TOY MICHAEL ROSENWALD* ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΛΕΙΑ ΠΑΥΛΟΥ
Ο καθηγητής Carl T. Bergstrom ξεκίνησε την πρώτη του διάλεξη στο εισαγωγικό μάθημα INF0198 στο πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον με μία δήλωση για την Αμερική: «Έχουμε πήξει στη μπαρουφολογία», δήλωσε, απευθυνόμενος στους 160 φοιτητές του την περασμένη άνοιξη· «μας έχει πνίξει». Το ακροατήριο του Bergstrom δεν φάνηκε να ξαφνιάζεται ούτε να εξοργίζεται με τη φράση του. Δεν ήταν φυσικά η πρώτη φορά που άκουγε τη συγκεκριμένη λέξη, τη γνώριζε άλλωστε από τους τίτλους στον κατάλογο βιβλίων του μαθήματος: «Διαδικτυακές μπαρούφες στην εποχή των μαζικών δεδομένων».
Ενόσω μιλούσε ο Bergstrom, σε μια οθόνη πίσω του εμφανίστηκε μία φωτογραφία της Χίλαρι Κλίντον και του ΝτόναλντΤραμπ, την οποία διαδέχθηκε λίγη ώρα αργότερα η φωτογραφία μιας νεαρής κοπέλας να πληκτρολογεί στο κινητό της. «Ο μέσος Αμερικανός ξοδεύει καθημερινά σχεδόν μία ώρα στο Facebook», είπε. «Κάνοντας τι; Κυρίως, διαδίδοντας μπαρούφες». Οι φοιτητές ξέσπασαν σε γέλια. Στη συνέχεια ο Bergstrom κραύγασε: «Φτάνει! Φτάνει πια με τη μπαρουφολογία! Μπουχτίσαμε».
Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που ο Bergstrom, εξελικτικός βιολόγος στο επάγγελμα, κατέληξε σε μια αίθουσα διαλέξεων, να κηρύσσει τον πόλεμο στις ψευδείς ειδήσεις. Αυτός και ο συνάδελφός του Jevin West, ειδικός επιστήμονας της ανάλυσης δεδομένων, εισήγαγαν το μάθημα την προηγούμενη άνοιξη, λίγο καιρό αφότου τα ψεύτικα δημοσιεύματα, η ρώσικη προπαγάνδα και οι πιασάρικοι τίτλοι είχαν προκαλέσει χάος στη διεξαγωγή προεκλογικής διαδικασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι καθηγητές ανησυχούσαν επίσης για τα παραπλανητικά επιστημονικά δημοσιεύματα, τη δημοσιογραφία μέσω δελτίων Τύπου, και τον τρόπο με τον οποίο ομάδες συμφερόντων και φορείς μεθοδευμένα διαστρεβλώνουν πληροφορίες. Η τάξη συμπληρώθηκε σε λιγότερο από ένα λεπτό, και αρκετές εκατοντάδες φοιτητών παρέμειναν εκτός.
«Σκοπός μας ήταν να διδάξουμε στους φοιτητές πώς να αξιολογούν την επέλαση της πληροφόρησης και των ειδήσεων στη ζωή μας», δηλώνει ο West στο CJR. «Αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος της πληροφόρησης». Ως ειδικός επιστήμονας στην ανάλυση δεδομένων, ο West ζει σε έναν κόσμο όπου οι αλγόριθμοι και η νοημοσύνη των μηχανών επιλύουν τα προβλήματα των ανθρώπων. Υποστηρίζει ότι το Facebook, η Google και το Twitter έχουν αρχίσει να λανσάρουν τέτοιου είδους εργαλεία για να εξαλείψουν τις ψευδείς ειδήσεις και να προβάλλουν αξιόπιστο περιεχόμενο. Γνωρίζει όμως καλά ότι τα ψηφία του δυαδικού συστήματος από μόνα τους δεν μπορούν να βρουν τη λύση.
Αργότερα, στη διάρκεια του ακαδημαϊκού εξαμήνου, οι West και Bergstrom εξήγησαν στους φοιτητές τους τον εντυπωσιακό λόγο γι’αυτό, ερευνώντας την ψευδή είδηση ότι τα εμβόλια προκαλούν το σύνδρομο του απότομου τραντάγματος στα βρέφη. Οι ισχυρισμοί ήταν τόσο παράλογοι που δεν βρέθηκε ούτε μία μελέτη στο διαδίκτυο που να τους διαψεύδει. Πληκτρολογώντας στη μηχανή αναζήτησης της Google το ερώιημα: «προκαλούν τα εμβόλια το σύνδρομο του απότομου τραντάγματος στα βρέφη;» το μόνο που εμφανιζόταν ήταν διευθύνσεις που παρέπεμπαν σε άλλους ψεύτικους ιστότοπους που αναπαρήγαγαν και διέδιδαν την κατασκευασμένη πληροφορία.
«Χρειαζόμαστε μια λύση και σε πολιτιστικό επίπεδο», επισημαίνει ο West στο CJR. «Αυτός είναι ο λόγος του σεμιναρίου».
Τουλάχιστον καμιά δεκαριά πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα έχουν εισάγει ή σχεδιάζουν να εισάγουν παρόμοια μαθήματα, χρησιμοποιώντας ως πρότυπο το σεμινάριο «Διαδικτυακές μπαρούφες» και τη διδακτέα ύλη από το Κέντρο Αλφαβητισμού και Εκπαίδευσης στα ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Stony Brook. Επίσης, έχει εκδηλωθεί τεράσπο ενδιαφέρον από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με τους νομοθέτες σε τουλάχιστον δεκαπέντε πολιτείες να εισηγούνται ή να ψηφίζουν, προσφάτως, νόμους που καταστούν υποχρεωτικό τον ψηφιακό αλφαβητισμό στα δημόσια σχολεία.
«Είναι κάτι που μπορεί να γίνει πραγματικότητα», ισχυρίστηκε την πρώτη μέρα του μαθήματος ο West, παίρνοντας τον λόγο από τον Bergstrom «Και όταν η μπαρούφα αρχίζει και γίνεται πραγματικότητα, τότε οφείλουμε να ενδιαφερθούμε ως κοινωνία».
Οι ψευδείς ειδήσεις δεν αποτελούν καινούργιο φαινόμενο
Αιώνες τώρα, οι άνθρωποι παραποιούν και σκαρφίζονται πληροφορίες — για να πείσουν, να αναστατώσουν, να ψυγαχωγήσουν. Ας μην ξεχνάμε τον κίτρινο τύπο. Κατά τη διάρκεια του Β” Παγκόσμιου Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησαν την προπαγάνδα στους Αμερικανούς πολίτες για να συσπειρώσουν τη χώρα. Και, φυσικά, ο Αδόλφος Χίτλερ υπήρξε αυθεντία των ψεύτικων ειδήσεων.
Ο εγγραμματισμός στα Μέσα ενημέρωσης επίσης δεν αποτελεί καινοτόμα ιδέα. Τη δεκαετία του ’30, ένας πρώην δημοσιογράφος ονόματι Gyde Miller ίδρυσε το Ινστιτούτο Ανάλυσης της Προπαγάνδας, το οποίο σχεδίαζε εκπαιδευτικά προγράμματα που μάθαιναν στους συμμετέχοντες να αναγνωρίζουν επτά διαφορετικά τεχνάσματα προπαγάνδας. Ένα από αυτά ήταν οι «αστραφτερές γενικολογίες», το οποίο ορίζεται ως «η πρόθεση επιρροής και χειραγώγησης συναισθημάτων χρησιμοποιώντας σημαντικά ιδεώδη και αρετές, όπως ελευθερία, δικαιοσύνη, αλήθεια, εκπαίδευση, δημοκρατία, με έναν ευρύ, γενικευμένο τρόπο».
Η έννοια του εγγραμματισμού στα Μέσα ενημέρωσης διδάσκεται στα σχολεία εδώ και δεκαετίες, προφανώς όμως ποτέ σε ένα περιβάλλσν όπως το σημερινό, όπου δεν απαιτείται να είναι κάποιος ιδιοκτήτης εκδοτικού οργανισμού ή δορυφορικού καναλιού για να μπορεί να διαδώσει ευρύτατα πληροφορίες. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με υπερκομματικές πολιτικές, έχει οδηγήσει στη μετα-τροπή των ειδήσεων σε όπλο από ιδιώτες, πολιτικές ομάδες και ξένες χώρες.
Τα παλιά εργαλεία του ψηφιακού αλφαβητισμού — έλεγχος των πηγών, εμπιστοσύνη σε γνώριμους πόρους — δεν επαρκούν τη στιγμή που ένας χάκερ στην ΠΓΔΜ μπορεί εύκολα να δημιουργήσει έναν φαινομενικά νόμιμο ιστότοπο και στη συνέχεια να κερδίζει χιλιάδες δολάρια από διαφημίσεις, ενώ διαδίδει ψευδή δημοσιεύματα. Το σκρόλινγκ σπς αναρτήσεις στα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης γεννά τη μία πρόκληση μετά την άλλη, από την πιο σοβαρή έως την πιο κοινότοπη.
Μαθημά «διαδικτυακές μπαρούφες»
«Υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που απλούς βλέπουν κάτι και το μοιράζονται», δηλώνει ο Conner Ardman, 19 ετών, ο οποίος παρακολουθεί το μάθημα και σκοπεύει να ειδικευθεί στην πληροφορική και κυρίως στην ανάλυση δεδομένων. «Δεν το διαβάζουν καν. Δεν έχουν ιδέα περί τίνος πρόκειται».
Στις αρχές του εξαμήνου, οι καθηγητές είχαν παρουσιάσει κάμποσες απάτες (memes) που κυκλοφορούσαν στο διαδίκτυο. Οι φοιτητές έπρεπε να ψηφίσουν ηλεκτρονικά, εάν πίστευαν ότι οι ισχυρισμοί αυτοί ήταν αληθινοί.
«Παιδιά, πρέπει να προσέχετε, όταν πηγαίνετε στην τουαλέτα», είπε ο West, δείχνοντας στους φοιτητές μια ευρέως κοινοποιημένη φωτογραφία μιας τουαλέτας με το ακόλουθο μήνυμα: «Κανείς δεν το λέει, αλλά πάνω από τριάντα χιλιάδες Αμερικανοί τραυματίζονται κάθε χρόνο στην τουαλέτα».
Το ακροατήριο ξέσπασε σε γέλια.
«Μπαρούφα», είπε ο West. «Ή μήπως δεν πρόκειται για μπαρούφα;»
Οι φοιτητές ψήφισαν. Το 65%, κατά προσέγγιση, έκρινε ότι πρόκειται για μπαρουφολογία.
«Κι όμως δεν πρόκειται για μπαρουφολογία», δήλωσε ο West. «Είναι αλήθεια. Πράγματι, οι άνθρωποι τραυματίζονται στην τουαλέτα».
Η αλήθεια περί επικινδυνότητας των αποχωρητηρίων εγείρει ένα μάλλον βαθυστόχαστο για την εποχή μας ερώτημα: εάν μια πληροφορία που στο διαδίκτυο φαίνεται γελοία, είναι αληθινή, πώς οι χρήστες του ίντερνετ μπορούν να γνωρίζουν αν κάτι, που πιθανώς φαίνεται αληθοφανές, είναι στην πραγματικότητα ψεύτικο; Με αυτά ακριβώς τα ζητήματα ασχολούνται μαθήματα όπως οι «Διαδικτυακές μπαρούφες». Παρότι η ψευδής είδηση μπορεί να μοιάζει με βλακεία-που-να γνωρίζεις-με-την-πρώτη-ματιά, οι φοιτητές ισχυρίζονται ότι τα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης την μετατρέπουν στο ακριβώς αντίθετο.
«Είναι δύσκολο, γιατί συνήθως εμπιστεύεσαι τους φίλους σου όταν σου λένε κάτι», δηλώνει η Jessica Basa, 20 ετών, φοιτήτρια του τμήματος Πληροφορικής και Προγραμματισμού στο πανεπιστήμιο της Ουάσνγκτον, η οποία παρακολουθεί το μάθημα. «Δεν προσπαθούν να σε ξεγελάσουν, όταν αναρτούν διάφορα πράγματα που θεωρούν ενδιαφέροντα, αλλά είναι αναληθή».
Ίσως ένα μέρος της διδασκαλίας να ακούγεται ξεπερασμένο και προφανές, ωστόσο προσφάτως απέκτησε ξανά σημασία. Ως πρώτη γραμμή άμυνας, οι καθηγητές του μαθήματος «Διαδικτυακές μπαρούφες» διδάσκουν στους φοιτητές να θέτουν στον εαυτό τους τρεις ερωτήσεις κάθε φορά που βλέπουν ένα καινοφανές δημοσίευμα, μια επιστημονική μελέτη ή κάποια περίπλοκα δεδομένα:
Ποιος μου δίνει την πληροφορία;
Πώς τη γνωρίζει;
Τι έχει να κερδίσει από αυτήν;
«Εάν θα πηγαίνατε σε έναν έμπορο αυτοκινήτων, θα κάνατε τέτοιου είδους ερωτήσεις», είπε ο West κατά τη διάρκεια της παράδοσης. «Στόχος μας είναι να μπείτε σε αυτό το πλαίσιο σκέψης από δω και στο εξής… Θα πρέπει να είστε δύσπιστοι, ιδιαίτερα όταν βρίσκεστε σε ψηφιακό περιβάλλον».
Παράλληλα, οι West και Bergstrom εισήγαγαν και επιστημονικές μεθόδους άμυνας, όπως η αρχή του ξυραφιού του Όκαμ, μια θεωρία του 14ου αιώνα, σύμφωνα με την οποία η απλούστερη εξήγηση είναι συνήθως και η ορθότερη. Συμπλήρωσαν τον συγκεκριμένο κανόνα με τον αποκαλούμενο «Ασύμμετρο κανόνα της μπαρούφας», ιδέα που ανάρτησε στο Tweeter ένας Ιταλός κατασκευαστής λογισμικού το 2013. Σύμφωνα με τον κανόνα: «Η δύναμη που απαιτείται για να διαψεύσει κανείς την μπαρούφα, είναι μεγαλύτερη σε κλίμακα απ’ ό,τι εκείνη που απαιτείται για να τη δημιουργήσει». Προς τεκμηρίωση αυτού, οι καθηγητές προέβαλαν τις θεωρίες συνωμοσίας περί ύπαρξης ισχυρού κυκλώματος παιδοφίλων, του οποίου ηγείτο η Χίλαρι Κλίντον και λάμβανε χώρα στο υπόγειο της πιτσαρίας «Comet Ping Pong» στην Ουάσινγκτον. Η συνωμοσιολογία αυτή πήρε αρκετούς μήνες να καταρριφθεί, ενώ συναφείς αναφορές εξακολουθούν να ξεπηδούν στα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης από εκείνους που την αποδέχονται ή απλώς επιθυμούν να τη χρησιμοποιούν ως όπλο ενάντια στην αντιπολίτευση.
Μέθοδοι εντοπισμού …μπαρούφας
Άλλες μέθοδοι εντοπισμού περιστατικών μπαρουφολογίας που διδάσκονται στο Stony Brook, είναι περισσότερο τεχνικές και απαιτούν μεγαλύτερες δεξιότητες, δεν παύουν όμως να είναι εξίσου σημαντικές. Οι φοιτητές μαθαίνουν πώς να ανατρέχουν σε αρχεία καταχώρισης domain. Μολονότι τα αρχεία αυτά μπορεί να έχουν παραποιηθεί, οποιαδήποτε αγγλόφωνη ειδησεογραφική ιστοσελίδα προερχόμενη από την Ανατολική Ευρώπη —η πλειονότητα των ψευδών ειδήσεων κατασκευάζεται εκεί— πιθανότατα να είναι ψεύτικη. Επιπλέον εργαλείο: η αναζήτηση εικόνας. ~Για να εντοπίσει κανείς την προέλευση μιας φωτογραφίας, αρκεί
απλώς να πετάξει την αμφιλεγόμενη εικόνα στην μπάρα αναζήτησης της Google. Σίγουρες προειδοποιητικές ενδείξεις: φτωχό λεξιλόγιο και κακός σχεδιασμός.
To Stony Brook αναδείχθηκε σε ηγέτη του μηντιακού αλφαβητισμού λίγο αφότου ο Howard Schneider, πρώην αρχισυντάκτης του περιοδικού Newsday, ίδρυσε εκεί Σχολή δημοσιογραφίας το 2006. Πέραν από την εκπαίδευση της μελλοντικής γενιάς των δημοσιογράφων, ο Schneider υπήρξε προφητικός στο γεγονός ότι πρέπει, όπως ο ίδιος διατύπωσε το 2007 σε άρθρο του στο site Nieman Reports, να υπάρξει και μια πρόσθετη αποστολή «εφάμιλλης — και ενδεχομένως μεγαλύτερης — σημασίας: να εκπαιδευθεί η νέα γενιά καταναλωτών ειδήσεων».
«Η ψηφιακή επανάσταση μπορεί να γεννά την προοπτική της ενημέρωσης, εξαιτίας όμως της νοσηρής έλλειψης υπευθυνότητας που τη διακρίνει, μπορεί με την ίδια ευκολία να διασπείρει τον ιό της σύγχυσης και της παραπληροφόρησης», έγραφε ο Schneider. «Ο απόλυτος έλεγχος ενάντια στα ανακριβή ή αναξιόπιστα σχόλια δεν μπορεί ποτέ να αρκείται απλώς στους καλά εκπαιδευμένους δημοσιογράφους ή στην ολοένα αυξανόμενη κριτική του Τύπου και τους κώδικες δεοντολογίας».
Ποια ήταν η απάντηση, λοιπόν;
«Καταναλωτές, οι οποίοι μπορούν να διακρίνουν ανάμεσα στην ανεπεξέργαστη και αδιαμεσολάβητη πληροφορία που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, και την αμερόληπτη, επιβεβαιωμένη δημοσιογραφία», έγραφε ο Schneider.
Περισσότεροι από 10.000 φοιτητές έχουν παρακολουθήσει το μάθημα ψηφιακού αλφαβητισμού στο Stony Brook, το οποίο διαρκώς αναβαθμίζεται ώστε να βοηθά τους σπουδαστές του να εντοπίζουν τις τελευταίες μεθόδους διασποράς παραπλανητικών ειδήσεων και πληροφοριών. Για παράδειγμα, υπάρχουν δεκάδες ιστότοποι που επιτρέπουν στον καθένα να κατασκευάσει ψεύτικα posts στα Μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατόπιν να τα αναπαράγει στο Tweeter, να τα ποστάρει στο Facebook, ή να τα ενσωματώσει σε δημοσιεύματα.
Παρ’ όλα αυτά, τα ψεύτικα tweets μοιάζουν εντελώς γραφικά μπροστά σε με μια ακόμη πιο προηγμένη απειλή:Τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης για την κατασκευή βίντεο, όπου θα εμφανίζονται άνθρωποι να λένε πράγματα που δεν έχουν πει ποτέ. Ερευνητές κατασκεύασαν πρόσφατα ένα βίντεο όπου εμφανίζεται ο Μπαράκ Ομπάμα να εκμυστηρεύεται με ιδιαίτερη σοβαρότητα τις προτεραιότητές του την περίοδο της δύσης της διακυβέρνησής του.
«Το μοναδικό σημαντικό πράγμα που κάνω τώρα», φαίνεται να λέει ο Ομπάμα σύμφωνα με το παραποιημένο ηχητικό σχόλιο, «είναι να παίζω γκολφ».
Η παρακάτω φράση δεν αποτελεί ψευδή είδηση, ούτε βασίζεται σε μπαρουφολογίες: Ο ψηφιακός αλφαβητισμός λειτουργεί και μπορεί πράγματι να σώσει την ανθρωπότητα. Τουλάχιστον ένα μέρος αυτής της φράσης χρησιμοποιήθηκε σε πρόσφατη έρευνα, η οποία εξετάζει πώς ο κόσμος κρίνει την ορθότητα
διαφόρων ισχυρισμών σε αμφιλεγόμενα θέματα. Επιστημονικοί ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Ρίβερσαϊντ και το πανεπιστήμιο της Σάντα Κλάρα εφόδιασαν περισσότερους από 2.000 εφήβους και ενήλικες μέχρι 27 ετών με ψευδείς ισχυρισμούς που συνδέονται με δημοσιεύματα για ιδιαίτερα φορτισμένα θέματα, όπως η οικονομική ανισότητα και η φορολογία. Η έρευνα έδειξε ότι οι ισχυρισμοί για επίμαχα θέματα, αληθείς ή ψευδείς, συνήθως προσδιορίζονταν ως ακριβείς, εφόσον ευθυγραμμίζονται με προηγούμενες απόψεις του ατόμου. Πρόκειται ουσιαστικά για την προκατάληψη της επιβεβαίωσης, την αναζήτηση και την αποδοχή δηλαδή της πληροφορίας εκείνης που ενισχύει την κοσμοθεωρία μας. Τραγική αλήθεια. Ωστόσο, δεν προκαλεί έκπληξη.
Εν συνεχεία, οι ερευνητές εμβάθυναν περαιτέρω στα δεδομένα εξάγοντας εντυπωσιακά ευρήματα.
Παρατήρησαν δύο υποσύνολα των υποκειμένων υπό μελέτη: εκείνων με την υψηλότερη από τον μέσο όρο πολιτική γνώση, αλλά καμιά απολύτως εκπαίδευση στον ψηφιακό λόγο, και εκείνους που είχαν ελάχιστη ή καθόλου πολιτική γνώση, αλλά παρακολούθησαν μαθήματα μηντιακού αλφαβητισμού. Η πολιτική γνώση «δεν βελτιώνει κατ’ ανάγκη την κρίση περί ορθότητας», γράφουν οι μελετητές. Αυτό το επιτυγχάνει η εκπαίδευση στον ψηφιακό λόγο.
Άλλες πρόσφατες μελέτες έχουν αποφέρει παρόμοια αποτελέσματα, είναι όμως άγνωστο κατά πόσον τα συγκεκριμένα μαθήματα τίθενται σε εφαρμογή όταν οι φοιτητές βγουν στον πραγματικό κόσμο. Κρίσιμη αφοσίωση
Οι συγγραφείς του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια είναι συγκρατημένα αισιόδοξοι, επισημαίνοντας ότι τα αποτελέσματα φαίνονται να προάγουν την έννοια της επονομαζόμενης «κρίσιμης αφοσίωσης».
«Όσοι διαθέτουν κρίσιμη αφοσίωση, εξακολουθούν να διατηρούν ισχυρές αξίες και πεποιθήσεις», λένε οι συγγραφείς, «υιοθετούν όμως επικριτική στάση, όταν πρέπει να αξιολογήσουν κάποιο επιχείρημα — ακόμη κι όταν το εν λόγω επιχείρημα ταυτίζεται με τις κομματικές τους προτιμήσεις». Με άλλα λόγια, όσοι έχουν μηντιακό εγγραμματισμό μπορούν να συνεχίσουν να είναι μανιωδώς αφοσιωμένοι στην κοσμοθεωρία τους, ταυτόχρονα όμως μπορούν με επιτυχία να αμφισβητούν ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς. Μπορούν να διακρίνουν τις μπαρούφες. Ενδεχομένως να μπορούν κιόλας να αποτρέψουν τη διάδοσή τους.
Μια κάποια επιφυλακτικότητα σχετικά με τα ως άνω αποτελέσματα είναι δικαιολογημένη. Η άγνοια δεν είναι ο λόγος που ο κόσμος ανταλλάσσει ψευδείς ειδήσεις. Δημοσκόπηση του ερευνητικού κέντρου Pew τον περασμένο χρόνο έδειξε όη το 14% των ενηλίκων της Αμερικής κοινοποιούν εν γνώσει τους ψευδείς ειδήσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις, δηλώνουν οι ερευνητές, πρόκειται για μια απόδειξη ταυτότητας — για να επιδείξουν με ποιες ομάδες και ιδέες ταυτίζονται, για να αισθανθούν ότι συμμετέχουν σε κάποιο κίνημα, ακόμη και για την ψυχαγωγία τους. Έπειτα, υπάρχει το πρόβλημα του όγκου. Προσφάτως, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν πολύπλοκους μαθηματικούς τύπους για να αποδείξουν όη η καθαρή ποσότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσεται στο διαδίκτυο — αληθείς και ψευδείς — δημιουργεί μια κατάσταση, κατά την οποία καμία προσπάθεια φιλτραρίσματος δεν μπορεί να εξαλείψει εντελώς τις ψεύτικες πληροφορίες.
Παρ’ όλα αυτά, μέχρι στιγμής οι εκπαιδευτές του ψηφιακού αλφαβητισμού δείχνουν ενθουσιασμένοι. Αν μη τι άλλο, ευελπιστούν ότι ανοίγει ο δρόμος προς την επινοητικότητα. Το καλοκαίρι που μας πέρασε, το ίδρυμα Knight αποφάσισε την επιχορήγηση με 1 εκατ. δολάρια 20 προγραμμάτων ψηφιακού αλφαβητισμού σε όλη την επικράτεια, συμπεριλαμβανομένου του μαθήματος «Διαδικτυακές μπαρούφες».
Εν τούτοις, οι εκπαιδευτές ελπίζουν, επίσης, ότι ο ενθουσιασμός αυτός θα οδηγήσει σε ουσιαστικές αλλαγές στον τρόπο που φοιτητές και ενήλικες θα διαχειρίζονται την εισβολή της ψηφιακής πληροφόρησης.
Συγκεκριμένα, ενθαρρύνονται από το γεγονός ότι «κόκκινες» πολιτείες του Νότου αλλά και φιλελεύθερες «μπλε» πολιτείες ψηφίζουν ή μελετούν νόμους για την επιβολή νέων πρωτοβουλιών ψηφιακού αλφαβητισμού στα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η Καλιφόρνια, προπύργιο του φιλελευθερισμού, ψήφισε ένα τέτοιο μέτρο. Το Τέξας, στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος, σκέφτεται να ψηφίσει ένα παρόμοιο.
Στην τελευταία διάλεξη του μαθήματος «Διαδικτυακές μπαρούφες», ο Bergstrom επικεντρώθηκε στην αυριανή μέρα, όταν οι πρώτοι απόφοιτοι του μαθήματος θα βγουν στον κόσμο με τα νέα τους εφόδια, θα μοιραστούν ης γνώσεις τους και θα προσπαθήσουν να αναχαιτίσουν την πορεία της μπαρουφολογίας,
παρακολουθώντας τα ίχνη της.
«Ξεκινάμε με το μάθημα αυτό και μεταδίδουμε το μήνυμα παραπέρα», τόνισε ο Bergstrom, «Ευελπιστώ να κάνουμε τη διαφορά».
Ο Ardman, που ειδικεύεται στην πληροφορική, δοκιμάζει ήδη τις δεξιότητες του. Πριν από λίγο καιρό, ένας φίλος του ανάρτησε στο Facebook δημοσίευμα, στο οποίο αναφέρεται ότι πράκτορας του FBI που ερευνούσε τον σκληρό δίσκο με τα προσωπικά μηνύματα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της Χίλαρι Κλίντον δολοφόνησε τη σύζυγό του και εν συνεχεία αυτοκτόνησε.
«Αυτό είναι παράλογο», σκέφτηκε ο Ardman.
Το διερεύνησε και ανάρτησε ένα σχόλιο με τα ευρήματά του: Ψευδής είδηση. «Είναι σημαντικό να το διαδώσουμε», δηλώνει ο Ardman. «Αποτελεί καθήκον προς τους συμπολίτες μας».