Νομίζετε πως το ψυχικό τραύμα αφορά αποκλειστικά μια ιστορία κακοποίησης, σωματικής ή σεξουαλικής, τη συμμετοχή στον πόλεμο, ένα οικογενειακό περιβάλλον βεβαρυμένο από αλκοόλ και ναρκωτικά; Δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Τραύμα μπορεί να υποστούν όλοι, ακόμη και εκείνοι που μεγάλωσαν σε καθ’ όλα «κανονικές» ή και «ιδανικές» οικογένειες: σίγουρα ήρθε η στιγμή που υπέφεραν, που τους είπαν κάτι και τους σημάδεψε, που έγιναν αποδέκτες συμπεριφορών οι οποίες πόρρω απείχαν από την τελειότητα και τελικά μπορεί να καθόρισαν τη ζωή τους. Επομένως, όλοι πάσχουμε – σε διαφορετικούς βαθμούς – από συμπτώματα που σχετίζονται με το «σύνδρομο μετατραυματικού στρες», όπως αποκλήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στην ψυχολογία η δέσμη συμπεριφορών οι οποίες πυροδοτούνται από την ακούσια ανάκληση, συχνά με εντελώς άσχετη αφορμή, της τραυματικής εμπειρίας.
Με το τραύμα ασχολείται το βιβλίο Το σώμα δεν ξεχνά που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος το 2022. Συγγραφέας του, ο Bessel A. van der Kolk, MD, ιδρυτής του Κέντρου Ψυχικού Τραύματος στο Μπρούκλιν της Μασαχουσέτης και καθηγητής Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, κυρίως όμως επιστήμονας με γνήσιο ενδιαφέρον για την εξασφάλιση καλύτερων προοπτικών για το μέλλον των ασθενών του.
Το βιβλίο, όπως όλα τα αντίστοιχα, περιλαμβάνει πολλές περιπτωσιολογικές μελέτες αλλά και σαφείς ορισμούς, εξήγηση της νευροφυσιολογίας που εμπλέκεται στην πυροδότηση συγκεκριμένων αποκρίσεων στα εξωτερικά ερεθίσματα, ανάλυση των συμπεριφορών που πηγάζουν από τις αποκρίσεις αλλά και των πιθανών επιπτώσεων για τη ζωή του φέροντος το τραύμα καθώς και μια πλειάδα τεχνικών αντιμετώπισης του τραύματος, αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας του συγγραφέα, που μπορεί να βοηθήσουν έναν άνθρωπο να ανακάμψει.
Δεν είμαι ειδική σε αυτά τα θέματα, τουναντίονˑ αυτός όμως ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο επιδιώκω να τα διαβάζω. Διότι, επιπλέον, πιστεύω ότι η ίαση του ό,τι προκάλεσε τη σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) από την οποία πάσχω, βρίσκεται στην εύρεση της ρίζας του πόνου και στην αντιμετώπισή της. Οι συμπτωματολογικές θεραπείες (εννοώ τα φάρμακα) είναι συχνά σωτήριες, όμως φτωχές για το ησύχασμα της ψυχής που απαιτεί η πραγματική θεραπεία.
Θα προσπεράσω λοιπόν τις 325 πρώτες σελίδες του βιβλίου και θα αναφερθώ μόνο στην τελευταία ουσιαστικά ενότητα «Ο δρόμος προς την επούλωση». Ενδιαφέρουσα για μένα η επιλογή της λέξης «επούλωση» (παρεμπιπτόντως, την εξαιρετική μετάφραση του βιβλίου έχει κάνει η Δέσποινα Παπαδοπούλου, MD, PhD της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ), γιατί παραπέμπει σε πληγές που μπορεί να αφήσουν ουλές και θυμίζω ότι τα δύο μέρη της ποιητικής μου συλλογής ΣΚΠ τιτλοφορούνται ακριβώς έτσι (Πληγές, Ουλές), γιατί άλλωστε αυτό ακριβώς είναι η σκλήρυνση κατά πλάκας: πλάκες ή εστίες ή ουλές πάνω στη μυελίνη.
Ακόμη πιο συγκεκριμένα όμως, θα αναφερθώ στο κεφάλαιο 17 (σελ. 447-476, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και τα υπόλοιπα της ενότητας δεν είναι πραγματικά πολύ σημαντικά). Το κεφάλαιο 17 όμως μιλά για την αυτοηγεσία, την ικανότητα να ακούμε τα διαφορετικά τμήματα που απαρτίζουν τον εαυτό μας, να καλύπτουμε τις ανάγκες τους και να τα προφυλάσσουμε από το να υπονομεύουν το ένα το άλλο. Μα, τι εννοούμε τμήματα που απαρτίζουν τον εαυτό; θα ρωτούσε εύλογα κάποιος. Ο van der Kolk εξηγεί: ο ανθρώπινος νους μοιάζει με μια οικογένεια της οποίας τα μέλη χαρακτηρίζονται από διαφορετικά επίπεδα ωριμότητας, διεγερσιμότητας, σοφίας καθώς και διαφορετικό ουδό (ποσότητα δηλαδή) πόνου. Τα επιμέρους τμήματα συγκροτούν ένα δίκτυο ή σύστημα και η μεταβολή οποιουδήποτε από αυτά επηρεάζει τα υπόλοιπα.
Αυτή η ιδέα ενός νου (ή μιας ψυχής) αποτελούμενου από διαφορετικά κομμάτια είναι κάτι που βιώνουμε καθημερινά: όλοι έχουμε διαφορετικές φωνές μέσα μας που κάποτε συγκρούονται, πάντα όμως προσπαθούμε να τις διαχειριστούμε ώστε να πάρουμε τις αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε ή απλά να μπορούμε να συμπεριφερόμαστε σαν κανονικοί άνθρωποι. Ωστόσο, τούτη η ιδέα μπορεί να είναι λυτρωτική: αν ένα κομμάτι μας, για παράδειγμα, νιώθει πόνο ή θυμό ή θλίψη, είναι σημαντικό να ξέρουμε ότι δεν χρειάζεται να ταυτιστούμε μαζί του, γνωρίζοντας πως δεν αφορά όλη μας την ύπαρξη, παρά μόνο ένα κομμάτι της. Αυτό έχει σχέση και με τον ρόλο του παρατηρητή για τον οποίο μιλούν οι ανατολικές εσωτερικές παραδόσεις. Μπαίνοντας σε ρόλο παρατηρητή του εαυτού, μπορεί κάποιος να διακρίνει αυτές τις διαφορετικές φωνές που δρουν μέσα του. Εγώ η ίδια, λόγου χάρη, είχα σχεδόν σε όλη την ενήλικη ζωή μου μια δραματική φωνή μέσα μου που μου παρουσίαζε διαρκώς (σε υψηλούς μάλιστα τόνους) τα πράγματα μαύρα και άραχνα, συγχρόνως με άλλες φωνές που ήταν πιο συνετές, πιο χαρούμενες και πιο συγκροτημένες. Αυτή η δραματική φωνή γινόταν τόσο εκκωφαντική και με άφηνε πάντα τόσο τρομαγμένη και εξουθενωμένη ψυχικά, τόσο ώστε χρειάστηκε εντέλει να καταφύγω στην υπνοθεραπεία για να τη μετριάσω.
Ποια είναι όμως αυτά τα τμήματα του εαυτού για τα οποία μιλάμε; Όταν συμβαίνει το τραύμα (όσο μικρό ή μεγάλο κι αν είναι), ο κόσμος βιώνεται μέσα από ένα αλλοιωμένο νευρικό σύστημα (διότι το τραύμα το αλλάζει) και οι πιο ανάλαφρες πτυχές του εαυτού μας τείνουν να προσβάλλονται περισσότερο. Παγώνουν στον χρόνο και κουβαλούν το άβολο συναίσθημα, ίσως ακόμη και τον τρόμο, που νιώσαμε τη στιγμή του τραύματος. Το φορτίο αυτό τις καθιστά τοξικές – δηλαδή τμήματα του εαυτού που πρέπει πάση θυσία να απορριφθούν. Στη συστημική ψυχολογία, ονομάζονται εξόριστοι γιατί πράγματι μένουν έτσι παγωμένες μέσα μας, σε εξορία.
Άλλες πτυχές ανασυντάσσονται στο στάδιο αυτό για να προστατεύσουν την εσωτερική οικογένεια όπως ονομάσαμε πιο πάνω το εσωτερικό σύνολο όλων αυτών των δομών, αλλά και για να διατηρήσουν τον έλεγχο πάνω στις αφόρητες ψυχικές αντιδράσεις. Οι εν λόγω πτυχές ονομάζονται στη συστημική ψυχολογία διαχειριστές, επειδή απομακρύνουν τα τοξικά τμήματα – αλλά το κάνουν δαπανώντας μέρος της ενέργειας του ατόμου: αποτέλεσμα είναι η ψυχολογική απονεύρωσή του, η δυσκολία δημιουργίας σχέσεων οικειότητας ή η ώθηση για αδυσώπητη παραγωγικότητα, όπως η μανία με τη δουλειά ή τη γυμναστική ή οτιδήποτε άλλο. Τέλος, υπάρχουν οι πυροσβέστες όπως λέγονται, οι οποίοι αναλαμβάνουν δράση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ενεργώντας ενστικτωδώς κάθε φορά που ένα ερέθισμα πυροδοτεί κάποιο εξόριστο συναίσθημα. Όλες αυτές οι πτυχές εξυπηρετούν συγκεκριμένο σκοπό: εμποδίζουν τον εαυτό να αισθανθεί τον τρόμο που συνόδευε το τραύμα. Όμως οι σωματικές εκδηλώσεις που προκαλούν μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε χρόνιες νόσους όπως τα αυτοάνοσα ή ο καρκίνος.
Ωστόσο, κάτω από την επιφάνεια που σχηματίζουν τα προστατευτικά μέρη του εαυτού υπάρχει μια ανέπαφη ουσία, ένας εαυτός γεμάτος αυτοπεποίθηση, έμφυτη περιέργεια και ηρεμία. Είναι ένας εαυτός που διασώθηκε χάρη στους διάφορους προστάτες – αν αυτοί οι τελευταίοι πειστούν ότι πλέον είναι ασφαλές να υποχωρήσουν, αυτομάτως αναδύεται η ανέπαφη ουσία που μπορεί να διαχειριστεί σωστά την εσωτερική οικογένεια και να την οδηγήσει στην ίαση.
Στο βιβλίο αναφέρεται χαρακτηριστικά η περίπτωση ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Ο σωματικός πόνος που βιώνουν αυτοί οι ασθενείς είναι τόσο μεγάλος που αναγκάζονται να αποξενωθούν από τις σωματικές τους αισθήσεις. Επειδή όμως οι αισθήσεις αυτές γίνονται αντιληπτές από κέντρα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνα και για τα συναισθήματα, υποχρεωτικά αποκόπτονται και αυτά, έτσι που οι ασθενείς να μην ξέρουν στην πραγματικότητα τι είναι αυτό που κάθε φορά νιώθουν: ένα φαινόμενο που στην ψυχιατρική ονομάζεται αλεξιθυμία.
Εύκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί ότι, πίσω από τις δομές της στωικότητας που υπαγορεύουν στους ασθενείς «να χαμογελούν και να υπομένουν γιατί ποιος έχει τώρα διάθεση να ακούει την γκρίνια σου», υπάρχουν μέρη τους που είναι θυμωμένα για την κατάσταση που τους βρήκε και που θέλουν να ουρλιάξουν και να τα σπάσουν όλα. Όπως και μέρη που απλά θέλουν να παραιτηθούν και να κάθονται στο κρεβάτι όλη μέρα. Διαπιστώθηκε ότι, ως παιδιά, όλοι αυτοί οι ασθενείς έπρεπε να είναι παρόντα αλλά να μην ακούγονται – σαν να ήταν αόρατα, επομένως έπρεπε να κρατούν τις ανάγκες τους κρυφές.
Πώς θεραπεύονται όλα αυτά, τα τόσο παλιά πράγματα; Κι όμως υπάρχουν τρόποι. Υπάρχουν τρόποι να μάθει κανείς να ζει καλύτερα με τη νόσο του, χωρίς να ακρωτηριάζει ολόκληρες περιοχές του εαυτού του και να λειτουργεί σαν φυσιολογικός άνθρωπος. Για μένα, που επίσης πάσχω από αυτοάνοσο, μια τέτοια προοπτική είναι απλά πολύτιμη. Όμως το ίδιο ισχύει και για όλους τους ανθρώπους που δεν πάσχουν από χρόνια νόσο, αλλά κάποια στιγμή της ζωής τους ένιωσαν τον πόνο του τραύματος και ενεργοποίησαν μέσα τους μεθόδους αυτοπροστασίας που τους κόστισαν ένα κομμάτι του εαυτού τους. Για όλους υπάρχει η ελπίδα της ολοκληρωτικής επιστροφής στη ζωή.
Χριστίνα Λιναρδάκη
*Αναδημοσίευση από το stigmalogou.gr.
Τρομερό άρθρο!!!