδιαχώριστο ζωής και δικαιοσύνης: ένα αίτημα ασυμβίβαστο απόλυτα με το θάνατο, κατά το συγγραφέα. Στη συνέχεια, ο Πλάτωνας συνομιλεί μη πλατωνικά με τον Marx και τον Καβάφη. Λες και ο Σάββας Μιχαήλ θέλησε να συναντήσει τις ιδεολογίες που ακόμα αντέχουν στους «-ισμούς» και τα φιλοσοφικά ρεύματα που τους ανακάλυψαν, με πρώτιστο και πάνω απ’ όλους, τον ανθρωπισμό.
Ο Μιχαήλ προβάλλει το αίτημα μιας δικαιοσύνης άνευ ορίων και άνευ όρων. «Όλη η εξουσία στον έναστρο ουρανό», όπως σημειώνονται στο βιβλίο τα λόγια του ποιητή Χλιέμπνικωφ.
Αν ήταν θέατρο, θα το θεωρούσαν μεταμοντέρνο, αν ήταν φιλοσοφία, μεταφιλοσοφία. Αυτό που έγραψε ο Σάββας Μιχαήλ ήταν η δική του μουσική σύνθεση «εκ του μηδενός», για το όλον μιας μηδενιστικής εποχής, όπως η σημερινή, όπου τα σημεία αναφοράς λείπουν ή έχουν ξεχαστεί.
Το παιδί που στο κεφάλι του φύτρωσε ένα δέντρο
Ροδούλα Παππά
Η Ροδούλα Παππά τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας το 2013 για το βιβλίο της Το παιδί που στο κεφάλι του φύτρωσε ένα δέντρο (Εκδόσεις Νεφέλη). Ένα βραβείο για το οποίο νιώθει χαρά, αλλά και αμηχανία. Τι έμπνευση κι αυτή – να βάλεις ένα δέντρο να φυτρώνει σ’ ένα κεφάλι. Το σκεπτικό της επιτροπής των βραβείων ήταν πολύ συγκεκριμένο: η συγγραφέας κατάφερε να διαπραγματευτεί το πολύ λεπτό θέμα της διαφορετικότητας με τρόπο μοναδικό, ειδικά για παιδικό βιβλίο. Και ακριβώς αυτός ο ιδιαίτερος τρόπος ήταν που μας ώθησε στη συγκεκριμένη βιβλιοπαρουσίαση, καθώς το καλό παιδικό βιβλίο δεν είναι μόνο για παιδιά.
Το χιούμορ και η δηκτικότητα, με καμιά ωστόσο διάθεση αυτοκάθαρσης ή όποιου άλλου χαρακτηριστικού της ματαιοδοξίας που καταβάλλει κατά καιρούς αρκετούς συγγραφείς, είναι από τα ατού της Ροδούλας Παππά. Δεν είναι τυχαίο που δημιούργησε ένα πραγματικά πρωτότυπο εύρημα, για να σχολιάσει με τον πλέον «ενήλικο» τρόπο (όσον αφόρα τη σοβαρότητα του θέματος) τη διαφορετικότητα – της οποίας η αντιμετώπιση σε κοινωνικό αλλά και πολιτικό επίπεδο ακόμα διαβαίνει «ανήλικα» μονοπάτια. Και μάλιστα, για παιδικό βιβλίο.
Η συγγραφέας, δε, συμπεριφέρεται λογοτεχνικά στα παιδιά. Με έναν άμεσο και καθοριστικό τρόπο, με τη χρήση Limericks, που είχαμε να το δούμε από τον καιρό του Σεφέρη [«λιμερίκια»], το βιβλίο γίνεται διαδραστικό μέσο κριτικής και συμπεριφοριστικής αναδόμησης του παιδικού ψυχισμού. Απευθυνόμενη σε πρώτο πρόσωπο στους μικρούς αναγνώστες της, προσθέτει μια διαρκή ροή στην ιστορία, με αποτέλεσμα το βιβλίο να διαβάζεται «μονορούφι», όπως λέγαμε μικροί. Στο τέλος ειδικά, υπάρχουν κενές σελίδες καθώς και ένας λευκός καθρέφτης, που μας καλεί να δούμε μέσα του την εικόνα μας. Αλήθεια, αντέχουμε χωρίς ένα δέντρο φυτρωμένο στο κεφάλι μας;
Με χιούμορ, απολαυστικές εικόνες και χωρίς ίχνος διδακτισμού, η συγγραφέας αφηγείται την αλληγορική ιστορία ενός αγοριού διαφορετικού από όλα τα άλλα: το δέντρο στο κεφάλι του παιδιού μεγαλώνει, μαζί και η σύγχυση, μέσα και έξω από το κεφάλι του. Πώς να γίνει αποδεκτή μια τόσο ανατρεπτική εικόνα; Μήπως τελικά είναι απλά θέμα αλλαγής οπτικής; Αυτό πιστεύει η ίδια, όπως και πως «το βιβλίο είναι από εκείνα τα αγαθά που μπορούν να είναι κτήμα χωρίς να είναι απόκτημα». Θεωρεί «πολύ σημαντικό να υπάρχουν καλές κρατικές βιβλιοθήκες», προτείνει εγχειρίδια εκμάθησης προγραμματισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών για παιδιά, τα βιβλία του Ευγένιου Τριβιζά, τα κλασικά Ο Μικρός Πρίγκιπας, Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, τα ποιήματα και τα πεζά του EdwardLear, την Πίπη Φακιδομύτη και άλλα της AstridLindgren και, βεβαίως, τον Αστερίξ, που «αν και κόμικ, είναι πολύτιμος για μια πρώτη γνωριμία των παιδιών με τους ευρωπαϊκούς λαούς». Αλλά και Dostoyevsky, Hugo, Καζαντζάκη και Nietzsche: «Γνωρίζω ανθρώπους που στα πρώτα τους εφηβικά χρόνια τους διάβαζαν. Απ’ όσο μπορώ να κρίνω, δεν έπαθαν τίποτα κακό, τουλάχιστον όχι εξαιτίας των αναγνωσμάτων τους!».
Η εξέγερση των νεκρών
Θανάσης Καρτερός
Αν ήταν να γράφαμε δυο γραμμές σαν κριτική για το τελευταίο αυτό βιβλίο του Θανάση Καρτερού, θα ήταν πως, όπως ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας του Oscar Wilde πρέπει να διαβαστεί με προσοχή από όλα τα παιδιά, με την ίδια προσοχή και σχεδόν μαθητική προσήλωση πρέπει να διαβαστεί και Η εξέγερση των νεκρών από τους ενήλικες.
Πρόκειται για ένα καθαρά πολιτικό μυθιστόρημα, που φανερώνει κατευθείαν την ταυτότητά του, χωρίς ντροπές ή επιφυλάξεις. Το κέρδος, η ταξικότητα, η δικαιοδοσία της Εξουσίας επί της ζωής και του θανάτου των ανθρώπων ως βασικοί άξονες του βιβλίου, μπορεί να είναι θέματα ήδη δουλεμένα, αλλά ποτέ ξανά με αυτή τη γλώσσα.
Γιατί ο Θανάσης Καρτερός, στην τρίτη αυτή συγγραφική του διαφυγή –γιατί περί διαφυγής πρόκειται– αποδεικνύει πως οι λέξεις είναι απλώς το μέσο για να εφευρίσκει κανείς ιδιαίτερους τρόπους στο πώς να πει μια ιστορία.
Έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να συνδέει τις λέξεις ο Θανάσης Καρτερός. Τις αποδομεί και τις αναδημιουργεί, με ένα τρόπο σχεδόν ντοσκογιεφσκικό στην ατμόσφαιρα, απόλυτα δικό του στη ροή.
Και στο τρίτο του βιβλίο, Η εξέγερση των νεκρών, ενώ οι λέξεις μένουν ίδιες, η γλώσσα αποκτά τη δική της, νέα συμπεριφορά. Με κοφτή γραφή σε μεγάλες προτάσεις, μάς συστήνει την Αντιγόνη. Μια όμορφη νέα γυναίκα που από μικρή πηγαίνει ανάποδα στο ρεύμα. Κλεισμένη στο αναμορφωτήριο για ένα έγκλημα οικογενειακής αυτοδικίας, αντιστέκεται στην προσπάθεια «αναμόρφωσής» της και γι’ αυτό καταδικάζεται να ενταχθεί σ’ ένα πρόγραμμα που συλλέγει και ανακυκλώνει με τις πιο σύγχρονες μεθόδους τους περιθωριακούς για την κοινωνία, τους ζημιογόνους για την οικονομία, τους ανεπιθύμητους για τη δημόσια τάξη. Από τον άνθρωπο-κατσαρίδα του Kafka, περνάμε εδώ στον άνθρωπο-σκουπίδι (ακόμα χαμηλότερα στην βιολογική κλίμακα). Η Αντιγόνη όμως (διόλου τυχαίο το όνομα) δεν παρέμεινε δέσμια των λαθών του Κράτους-Προστάτη-Εταιρείας, αλλά αφέθηκε να παρασυρθεί από τα πάθη της: εξέγερση, αντίσταση, ερωτική επιθυμία. Με έναν τρόπο βαθιά ανθρώπινο, θα προκαλέσει μαζί με τους συντρόφους της τριγμούς σε ένα καθεστώς που μοιάζει ανίκητο. Η σύγκρουση με μια χώρα-εταιρεία, όπου υπέρτατος νόμος είναι το Κέρδος, είναι αναπόφευκτη. Μια πολιτική παρωδία στα όρια της απόλαυσης και ταυτόχρονα, της τραγωδίας.
«Κάθε δείγµα γλωσσικής επικοινωνίας εµπεριέχει ένα γλωσσικό ενέργηµα. Και µονάδα στη γλωσσική επικοινωνία δεν είναι, όπως συχνά υποθέτουν, το σύµβολο ή η λέξη ή η φράση, ούτε και τα υλικά σηµεία για το σύµβολο, τη λέξη ή τη φράση· αλλά είναι η παραγωγή του υλικού σηµείου στην εκτέλεση του οµιλιακού ενεργήµατος που αποτελεί τη βασική µονάδα της γλωσσικής επικοινωνίας. […] Το να εκτελούµε οµιλιακά ενεργήµατα σηµαίνει να επιδιδόµαστε σε µια µορφή συµπεριφοράς που διέπεται από κανόνες».