Οι ανταποκρίσεις από τη Μέση Ανατολή ήταν ανέκαθεν ένα πολιτικό παιχνίδι, όπου έμεναν στη σιωπή ακόμη κι εγκλήματα πολέμου
ΤΗΣ VICTORIA FONTAN*
Τον Μάιο του 2013, δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο συρρέουν στο Ιράκ, στους χώρους μαζικής ταφής, οι οποίοι άνοιξαν ύστερα από δύο και πλέον δεκαετίες μετά το βάναυσο καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν. Από τη μία, δημοσιογράφοι των τηλεοπτικών Μέσων ενημέρωσης (television journalists), που χρειάστηκαν χειρουργικές μάσκες για να μπορέσουν να μεταδώσουν τη φρίκη που αντίκρισαν, αν και τα πτώματα ήταν τόσο παλιά που δεν μύριζαν πλέον τίποτα παρά μόνο σκόνη. Από την άλλη, δημοσιογράφοι έντυπων Μέσων (print journalists), που συνέλεξαν μαρτυρίες από τους τυχερούς επιζήσαντες. Ο στόχος όλων ήταν να αναδείξουν μια ξεχωριστή μαρτυρία της ιστορίας των μαζικών τάφων. Κοντά στη σιιτική πόλη Juffur Safa, νότια της Βαγδάτης, γίναμε μάρτυρες της επεξεργασίας 3.000 και πλέον άψυχων σωμάτων. Η εφημερίδα μου (Independent), ως γνωστό, είχε με επονείδιστο τρόπο ταχθεί κατά της εισβολής στο Ιράκ. Όταν όμως κατέγραψα το γεγονός ότι είχαν πυροβοληθεί νοσηλευόμενοι με καθετήρες και με ενδοφλέβια αγωγή ασθενείς, δεδομένο που χρησιμοποιήθηκε ως αποδεικτικό στοιχείο στη δεύτερη δίκη του Σαντάμ Χουσεΐν, η εφημερίδα μου μού ζήτησε να αποκρύψω αυτήν τη «λεπτομέρεια». Μου ανέφεραν ότι η συγκεκριμένη οπτική δεν έπρεπε να δημοσιευθεί, επειδή θα μπορούσε να επηρεάσει τους αναγνώστες υπέρ της κατοχής του Ιράκ, την οποία είχαν ενορχηστρώσει οι ΗΠΑ.
Οι ανταποκρίσεις από τη Μέση Ανατολή ανέκαθεν υπήρξαν ένα πολιτικό παιχνίδι. Αφενός, γινόμαστε μάρτυρες εγκλημάτων πολέμου που δεν μεταφέρουμε πάντα στο κοινό. Αφετέρου, μπορεί να υποβαθμίζουμε ειρηνευτικές προσπάθειες και να επικεντρωνόμαστε στις κλιμακούμενες συγκρούσεις και τη φρίκη που όλοι περιμένουν να δουν στις πολεμικές ζώνες. Και όλα αυτά για να συμπλεύσουμε με τις κατευθυντήριες γραμμές του Μέσου ή του συντάκτη μας. Ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι θεωρούμε τους εαυτούς μας πολεμικούς ανταποκριτές που λειτουργούν στο πλαίσιο μιας αντιπαράθεσης τύπου «εμείς» εναντίον «αυτών» των πολεμοχαρών λαών, οι οποίοι δεν ξέρουν πώς να ζουν σε καθεστώς ειρήνης και επομένως είναι υποδεέστεροι από εμάς, τους Ευρωπαίους «ενήλικες». Για εμένα προσωπικά, η όλη θεώρηση του τι είναι πολεμικός ανταποκριτής έχει θεμελιωθεί σε λάθος σκεπτικό.
Αν σήμερα είσαι μετανάστης και στάθηκες αρκετά τυχερός ώστε να μην καταλήξεις σκλάβος στη Λιβύη, βλέπεις μία διαφορετική Ευρώπη απ’ αυτήν που θα αντίκριζες αν ήσουν λευκός, με χριστιανικό όνομα και το «σωστό» διαβατήριο. Η Ευρώπη δεν είναι απαραίτητα ζώνη ειρήνης. Ένας πόλεμος αποκλεισμού των μεταναστών λαμβάνει χώρα αυτήν τη στιγμή σε πλήθος χωρών, όπως και ένας οικονομικός πόλεμος προς τις λιγότερο εύπορες ευρωπαϊκές χώρες και τους λαούς τους.
Οπουδήποτε και να κοιτάξεις στην Ευρώπη, αντικρίζεις πόλεμο, πόλεμο που μεταφέρεται από την Ευρώπη στην Υεμένη, όσο γράφω αυτές τις προτάσεις. Μήπως ο κάθε δημοσιογράφος, είτε στη Βαγδάτη είτε στην Αθήνα, είναι εντέλει ένας πολεμικός ανταποκριτής;
Για εμένα προσωπικά, το πιο σπουδαίο εργαλείο για ένα δημοσιογράφο, προκειμένου να καταφέρει να ολοκληρώσει το έργο του, είναι η συναισθηματική κατανόηση. Κατανόηση για τους ανθρώπους, των οποίων τις ιστορίες μεταφέρει. Κατανόηση που πηγάζει από την αντίληψη ότι όλοι οι λαοί υπήρξαμε μετανάστες ή βρεθήκαμε σε εμπόλεμη κατάσταση κάποια στιγμή στην ιστορία μας. Για να είναι σε θέση οι δημοσιογράφοι να μεταδώσουν τα γεγονότα υπό το πρίσμα της συναισθηματικής κατανόησης χρειάζονται τα μέσα, ώστε να μπορούν να εναντιωθούν στις κατευθύνσεις που τους δίνει ο αρχισυντάκτης τους. Για ορισμένους αυτό ενδεχομένως να σημαίνει ότι θα εργάζονται με καθεστώς ελεύθερου επαγγελματία και θα δημοσιεύουν σε διαφορετικά Μέσα. Για άλλους, ότι θα ακολουθούν διαρκώς τα κέντρα εξουσίας και θα επιχειρούν να γίνουν οι ίδιοι αρκετά διαβόητοι, ώστε να επιβάλλουν την άποψή τους. Το να δίνεις στον εαυτό σου τον χώρο να ανταποκρίνεται με ακεραιότητα και συναισθηματική κατανόηση είναι από τα στοιχεία που διατηρούν το επάγγελμά μας ζωντανό.
* Υπότροφος του Κέντρου Ανθρωπιστικών Σπουδών Μπεσικσί του Πανεπιστημίου του Ντούχοκ, στο Ιράκ.