της Χριστίνας Λιναρδάκη
Ούτε το μεταναστευτικό που έχει προκαλέσει ενίσχυση των ακροδεξιών τάσεων σε όλη την Ευρώπη και συστροφή των ευρωπαϊκών κρατών στον εαυτό τους δεν είχε τόσο δραματικά αποτελέσματα όσο η πανδημία του κορονοϊού. Υπό τον φόβο περαιτέρω εξάπλωσης, μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες, επισυνέβη ένα μαζικής κλίμακας, εσπευσμένο κλείσιμο κάθε κράτους στον εαυτό του. Και καθώς ο αριθμός των νεκρών ανεβαίνει, το ένα κράτος μετά το άλλο αποφασίζουν το κλείσιμο των συνόρων τους,[1] την ίδια στιγμή που κρατάνε πολύτιμα εφόδια (π.χ. υγειονομικό υλικό) για τον εαυτό τους. Οδεύουμε άραγε προς μια δραστική αποπαγκοσμιοποίηση;[2]
Πριν από λίγες μόλις εβδομάδες, στο πλαίσιο του μεταναστευτικού, οι πολίτες της Ευρώπης παρακολουθούσαν στον δημόσιο λόγο διαπιστώσεις των διαφορών στον τρόπο ζωής, στις πεποιθήσεις, τις κλίσεις, τα συμφέροντα, τις επιθυμίες και τα ενδιαφέροντα των Ευρωπαίων έναντι όλων εκείνων – στην πλειονότητά τους μουσουλμάνων – που επιθυμούσαν να εισέλθουν, ενίοτε με τη βία, στην Ένωση. Μόλις τον Νοέμβριο του 2019, η ΕΕ θέσπισε χαρτοφυλάκιο για την «προώθηση του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής». Και στα σύνορα με τον Έβρο έφτασε μέχρι και η Frontex πριν από μερικές ημέρες για να υπερασπιστεί τα σύνορα της Ευρώπης.
Ο κορονοϊός όμως κατάφερε τον παραμερισμό όλων αυτών των διαφορών μπροστά στον αόρατο εχθρό που απειλεί την ανθρωπότητα.Όλοι μας ακούμε για την κλιμάκωση των θανάτων π.χ. στο Ιράν και κατατρυχόμαστε από αγωνία. Και ανατριχιάζουμε με τη σκέψη και μόνο της μόλυνσης μιας δομής φιλοξενίας όπως η Μόρια. Ο COVID-19 μπόρεσε με κάποιον μαγικό τρόπο να επιτρέψει τη δυναμική κατοίκηση του Άλλου μέσα μας, τον χωρίς αμφισβητήσεις ενστερνισμό της ανθρώπινης ιδιότητάς του και την παράβλεψη της όποιας ετερότητας.[3] Ξαφνικά, οι θρησκευτικές, γλωσσικές, φυλετικές και όποιες άλλες διαφορές πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, αφού αυτό που απειλείται δεν είναι τίποτα λιγότερο από την ανθρώπινη ζωή. Το δε γεγονός ότι τα αντανακλαστικά που προκάλεσε ο κορονοϊός είναι κοινά παντού συντελεί στη μελέτη τους μέσα στο πλαίσιο της «κοινωνιολογίας του ενός κόσμου»,[4] στο οποίο κάθε επιμέρους αντίδραση εμπίπτει σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο. Και η αλήθεια είναι ότι η ύπαρξη ενός κοινού μετώπου αντιμετώπισης του κινδύνου ενδεχομένως παράγει ακόμη και ανακούφιση. Ας αναλογιστούμε μόνο τη φρίκη που όλοι νιώσαμε, όταν ακούσαμε τον Μπόρις Τζόνσον να μιλάει για «ανοσία της αγέλης».Στο ίδιο μήκος κύματος, ήταν, στις 24 Μαρτίου, και το διάγγελμα της Προέδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, η οποία τόνισε: «Η πανδημία που ζούμε ξεπερνά κατά πολύ τα εθνικά όρια και συμπαρασύρει κράτη και κοινωνίες σε μεγάλες αλλαγές. Αποδεικνύεται, για άλλη μια φορά, ότι οι προκλήσεις που απειλούν όλους μας δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν παρά σε διεθνές επίπεδο, κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και επιστημονικό. Μας δίνεται η ευκαιρία να ξανασκεφτούμε όλοι την πατρίδα, τη σχέση μας με το συλλογικό, τις ευθύνες και τις δυνατότητές μας ως ισότιμα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας».
Ο ηθικός σχετικισμός δεν έχει πια χώρο, καθώς κάθε ποιοτική διαφορά εξαφανίζεται. Στον δημόσιο λόγο, οι άνθρωποι που νοσούν από τον κορονοϊό και θεραπεύονται ή νοσούν και πεθαίνουν μετατρέπονται σε απλούς αριθμούς αμείλικτων στατιστικών. Μέχρις ότου βέβαια καταρρεύσουν βίαια σε μια εκ νέου προσωποποίηση με έντονη συναισθηματική φόρτιση, όπως εκείνη που έκανε το απόγευμα του Σαββάτου 21 Μαρτίου ο λοιμωξιολόγος Σωτήρης Τσιόδρας, εκπρόσωπος του ΕΟΔΥ, ο οποίος μίλησε σχεδόν κλαίγοντας για τον πιθανό θάνατο μεγάλων σε ηλικία ανθρώπων που θα μπορούσαν να είναι «οι μανάδες, οι πατεράδες, οι γιαγιάδες και οι παππούδες μας», χωρίς τους οποίους «δεν μπορούμε να υπάρχουμε ούτε να έχουμε ταυτότητα».
Την ίδια στιγμή, η απαγόρευση των συναθροίσεων που κορυφώθηκε στην απαγόρευση της κυκλοφορίας και τον υποχρεωτικό περιορισμό των ανθρώπων στα σπίτια τους υπογράμμισε όσο ποτέ στο παρελθόν την ανάγκη για ανθρώπινη παρουσία. Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη τους άλλους ανθρώπους και ένας βασικός λόγος αυτής της ανάγκης είναι ότι με τη βοήθειά τους κτίζει την κατανόηση του κόσμου γύρω του. Γιατί το νόημα δεν βρίσκεται έτσι απλά εκεί έξω, το νόημα πρέπει να κτιστεί.[5] Η διάδραση με άλλους ανθρώπους συντελεί στη «μετάφραση» του νοήματος και εντέλει της πραγματικότητας, διαμέσου των κοινωνικών αναπαραστάσεων που οι ίδιοι κατασκευάζουν ή ανακατασκευάζουν.[6]
Οι κοινωνικές αναπαραστάσεις λειτουργούν σαν πυξίδα που μας βοηθά να βρούμε τον δρόμο μας μέσα στον κόσμο, καθώς μετατρέπουν το άγνωστο και θολό τοπίο της πραγματικότητας σε κάτι οικείο και προσβάσιμο. Πρόκειται για μια διαδικασία που εμπλέκει πολύ περισσότερα από τη συζήτηση μεταξύ δύο ή περισσότερων ανθρώπων: εμπλέκει ένα ολόκληρο σύστημα εξωγλωσσικών συμβάσεων, όπως ο τόνος της φωνής, η γλώσσα του σώματος, το βλέμμα και το άγγιγμα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία μετασχηματίζονται η ατομική ψυχολογία και ταυτότητα, και παράγεται μια «μετάφραση»της πραγματικότητας σε κάτι που βγάζει νόημα.
Τώρα λοιπόν που η παρουσία άλλων ανθρώπων είναι υποχρεωτικά περιορισμένη, ο κόσμος στρέφεται στη μόνη του επικοινωνιακή διέξοδο: στο τηλέφωνο, το e-mail ή το messaging. Τα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα φόρουμ και οι πλατφόρμες συνομιλίας επιτρέπουν τη διάδραση με γνωστούς και αγνώστους, καταργώντας μάλιστα τους χωροχρονικούς περιορισμούς. Τα επικοινωνιακά δίκτυα απλώνονται σε ολόκληρο τον πλανήτη και επιτρέπουν την επικοινωνία από άκρη σε άκρη του. Διαφορετικές οπτικές, προερχόμενες από ανθρώπους που ζουν σε άλλα από μας μήκη και πλάτη της γης, έρχονται να εμπλουτίσουν τη «μετάφρασή» μας του κόσμου με πάρα πολλούς τρόπους.
Από την άλλη, τα ήδη υιοθετημένα παγκοσμιοποιημένα πολιτιστικά πρότυπα (μουσική, ταινίες, κλπ., ίδια παντού σε όλο τον κόσμο), αλλά και η ευκολία πρόσβασης σε διεθνείς βιβλιοθήκες, γκαλερί, μουσεία και μουσικές πλατφόρμες δεν θα επιτρέψουν την κατάρρευση στο εγχώριο, δεν θα επιτρέψουν την αποπαγκοσμιοποίηση – τουλάχιστον όχι σε πολιτιστικό επίπεδο. Το βλέμμα μας θα στραφεί με μεγαλύτερη ένταση προς ό,τι είναι διαφορετικό απ’ αυτά που ξέρουμε. Και κάπως έτσι, από τον φόβο για το διαφορετικό θα περάσουμε στη δίψα για το διαφορετικό. Η παγκοσμοποίηση για τον καθένα μας έχει γίνει μια δυνατότητα που δεν ήταν ποτέ πιο απτή απ’ όσο είναι σήμερα. Σήμερα που είμαστε υποχρεωτικά περιορισμένοι μέσα στα σπίτια μας.
[1] Ενδεικτικό είναι το άρθρο του CNN Greece «Κορωνοϊός: Σε καραντίνα η Γερμανία μετά το κλείσιμο των συνόρων – Δραματική μείωση του τουρισμού» της 16.3.2020. Τα ίδια ίσχυσαν και για πολλές άλλες χώρες και περιφέρειες, π.χ. με την Τουρκία να κλείνει τα σύνορα με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία, αλλά και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση να σφραγίζει τα σύνορά της.
[2] Την πορεία του κόσμου προς την αποπαγκοσμιοποίηση έχουν διαπιστώσει πολλοί, όπως ο Jacques Sapir, συγγραφέας του βιβλίου La Démondialisation (Economie humaine), εκδ. Seuil 2011, ο οποίος υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι η παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν αποθάρρυνε αλλά και ενίσχυσε κατά τόπους τις συρράξεις και τους πολέμους.Και ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας έχει εκφράσει τις επιφυλάξεις του για την παγκοσμιοποίηση σε pdf που είναι διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.ilo.org/public/english/wcsdg/docs/rep1.pdf
[3] Βλ. Δεμερτζής, Ν. (2000), «Παγκοσμιοποίηση, κοινότητα και δημόσιος χώρος», Επιστήμη και Κοινωνία, σελ. 55 κ.ε.
[4] Βλ. Archer, M. (1991), “Sociology for one world: unity and diversity”,International Sociology 6(2).
[5] Βλ. Potter, J., «Στάσεις, κοινωνικές αναπαραστάσεις και η διά του λόγου ψυχολογία» στο Wetherell, M. (1996/2004), Ταυτότητες, ομάδες και κοινωνικά ζητήματα, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 202.
[6] Οι κοινωνικές αναπαραστάσεις, σε αντίθεση με τις συλλογικές που απορρέουν από μεγάλες κοινωνικές ομάδες, αναδύονται σε πιο μικρά περιβάλλοντα και δομές, συνιστούν δε συστήματα κατανόησης και ερμηνείας του κόσμου. Βλ. Μαντόγλου, Α. & Μελέτη, Κ. (2013), Επιστημονικός λόγος περί κοινωνικών αναπαραστάσεων και ιδεολογιών, εκδ. Παπαζήση, σελ.44-45