Του Νίκου Σιδέρη*
Ψυχολογικοί µηχανισµοί της κρίσης. Για την κρίση έχουν γραφτεί πολλά. Τα λιγότερα αφορούν την επιστημονική ανάλυση των ψυχολογικών μηχανισμών που καθορίζουν τις υποκειμενικές στάσεις σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Αυτό το αναλυτικό κενό ισοδυναμεί με ελλιπή κατανόηση των μηχανισμών της κρίσης και όλως ιδιαιτέρως, με παραγνώριση κρίσιμων μηχανισμών που συμβάλλουν αποφασιστικά στη διαμόρφωση της πολιτικής ψυχολογίας που χαρακτηρίζει τη συγκυρία.
Με συνέπεια να καθίσταται δυσχερής η ορθολογική και νηφάλια σκέψη, από την οποία εξαρτάται καθοριστικά η υπέρβαση της κρίσης. Όχι με τη λογική «δεν μπορεί, κάποτε θα φτάσουμε στον πάτο και τότε θα αρχίσει η άνοδος», αλλά μέσω της αναβάθμισης του ψυχικού, πολιτισμικού, θεσμικού, πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου του κοινού βίου.
Το ψυχολογικό στοιχείο που συχνά θεωρείται ότι δεσπόζει στην τρέχουσα περιγραφή της κρίσης είναι ο φόβος, που συναρτάται με την αποκαλούμενη «διαχείριση φόβου» ως κύριο εργαλείο διακυβέρνησης. Ωστόσο, μια εμπεριστατωμένη θεώρηση της κατάστασης αποκαλύπτει ότι τα δεσπόζοντα ψυχολογικά συστατικά της κρίσης είναι άλλης τάξης.
Πένθιμο μούδιασμα
Πρώτο, ένα πένθιμο μούδιασμα, που χαρακτηρίζει την όλη στάση των ανθρώπων. Η πένθιμη χροιά είναι παράγωγο της παρατεταμένης εμβάπτισης σε ένα περιβάλλον που γεννά αλλεπάλληλες απώλειες – τόσο σε υλικό (εργασία, απολαβές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες ζωής) όσο και σε φαντασιακό επίπεδο:
Βεβαιότητες και διασφαλίσεις χάνονται καθώς σχέδια, όνειρα και αυταπάτες καταρρέουν, το κράτος προνοίας ερειπώνεται, τα όποια εφόδια (π.χ., σπουδές) απαξιώνονται…
Το ότι οι γονείς (Έλληνες γονείς…) φτάνουν να εύχονται να φύγουν τα παιδιά τους μακριά απ’ αυτόν τον τόπο συνοψίζει με τον πικρότερο και τραγικότερο τρόπο την άκρα οδύνη της απώλειας που βιώνουν οι άνθρωποι – για την οποία απώλεια δεν βλέπουν άλλη άμυνα από μια ακόμη απώλεια, βαρύτατα τραυματική: τον αποχωρισμό από τα παιδιά τους.
Όσο για το μούδιασμα του νου και της ψυχής −της σκέψης, του συναισθήματος και της πράξης− ο κύριος μηχανισμός του είναι ένα επικοινωνιακό περιβάλλον, που καλλιεργείται πάση δυνάμει από τον κυρίαρχο πολιτικο-μιντιακό λόγο και βασίζεται στον «διπλό δεσμό».
Το καθεστώς του διπλού δεσμού προκύπτει όταν, σε καταστάσεις ζωτικές για το υποκείμενο (όπως η παρούσα κρίση), οι άνθρωποι υφίστανται παρατεταμένη έκθεση σε παράδοξα, αντιφατικά μηνύματα που αλληλοακυρώνονται, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύεται να σκεφτείς και να σχολιάσεις το συγκεκριμένο παράδοξο.
Αυτό οδηγεί σε εμπλοκή της σκέψης και σε γενικότερη ψυχική αποδιοργάνωση. Στην ελληνική κρίση, ο διπλός δεσμός συγκροτείται ως εξής: Ο κυρίαρχος πολιτικο-μιντιακός λόγος ακολουθεί τη στρατηγική «Τρέλαινε, διαίρει και βασίλευε». «Τρέλαινε» σημαίνει ακριβώς πρόκληση διανοητικής εμπλοκής μέσω του «διπλού δεσμού», που συγκροτείται από τα εξής μηνύματα: Αν αντισταθείς, χάθηκες (δραχμή, χρεωκοπία, κ.τ.ό.). Αν υποκύψεις, χάθηκες (ανεργία, φτώχεια, κλείσιμο μαγαζιών, ταπείνωση). Και απαγορεύεται να σκεφτείς, επειδή «είναι μονόδρομος».
Τρέλαινε, διαίρει και βασίλευε
Η επικοινωνιακή καταιγίδα του «τρέλαινε» είναι ο κύριος μηχανισμός που προκαλεί και αναπαράγει το πένθιμο μούδιασμα.
Χαρακτηριστικά, ακόμη και οι βαριά πληττόμενοι από την κρίση αδυνατούν να αντιτάξουν συντεταγμένη αντίσταση και περιμένουν παθητικά «να δουν τι θα γίνει στο τέλος», βυθισμένοι σε απόγνωση – η οποία τροφοδοτείται και από βαριά συναισθήματα όπως ο (άλογος, κυρίως) φόβος, η ανήμπορη οργή και η αγωνιώδης αναμονή. Ενώ το «διαίρει και βασίλευε» καλλιεργείται με εργαλείο τον κατ’ ευφημισμόν «κοινωνικό αυτοματισμό».
Ο οποίος συνίσταται στον ψυχοδιανοητικό ευνουχισμό και στην ποντικοποίηση των ανθρώπων, ώστε να μην σκέφτονται αλλά απλώς να αντιδρούν σε εξωτερικά ερεθίσματα που τους παρέχει η προπαγάνδα. Η τακτική του «διαίρει και βασίλευε» μεταγράφεται στην εντολή «σώσε το τομάρι σου, καθένας για πάρτη του, όλοι εναντίον καθενός, όλοι εναντίον όλων, φά’ τους να μη σε φάνε!»
Η καλλιέργεια της στάσης «Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος» επιφέρει κακοποίηση των ψυχών και ισοδυναμεί με ψυχικό τραύμα, που οι επιπτώσεις του θα έχουν μέλλον. Ωστόσο, ήδη ενεργοποιεί όλη την αρνητικότητα και προωθεί ως (τερατώδες) πρότυπο «κοινωνικής συμβίωσης χωρίς κοινωνικό δεσμό» το Κατά Διαβόλου Ευαγγέλιο.
Που ο πυρήνας του συνοψίζεται στην εντολή «Μισείτε αλλήλους», με παράγωγό της την εντολή «Μίσει τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (καλλιέργεια της ενοχοποίησης και της αυτοϋποτίμησης). Και οι (απτές) συνέπειές του συμπεριλαμβάνουν την αποσάθρωση του κοινωνικού δεσμού και την υπονόμευση της ανθρώπινης σχέσης, ακόμη και σε μια κοινωνία αλληλεγγύης με κουλτούρα ανθρώπινης εγγύτητας, όπως η Ελλάδα.
Το πιο χαρακτηριστικό –και πιο «ανεξήγητο»− σύμπτωμα αυτής της στάσης είναι η διάχυτη, περιπαθής και εμπαθής αρνητικότητα που διαποτίζει τη στάση όλων έναντι όλων. Και φτάνει μέχρι την ακρότατη, συμπτωματικά σημαίνουσα όσο και παράδοξη στάση εκείνων που έχουν βαρύτατα πληγεί από την κρίση. Αλλά, αντί να αισθάνονται αλληλεγγύη έναντι των άλλων, εύχονται κάτι ανατριχιαστικό: Να πάθει και ο άλλος ό,τι έχω πάθει εγώ.
Προφανώς, κανένας φόβος δεν ερμηνεύει αυτή τη σημαδιακή χαιρεκακία. Ενώ, αντιστρόφως, ο φόβος που υποβάλλεται σε επεξεργασία από τη σκέψη, μπορεί να οδηγήσει στην επεξεργασία τρόπων αντιμετώπισης κάθε αντιξοότητας και εποικοδομητικής υπέρβασης κάθε κρίσης. Όπου κορυφαία θέση κατέχει η αλληλεγγύη, η ενίσχυση του κοινωνικού δεσμού και η καλλιέργεια της ανθρώπινης σχέσης – δηλαδή, ό,τι ακριβώς πολεμάει το Κατά Διαβόλου Ευαγγέλιο.
Θρίαμβος του Θανάτου − και αντίδοτο
Στο έσχατο βάθος αυτών των ψυχικών μετασχηματισμών σε προσωπικό, διαπροσωπικό και συλλογικό επίπεδο βρίσκεται μια αναδιάταξη των ψυχικών διεργασιών, που φέρνει στο πηδάλιο της ψυχικής ζωής την Ορμή του Θανάτου, η οποία ορίζεται ως αποσύνθεση και λύση των δεσμών και των ενοτήτων.
Ως εκ τούτου, στο μέτρο που εμπεδώνεται το Κατά Διαβόλου Ευαγγέλιο, αναφύονται καταστάσεις που ισοδυναμούν με Θρίαμβο του Θανάτου. Με πιο σημαδιακή εκδήλωσή του, στη συνθήκη της παρούσας κρίσης, την άνοδο του νεοναζισμού. Καθόσον η νύχτα της σκέψης οδηγεί σε χρυσή αυγή: Στη σαγήνευση από το λόγο εκείνο, ο οποίος κηρύττει την πεμπτουσία του Θανάτου: «Μη σκέφτεσαι, βάρα!»
Προκύπτει λοιπόν ότι ο κύριος ψυχολογικός μηχανισμός της κρίσης −όπου συγκλίνουν και αλληλεπιδρούν ιστορικές, οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, ιδεολογικές, πολιτισμικές και ψυχολογικές διεργασίες− μπορεί να οριστεί ως Πόλεμος της Σκέψης. Με διακύβευμά του το τι κοινωνία και τι ανθρώπους θέλουμε: Υποτακτικούς και αλληλομισούμενους νεοραγιάδες ή αξιοπρεπείς, πολιτισμένους και σκεπτόμενους πολιτικούς ανθρώπους που λειτουργούν την ανθρώπινη σχέση και τη δημοκρατία.
Αν σκεφτούμε, υπάρχει αντίδοτο για το Θρίαμβο του Θανάτου.
* Ο Νίκος Σιδέρης είναι ψυχίατρος, ψυχαναλυτής και συγγραφέας. Στο βιβλίο του Το κατά ∆ιαβόλου ευαγγέλιο. Πολιτική Ψυχολογία της κρίσης (Εκδόσεις Μεταίχµιο, 2014) αναλύει διεξοδικά τις ψυχικές διαστάσεις της κρίσης.