ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΗ ΜΟΡΙΑ: Λεωνίδας Βατικιώτης
Φθάνοντας στην πόλη της Μυτιλήνης αν κάτι παρεμβάλλεται και χαλάει την ειδυλλιακή εικόνα του λιμανιού είναι τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος. Μια εβδομάδα μετά την πυρκαγιά που κατέστρεψε το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Μόριας στις 9 Σεπτεμβρίου, τίποτε άλλο δεν πρόδιδε την ένταση που επικρατούσε μόλις λίγα χιλιόμετρα βόρεια και δυτικά της πρωτεύουσας του νησιού. Τα μπλόκα που εντελώς …αυθόρμητα και υπό την ανοχή της Αστυνομίας σχημάτισαν πολίτες της Μυτιλήνης και η ίδια η Αστυνομία στη συνέχεια, απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο φυγής από τη Μόρια των περισσότερων από 12.000 προσφύγων και μεταναστών που ζούσαν στον καταυλισμό.
Ο αποκλεισμός ωστόσο της Μόριας δεν ξεκίνησε μετά την πυρκαγιά στις 9 Σεπτεμβρίου. Ξεκίνησε στις 4 Σεπτεμβρίου όταν εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα Κορονοϊού. Επικεφαλής μάλιστα αναγνωρισμένων ανθρωπιστικών οργανώσεων με πολύχρονη παρουσία στη Μόρια δήλωναν πολύ πριν ξεσπάσει η φωτιά, ότι ο κορονοϊός χρησιμοποιείται ως δικαιολογία προκειμένου να ακυρωθούν τα δικαιώματα των ανθρώπων που διέμεναν στη δομή της Μόριας, η οποία εξ αρχής ιδρύθηκε και κατασκευάστηκε ως ανοιχτή δομή.
https://twitter.com/MSFgreece/status/1301852392380653568?s=20
Η επίσκεψη στη Μόρια επιβεβαίωσε ότι τόσο η πρώτη φωτιά για την οποία η ΕΛΑΣ πραγματοποίησε 6 συλλήψεις Αφγανών που κατηγορούνται για εμπρησμό όσο και οι άλλες φωτιές που ακολούθησαν και κατά γενική ομολογία τοποθετήθηκαν από ντόπιους ώστε να αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο επαναλειτουργίας της, δεν άφησαν σχεδόν τίποτε όρθιο!
Μετά την καταστροφή της Μόριας επί μια ολόκληρη εβδομάδα, σχεδόν χιλιάδες άνθρωποι μεταφέροντας τα λιγοστά υπάρχοντά τους, μετακινούνταν από τους ελαιώνες της Μόριας και τα γειτονικά οικόπεδα όπου διέμεναν στο Καρά Τεπέ: Ένα ακρωτήρι στα ανατολικά της Μυτιλήνης, κοντά στο χωριό Παναγιούδα, που χρησιμοποιούταν ως πεδίο βολής του στρατού και μέσα σε λίγες ημέρες κατακλύστηκε από κάθε είδους μηχανήματα εκσκαφής και νταλίκες που μετέφεραν οικοδομικά υλικά για να διαμορφωθεί ο χώρος κατάλληλα και να μπορέσει να φιλοξενήσει τους πρόσφυγες της Μόριας.
Η εγκατάσταση στο Καρά Τεπέ κάθε άλλο παρά οικειοθελής ήταν. Για να καταφέρει η αστυνομία να κάνει τους πρόσφυγες να περάσουν τις πύλες του, στην αρχή τους άφησε αβοήθητους στους γύρω δρόμους χωρίς στοιχειώδεις εγκαταστάσεις παροχής νερού και υγιεινής.
Στη συνέχεια, η αστυνομία για να αναγκάσει και τους πλέον δύσπιστους να μπουν στο Καρά Τεπέ απαγόρευσε στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις να τους παρέχουν συσκευασμένα γεύματα. Στο τέλος, τα ΜΑΤ που είχαν έλθει από την Αθήνα δεν δίστασαν να κάνουν χρήση ακόμη και δακρυγόνων για να τους αναγκάσουν να μπουν μέσα στο στρατόπεδο, απ’ όπου απαγορεύεται κάθε έξοδος! Οι αρχές, επικαλούμενες μέτρα αποτροπής της μετάδοσης του κορονοϊού, απαγόρευσαν στους εισερχόμενους την έξοδο. Το Καρά Τεπέ έτσι, με πρόσχημα τον κορονοϊό, ξεκίνησε να λειτουργεί ως κλειστή δομή, αντίθετα με ό,τι δηλώνουν οι Ευρωπαίοι. Κοινώς φυλακή…
Ωστόσο, ο συνωστισμός που επικρατούσε κατά την είσοδο των προσφύγων στο Καρά Τεπέ ήταν τόσο έντονος που κανέναν δεν έπεισαν οι δηλώσεις των αρμοδίων ότι λόγοι υγείας επέβαλαν, το Καρά Τεπέ να λειτουργεί ως κλειστή δομή. Αν λάβαιναν σοβαρά τους λόγους υγείας δεν θα επέτρεπαν τον συνωστισμό που επικρατούσε επί τουλάχιστον τρεις ημέρες στην είσοδο του…
Η συνέχεια της λειτουργίας του, μιας και μόνο προσωρινή δεν θα είναι η εγκατάσταση, δεν επιφυλάσσει καμία έκπληξη: Αργά ή γρήγορα θα εξελιχθεί σε μια νέα και πιθανά χειρότερη Μόρια, με ακόμη πιο δραματικούς όρους διαβίωσης σε σχέση με το προϋπάρχων Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Σκηνές χωρίς πατώματα και τουαλέτες πλημμυρισμένες από ακαθαρσίες από τις πρώτες κιόλας μέρες εγγυώνται πώς όταν φύγουν και τα τελευταία ΜΜΕ, η κατάσταση θα γίνει ακόμη πιο δραματική και η χρήση βίας κατά των προσφύγων καθημερινό φαινόμενο…
Για πολλούς το Καρά Τεπέ δεν επελέγη τυχαία, ούτε μόνο εξαιτίας της γειτνίασής του με τη Μόρια. Το γεγονός ότι είναι ακρωτήρι διευκολύνει την κατασκευή προβλήτας που θα επιτρέψει όχι μόνο την πραγματοποίηση απελάσεων αλλά και την ώθηση όλων των σκαφών που έρχονται με νέους μετανάστες στο Καρά Τεπέ, έτσι ώστε να μην διαχέονται στο νησί της Μυτιλήνης. Επιπλέον, το έντονο κρύο που επικρατεί εκεί, ακόμη και με έναν αέρα 4-5 μποφόρ θα τους κάνει, πριν μπει ακόμη ο Δεκέμβριος, να υποφέρουν. Προφανώς μια ακόμη τιμωρητική πρακτική.
Η «Κοινή δήλωση» ΕΕ – Τουρκίας αιτία των δεινών
Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο και η αιτία όλων των άλλων προβλημάτων που εμφανίζονταν στη Μόρια και αργά ή γρήγορα στο Καρά Τεπέ σχετίζεται με τις διαδικασίες χορήγησης ασύλου, όπως ξεκίνησαν να εφαρμόζονται μετά την περίφημη κοινή δήλωση ΕΕ – Τουρκίας τον Μάρτιο του 2016. Με βάση όχι μόνο το ανακοινωθέν της συνάντησης αλλά και τις δηλώσεις που ακολούθησαν, η συνεργασία των δύο μερών αρχικά θα αδυνάτιζε τα κύματα της μετανάστευσης και στη συνέχεια θα λειτουργούσε αποτρεπτικά.
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έγινε. Εν μέρει επειδή το αρχικό σχέδιο που προέβλεπε ότι όσοι κατέφταναν στην Ελλάδα θα έστελναν μηνύματα αποθάρρυνσης στους φίλους και συγγενείς τους προτρέποντας τους να μην επιχειρήσουν να εισέλθουν ουδέποτε πραγματοποιήθηκε. Ποιος θα έστελνε μήνυμα στους δικούς του ότι κατάφερε να διαφύγει από τόσους θανάσιμους κινδύνους και δαπάνησε τόσα χρήματα και τόσο κόπο για να καταλήξει να είναι φυλακισμένος στο ΚΥΤ της Μόριας; Δεν είναι άλλωστε και τόσο μακρινή η εμπειρία από Έλληνες μετανάστες που συστηματικά εξωράιζαν στα γράμματα που έστελναν τις συνθήκες ζωής τους στην ξενιτειά για να μη δυσαρεστήσουν γονείς, συγγενείς και φίλους τους…
Οι διαδικασίες που καθιέρωσε η «Κοινή δήλωση» ωστόσο, από κοινού με την παροιμιώδη ελληνική γραφειοκρατία που διαδραμάτισε ενεργητικό ρόλο στην υλοποίηση των ευρωπαϊκών επιλογών, ευθύνονται για το δράμα της Μόριας, το οποίο ήταν ένα καλά οργανωμένο και συνειδητό σχέδιο. Πώς αλλιώς μπορεί να απαντηθεί το εξής στοιχειώδες ερώτημα που τίθεται από κάθε καλοπροαίρετο: Γιατί οι αρμόδιες αρχές δεν επιτάχυναν τις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου και χορήγησης ή απόρριψης του έτσι ώστε η Μόρια να μην φτάσει να «φιλοξενεί» τον Σεπτέμβριο 13.000 άτομα, ενώ είχε αρχικά κατασκευαστεί για την υποδοχή 3.500; Για να το θέσουμε διαφορετικά: Γιατί τα αιτήματα δεν εξετάζονταν με τη δέουσα ταχύτητα έτσι ώστε η Μόρια να μην είναι τίποτε παραπάνω από ένας ενδιάμεσος σταθμός, όπως αρχικά προβλεπόταν, που θα φιλοξενεί τους αιτούντες άσυλο για λίγες εβδομάδες ή λίγους μήνες μόνον; Η απάντηση όσο κι αν ξαφνιάζει είναι πλήρως συμβατή με τη στάση που εξ αρχής τηρούσαν και συνεχίζουν να τηρούν τα κράτη μέλη της ΕΕ, δηλώνοντας απρόθυμα να μοιραστούν το βάρος το οποίο ανέλαβε η Ελλάδα στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης που προκάλεσε ο εμφύλιος της Συρίας: Η Μόρια, κατά παράβαση των όσων συμφωνήθηκαν, λειτούργησε ως κέντρο «παρκαρίσματος» προσφύγων και μεταναστών, ενώ η Ελλάδα πίσω από τις κουρτίνες ανέλαβε τον βρόμικο ρόλο του δεσμοφύλακα και πορτιέρη της ΕΕ. Καταστρατηγώντας το Διεθνές Δίκαιο, την ίδια ώρα που η κοινή δήλωση τηρούταν κατά γράμμα από τη σκοπιά Ελλάδας και ΕΕ, όχι όμως της Τουρκίας πριν καν μετατρέψει τους πρόσφυγες σε όπλο όπως έκανε το 2020, η Ελλάδα μετατράπηκε σε φυλακή και τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά σε ευρωπαϊκό Έλις Άιλαντ.
Το σημείο της «Κοινής δήλωσης» που απογείωσε τη γραφειοκρατία κάνοντας ακόμη πιο σύνθετη την αίτηση ασύλου από έναν πρόσφυγα, ήταν η καθιέρωση ενός επιπλέον σταδίου πριν την υποβολή κι εξέταση της αίτησης. Σε αυτό το στάδιο έπρεπε να κριθεί αν η Ελλάδα ή η Τουρκία θα εξέταζαν το αίτημα ασύλου. Για την υλοποίηση της κοινής δήλωσης, που κακώς χαρακτηρίζεται συμφωνία ή απόφαση μιας και είναι μη δεσμευτική, ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης Ασύλου (European Asylum Support Office – EASO), με έδρα τη Μάλτα. Όσο περνούσε ο καιρός κι η δουλειά του Ευρωπαϊκού Γραφείου Υποστήριξης Ασύλου έπαυε να είναι αποκλειστικά και μόνο η έκδοση εκθέσεων για τις προσφυγικές ροές, οι συγκρούσεις με τις αντίστοιχες ελληνικές υπηρεσίες γίνονταν καθημερινές και ξεκινούσαν από τα πιο άμεσα ζητήματα μέχρι τα πιο …μακρινά, όπως για παράδειγμα αν η Καμπούλ θεωρείται ασφαλής, όπως επέμενε το Ευρωπαϊκό Γραφείο υλοποιώντας τη γραμμή των Βρυξελλών. Οι δε διαδικασίες από την ημέρα που υπογράφτηκε η «Κοινή δήλωση» άλλαζαν συνεχώς, σε βάρος του καθήκοντος που είχαν να επιτελέσουν: την έκδοση αποφάσεων για τη χορήγηση ασύλου. Οι 35-40 επιφορτισμένοι με το καθήκον των συνεντεύξεων υπάλληλοι του EASO, από ένα σύνολο 60 περίπου υπαλλήλων, συχνά χρειάζονταν παραπάνω από μία ημέρα για να ολοκληρώσουν τη συνέντευξη με τον κάθε αιτούντα άσυλο, ενώ εργάζονταν 4 ημέρες την εβδομάδα και χρειάζονταν επιπλέον χρόνο για να γράψουν την απόφασή τους. Οι συνεντεύξεις που έπαιρνε παράλληλα το ελληνικό Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου κινούνταν μεν ταχύτερα, ήταν εξ ίσου όμως αδύνατο να διαχειριστούν αποτελεσματικά τον αριθμό των αιτούντων. Έτσι φτάσαμε μέχρι τον Μάρτιο, ο αριθμός των συγκεντρωμένων στην Μόρια να έχει ξεπεράσει τους 22.000 ανθρώπους, οι ανησυχίες για εξάπλωση της πανδημίας να έχουν κορυφωθεί και οι εντάσεις σε βαθμό μικρο-εξέγερσης μεταξύ των αιτούντων να έχουν εξελιχθεί σε κανονικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, η φωτιά της 9ης Σεπτεμβρίου που κατέστρεψε τη δομή δεν ξάφνιασε κανέναν. Χώρια του γεγονότος ότι η πυρκαγιά τους βόλεψε όλους: Τους μετανάστες γιατί δεν άντεχαν να ζουν υπό τόσο άθλιες συνθήκες. Τους ντόπιους γιατί εξ αρχής δεν ήθελαν εκεί τη δομή, είτε ανοιχτή είτε κλειστή. Και τις αρχές, ευρωπαϊκές και ντόπιες, επειδή η διάχυση των προσφύγων στα γύρω κτήματα κι επί της ουσίας ο ανοικτός χαρακτήρας της δομής δεν τους επέτρεπε να ξεκινήσουν το πρόγραμμα επαναπροωθήσεων, μετά την απόρριψη των αιτημάτων ασύλου.
Η Μόρια θυσία στην «Ευρώπη – φρούριο»
Η αναβαθμισμένη ευθύνη που ανέλαβε η ελληνική πλευρά, κατ’ εντολή φυσικά των Βρυξελλών, στην κατεύθυνση μετατροπής της Μόριας σε προκεχωρημένο φυλάκιο της «Ευρώπης – φρούριο» φαίνεται από τη θέρμη με την οποία το ελληνικό υπουργείο Μετανάστευσης παρενέβη στον καθορισμό της σύνθεσης των δευτεροβάθμιων επιτροπών, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η εν πολλοίς αδικαιολόγητη απόρριψη των προσφυγών. Συγκεκριμένα, ήταν τον Ιούνιο του 2016 όταν ο τότε αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γ. Μουζάλας με την κατάθεση κατεπείγουσας τροπολογίας του υπουργείου στη Βουλή, όρισε ότι οι «ανεξάρτητες επιτροπές προσφυγών» θα αποτελούνταν στο εξής από δύο δικαστικούς κι ένα μέλος που υποδεικνύει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, όταν μέχρι τότε συγκροτούνταν από έναν δημόσιο υπάλληλο ως πρόεδρο, ένα μέλος που υποδείκνυε η Ύπατη Αρμοστεία κι ένα μέλος που επέλεγε το υπουργείο από κατάλογο που του παρέδιδε η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ). Σε επιστολή που έστειλαν προς τον Τύπο 18 μέλη των σχετικών Επιτροπών εξέθεσαν το υπουργείο που παραβίασε το γράμμα του νόμου, ακόμη και το Διεθνές Δίκαιο όπως αποκάλυψε τότε η εφημερίδα Guardian, προκειμένου να υπηρετήσει τη νομικά διάτρητη «Κοινή δήλωση» ΕΕ –Τουρκίας και τις υπόγειες πιέσεις των Ευρωπαϊκών κρατών, δεδομένου ότι στις δικές τους πόλεις θα συνέρρεαν οι πρόσφυγες τα αιτήματα των οποίων απέρριπτε μαζικά κι αδικαιολόγητα το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης Ασύλου.
Προς επίρρωση των παραπάνω, της εκτίμησης δηλαδή ότι μόνο με έξωθεν χειρισμούς ήταν δυνατό να απορριφθούν τα αιτήματα χορήγησης ασύλου, αρκεί να αναφερθεί η εθνική και ηλικιακή σύνθεση των εγκλωβισμένων της Μόριας στις 6 Σεπτεμβρίου, όπως μας ενημέρωσε εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας στο νησί κατά τη διάρκεια της παραμονής μας εκεί: 76% Αφγανιστάν, 7% Συρία, 7% Κονγκό, 3% Σομαλία και 2% Ιράκ. Με κριτήριο το φύλο και την ηλικία, 16% κορίτσια, 23% αγόρια, 23% γυναίκες και 38% άνδρες. Δεδομένου λοιπόν ότι όλοι προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες και τόπους ξένους επεμβάσεων πώς θα τους απορριφθεί το αίτημα χωρίς τη μεσολάβηση πολιτικών λαθροχειριών;
Ανάλογες έκνομες διαδικασίες ακολουθούνται και σήμερα, με μοναδικό στόχο την απόρριψη των αιτημάτων ασύλου. Με βάση ανακοίνωση του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου Λέσβου, από τη Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου τέθηκε σε λειτουργία για πρώτη φορά στο Καρά Τεπέ το σύστημα των απομακρυσμένων συνεντεύξεων για αιτούντες καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Όπως όμως κατήγγειλαν οκτώ νομικές οργανώσεις με κοινή τους ανακοίνωση Τύπου δεν έχει διασφαλιστεί η πρόσβαση στη δομή των νομικών συμπαραστατών και δικηγόρων! Η ανακοίνωση καταλήγει με τα εξής, πλήρως αποκαλυπτικά και καθόλου τιμητικά: «Καλούμε τις αρμόδιες αρχές να σεβαστούν τη νομιμότητα και να απόσχουν από ενέργειες που καταστρατηγούν τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο, καθώς δεν συνάδουν με το νομικό μας κεκτημένο και παραβιάζουν το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο… Τέλος, φρονούμε ότι αυτές οι πρακτικές εκθέτουν τη χώρα μας σε μελλοντικές καταδίκες από ευρωπαϊκά και διεθνή δικαστήρια και όργανα»… Αξίζει να αναφερθεί ότι κίνδυνο προστίμων σε βάρος της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δημιουργεί και η ντε φάκτο μετατροπή των ανοιχτών δομών σε κλειστές…
Στη βάση όλων των παραπάνω, το Καρά Τεπέ θα εξελιχθεί σε ένα μνημείο της ανθρώπινης τραγωδίας, μιας και είναι πολύ πιθανό να επιταχυνθούν απότομα οι επαναπροωθήσεις προσφύγων, που στη Μόρια με τους πρόσφυγες χαμένους στους ελαιώνες δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν, κατόπιν υιοθέτησης διαδικασιών εξπρές για την εξέταση του ασύλου σε πρώτο και δεύτερο βαθμό. Κι έτσι να απαντηθεί και το ερώτημα για το που θα χωρέσουν σε έναν τόσο περιορισμένο χώρο 13.000 άτομα…
Ενώ λοιπόν δεν ήταν ούτε επιβεβλημένο, ούτε αναπόφευκτο να μετατραπεί η Μόρια σε αποθήκη ανθρώπινων ψυχών – διαχρονική πολιτική επιλογή κατ’ εντολή της ΕΕ ήταν! – παραμένει το ερώτημα τι άλλο θα μπορούσε να είχε γίνει από το 2015 κιόλας που ξεκίνησαν να έρχονται στην Ελλάδα μαζικά οι πρόσφυγες.
«Η ΕΕ και η Ελλάδα είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο πολιτικές: οχύρωση απέναντι στις προσφυγικές ροές ή ενσωμάτωση τους», τονίζει ο νομικός Στρατής Σκουντιανέλλης. «Επέλεξαν την οχύρωση. Αυτή η πολιτική μετέτρεψε την Ελλάδα και δη τα νησιά σε γκρίζα ζώνη. Σε όμηρο επίσης της Τουρκίας. Το χειρότερο είναι πώς ακόμη και τώρα που έχει αποδειχτεί ότι η πολιτική της οχύρωσης απέτυχε δεν υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο. Ούτε από την Ευρώπη, ούτε από την Ελλάδα».
Την ύπαρξη εναλλακτικών σχεδίων από το 2015 ακόμη επισημαίνει ο Θωμάς Μαυροφύδης, διδάσκων στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με αντικείμενο τα κοινωνικοτεχνικά συστήματα. «Ο τότε πρύτανης του Πανεπιστημίου Στ. Γκρίτζαλης είχε προτείνει τη διαμόρφωση εκπαιδευτικών, επαγγελματικών προγραμμάτων ειδικά προσαρμοσμένων στις δυνατότητες και τις ανάγκες των προσφύγων, έτσι ώστε για όσο καιρό έμεναν στην Ελλάδα, πριν φύγουν για την Ευρώπη, να αποκτούσαν μια ειδικότητα και να διευκολυνόταν η κοινωνική τους ένταξη στην Ελλάδα και πολύ περισσότερο τη Γερμανία ή την Ολλανδία όπου κυρίως θέλουν να κατευθυνθούν». Είναι προτάσεις που έπεσαν στα κενό…