Αξιοποιώντας μοναδικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του Αλέξανδρου Διομήδη, πρώτου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (πριν 90 χρόνια), ο Νίκος Παντελάκης ξεναγεί τον αναγνώστη σε μια συναρπαστική διαδρομή του νεαρού πολιτικού, που ξεκινά στο πλάι του Ελευθερίου Βενιζέλου, ζει όλες τις διαπραγματεύσεις και συνδιασκέψεις της δεκαετίας του 1910 και 1920, έχει την εμπειρία των ξένων που «υποβάλλουν την Ελλάδα στο μαρτύριο της σταγόνας», αλλά και της συμπεριφοράς της πολιτικής τάξης στην πραγματικότητα του Διχασμού.
Διαβάζουμε – Μάιο του 1927 – από τα Αρχεία της Bank of England, αναφορές των στελεχών της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής και της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφυγών, στο μέσον δηλαδή της πολλαπλής καταστροφής που είχε πλήξει την Ελλάδα του Μεσοπολέμου:
«Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κανενός είδους συνέχεια στην δημόσια διοίκηση. Με την παραμικρή πρόφαση ολόκληρη η διοίκηση αλλάζει με κάθε Κυβερνητική αλλαγή […]. Ο Έλληνας δεν θεωρεί ένα υπογεγραμμένο πρωτόκολλο κάτι που τον δεσμεύει, αλλ’ απλώς σαν μια βάση για συζήτηση. Αν δεν υπάρχει έλεγχος, η κατάσταση σταδιακά θα χειροτερεύει μέχρι να φθάσει στο σημείο όπου οι Έλληνες θα είναι έτοιμοι να αποδεχθούν τον Έλεγχο σαν μια αναγκαιότητα». Δεν θυμίζει — εφιαλτικά — κάτι;
Εκπρόσωπος μιας αστικής τάξης που αλληλογραφεί με Εμ. Τσουδερό ή Ελ. Βενιζέλο, αρκετές φορές ελληνοαγγλογαλλικά (γιατί έτσι διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις…), που επιχειρεί να βρει τρόπους να στηρίξει εκείνο το οποίο αργότερα θα γνωρίσουμε ως βιομηχανική ανάπτυξη, αλλά και την αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πόρων (ο Διομήδης προσπάθησε ήδη προπολεμικά να προωθήσει έρευνες για το πετρέλαιο, ενώ ώθησε και προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης των υδατοπτώσεων για υδροηλεκτρικά έργα), ως Διοικητής άλλοτε της Εθνικής και άλλοτε της Τράπεζας της Ελλάδας, ο Διομήδης ζει τον σφυγμό δεκαετιών Ελληνικής οικονομίας και πολιτικής.
Αλληλογραφεί, διαπραγματεύεται, αρθρογραφεί, μιλάει…
Ζει όμως και τις πικρές στιγμές της διάρρηξης της σχέσης του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όταν ουσιαστικά προκύπτει διαφωνία τους για την έκταση και τη διαδικασία της σταθεροποίησης (οι δεσμοί σπάνε με αφορμή την υπόθεση Παπαστράτου, όταν εγκαταλείπεται ο κανόνας χρυσού). Έρχεται σε συχνή αντιπαράθεση με την Τρόικα της εποχής, τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Παραμερίζει τις «ορθόδοξες» νομισματικές απόψεις της εποχής, όταν χρειάζεται να μείνει ζωντανή η πραγματική οικονομία. Ενώ, έχοντας κάνει την επιλογή να μη φύγει στο εξωτερικό τα ακόμη πιο βαριά χρόνια της Κατοχής, αλλά να μείνει στην Ελλάδα, συμβάλλοντας στην άμυνα της Εθνικής Τράπεζας, ώστε να μην αποψιλωθεί από τα περιουσιακά στοιχεία και τις συμμετοχές της, που εποφθαλμιούσαν οι Γερμανοί, ζει από κοντά τη λεηλασία της ελληνικής οικονομίας από τον γερμανικό αναγκαστικό δανεισμό. Γι αυτό και ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια εξεγείρεται που δεν διεκδικείται το διαβόητο αναγκαστικό δάνειο, το οποίο είχαν επιβάλει οι δυνάμεις Κατοχής να δοθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος…
Μια σχεδόν μυθιστορηματική διαδρομή, μια αφυπνιστική προσγείωση στο «τώρα, όπως και τότε».