Της Νικολέττας Τσιτσανούδη – Μαλλίδη*
Η βαρύνουσα ιδεολογική λειτουργία της δημοσιογραφικής γλώσσας, η έννοια της αντικειμενικότητας στην αναπαράσταση της είδησης και οι φιλοσοφικές προσεγγίσεις του μιντιακού λόγου σε περιβάλλοντα διαμεσολαβημένα από την τεχνολογία, με έμφαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, απασχόλησαν συστηματικά μία διαδικτυακή δράση του πρόσφατα ιδρυθέντος Εργαστηρίου Μελέτης Κοινωνικών Θεμάτων, Μέσων Ενημέρωσης και Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, και του Ομίλου Αποφοίτων του Διεθνούς Θερινού Πανεπιστημίου «Ελληνική Γλώσσα, Πολιτισμός και Μ.Μ.Ε.», με την υποστήριξη της πύλης Study in Greece. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι την ευθύνη της διαπραγμάτευσης του θέματος «Ηθική και Ιδεολογία στα ΜΜΕ» ανέλαβαν νέοι επιστήμονες, στην πλειοψηφία τους διδάκτορες και μεταπτυχιακοί φοιτητές, μετά από ενθάρρυνση της Επιστημονικής Επιτροπής του Διεθνούς Θερινού Πανεπιστημίου, για να επιτύχουν να αναδείξουν σχετικά «δύσκολες» πτυχές και όψεις αυτού που εννοούμε ή επιχειρούμε να εννοήσουμε ως «ηθική» και «γλώσσα της ηθικής» στη σύγχρονη ειδησεογραφία, εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων.
Στη βάσανο του brainstorming μπήκαν ζητήματα σχετικά με τις ψευδείς ειδήσεις και τον ρόλο τους σε συγκυρίες κρίσης (π.χ. πανδημία κορωνοϊού), τις γλωσσικές αναπαραστάσεις των προσφύγων στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, την απεικόνιση της ελληνικής οικονομικής κρίσης, αλλά και ζητήματα σεξισμού στον δημόσιο λόγο.
Εισαγωγικά, εντάχθηκε προς συζήτηση το αίολο στοιχείο του λόγου μέσα στο τεχνολογικό γίγνεσθαι. Ανατέμνοντας την αντιφατική φύση του διαδικτυακού κόσμου, σε σχετικές εισηγήσεις παρουσιάστηκαν όψεις του αντίκτυπου της χρήσης των μέσων του ψηφιακού κόσμου στην ιδιωτική και τη δημόσια ζωή του σύγχρονου ανθρώπου. Όπως υποστηρίχθηκε, υποκείμενος στη μυθολογικο-τεχνολογική του μοίρα, ο άνθρωπος προεκτείνεται στον χώρο και τον χρόνο μέσω της παραγωγής τεχνολογικών έργων. Τα μέσα μεταβάλλουν σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο το ανθρώπινο ον προσλαμβάνει την ίδια του την ύπαρξη, τον άλλο, τον Κόσμο.
Η αντιμετώπιση του «Άλλου» είχε άλλωστε απασχολήσει και το 5ο Διεθνές Θερινό Πανεπιστήμιο, το οποίο είχε ως τίτλο του «Η γλώσσα του ‘άλλου’ – Η ηθική της ετερότητας» (2019). Σύμφωνα με τις αναφορές που έγιναν, κυμαινόμενος μεταξύ τεχνητής ουτοπίας και δεσποτικής δυστοπίας, «ο θαυμαστός καινούριος κόσμος ωθεί στον εκδημοκρατισμό της γνώσης και ταυτόχρονα ευνοεί τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό, και όσο εύκολη καθίσταται η διαρροή της αλήθειας άλλο τόσο ραγδαία διασπείρεται το ψεύδος μέσα στους κόλπους του. Ανοικτός ουρανός ή νεφέλωμα, ο κόσμος του διαδικτύου παρεισφρέει κι επεμ- βαίνει και στα δύο επίπεδα του Λόγου, και σε αυτό της αντίληψης – πρόσληψης του Κόσμου και των πραγμάτων, και σε εκείνο της έκφρασης – γλώσσας, υπαγορεύοντάς μας μια νέα οντολογία, η οποία είναι αδύνατον να αναλυθεί με βάση τις κλασικές κατηγορίες». Χειραφετημένος και χειραγωγούμενος, παίκτης κι εμπαιζόμενος, δύναται ο άνθρωπος να βρει τον λόγο μέσα στο τεχνολογικό γίγνεσθαι, δημιουργώντας μία Πολιτεία μέσα στη Βαβέλ των αλγορίθμων; Αυτό ήταν το ερώτημα στο οποίο κατέληγε ο σχετικός προβληματισμός, για να επιμεριστεί στη συνέ- χεια σε μία σειρά άλλων επίκαιρων ζητημάτων.
Η ανάπτυξη των fake news σε σχέση με τον COVID-19, αντιμετωπίστηκε ως μία πρόκληση για τη δημοσιογραφία σε περίοδο μονοθεματικών ειδήσεων. Αναπτύχθηκαν οι πρακτικές δυσκολίες που γέννησε, ιδιαίτερα για τους δημοσιογράφους υγείας, η περίοδος του γενικευμένου lockdown ως προς την κάλυψη των εξελίξεων της πανδημίας. Απασχόλησε έντονα το πώς επηρέασε τον τρόπο κάλυψης των γεγονότων η εισαγωγή εξειδικευμένων ιατρικών όρων, η διασπορά ψευδών ειδήσεων, αλλά και η αλληλεπίδραση των δημοσιογράφων με τους ειδικούς επιστήμονες (λοιμωξιολόγους, και όχι μόνον).
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα αφορούσε στις ποικίλες γλωσσικές αναπαραστάσεις των παιδιών προσφύγων σε δημοσιογραφικά κείμενα. Παρουσιάστηκε έρευνα – την οποία επιβλέπουμε σε επίπεδο διδακτορικής διατριβής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – που αναδεικνύει την επίδραση του δημοσιογραφικού λόγου στη δημόσια σφαίρα σε μία δύσκολη περίοδο σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο για την Ελλάδα, αναλύει και καταγράφει τις γλωσσι- κές αναπαραστάσεις του προσφυγικού ζητήματος σε δύο διαφορετικές μεταξύ τους χρονικές περιόδους, οι οποίες για την ακρίβεια απέχουν μεταξύ τους ένα έτος. Συγκεκριμένα, η έρευνα παρακολουθεί τον έντυπο και ηλεκτρονικό δημοσιογραφικό λόγο, τον μήνα Σεπτέμβριο του 2015 και τον μήνα Σεπτέμβριο του 2016. Αναζητά, εντοπίζει και συγκριτικά αναλύει ομοιότητες και διαφορές στις αποτυπώσεις και τις περιγραφές της παιδικής ηλικίας, μέσα από την ανάλυση εκατοντάδων κειμενικών τεμαχίων. Αυτό το οποίο κατατέθηκε ως ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι οι προσεγγίσεις και οι αξιολογήσεις ποικίλουν ανάλογα με το μέσο από το οποίο εκπορεύονται. Δείχνουν να μην είναι ανεπηρέαστες από πολιτικές και κοινωνικές οπτικές. Η απεικόνιση επηρεάζεται από την γενική ιδεολογική θέση του φορέα του δημοσιογραφικού λόγου. Επιπροσθέτως, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η έδρα του κάθε μέσου, δεδομένου ότι η γειτνίαση με τους τόπους υποδοχής των προσφύγων συχνά συνδέεται με μία μεγαλύτερη δραματοποίηση του λόγου.
Επιπλέον, ένα από τα θέματα που κέντρισαν το ενδιαφέρον των φοιτητών και συμμετεχόντων στο πρόγραμμα ήταν αυτό της παρουσίασης των γυναικών στον τουρκικό Τύπο. Παρουσιάστηκε μία πολύ σημαντική εισήγηση από την Αγγελική Βενετσάνου (Πανεπιστήμιο Αιγαίου). Όπως αναφέρθηκε, τις τελευταίες δεκαετίες, η βίαιη συμπεριφορά έναντι των γυναικών, θεωρείται ως ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα, και όχι μόνον. Τα κρούσματα βίας φυσικοποιούνται και «νομιμοποιούνται» καταδικάζονται ανάλογα με τα κοινωνικά πρότυπα. Οι πράξεις βίας κατά των γυναικών δεν αποτελούν εμονωμένα περιστατικά, αλλά την πιο ακραία έκφραση της ανισότητας των φύλων. Η έμφυλη ανισότητα εδράζεται στην άνιση κατανομή ης κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής εξουσίας ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες. Η βία και κακοποίηση των γυναικών αποτελεί θλιβερή πραγματικότητα και την Τουρκία, όπως τονίστηκε από ην ερευνήτρια: «Εμφανίζεται σ’ όλες τις πολιτισμικές και ταξικές ομάδες και δεν κάνει διακρίσεις σε σχέση με ο μορφωτικό επίπεδο, το ύψος του ισοδήματος και την ηλικία. Συχνά στον τουρκικό Τύπο, η βία αναπαράγεται, δικαιολογείται, δραματοποιείται, νομιμοποιείται, θεωρείται φυσιολογική και μερικές φορές επιβραβεύεται. Με αυτόν τον τρόπο, η είδηση εκπληρώνει το καθήκον της συναισθηματικής ικανοποίησης του αναγνώστη, τον ψυχαγωγεί και τελικά οδηγεί στην αύξηση των πωλήσεων».
Ασφαλώς το πρόγραμμα θα συνεχιστεί, η πρόθεση για τη μετεξέλιξή του είναι σαφής και ο προσανατολισμός για την εμβάθυνση της συμμετοχής των νέων ερευνητών, ισχυρός. Ήδη προετοιμάζεται τόμος με τα πρακτικά αυτού του εγχειρήματος. Το σίγουρο είναι ότι με αποκλειστική την οργάνωση από την πλευρά των νέων, πραγματοποιήθηκε μία δράση η οποία έδωσε τη δυνατότητα της διαπραγμάτευσης καίριων θεμάτων ηθικής και ιδεολογίας στα ΜΜΕ από την πλευρά των ανθρώπων που τώρα ξεκινούν την επιστημονική ενασχόληση και διαμορφώνουν σταδιακά ακαδημαϊκό προφίλ. Πρόκειται για μία αφετηρία με προοπτικές μιας δυναμικής συνέχειας, που εκτιμούμε πως η κοινότητα έχει ανάγκη
* Αναπλ. Καθηγήτρια Γλωσσολογίας και Ελληνικής Γλώσσας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ακαδημαϊκή Διευθύντρια Διεθνούς Θερινού Πανεπιστημίου «Ελληνική Γλώσσα, Πολιτισμός και ΜΜΕ», nitsi@uoi.gr.