Της Γεωργίας Τσατσάνη
Η αναπαραγωγή και η γονιμότητα είναι δυο πεδία που αφορούν στην ιστορία της οικογένειας, της ιατρικής και της αντισύλληψης. Ο Angus McLaren στη μονογραφία του για την ιστορία της αντισύλληψης A History of Contraception: From antiquity to the present day συνδέει τους ποικίλους τρόπους ελέγχου της γονιμότητας με το βιοϊατρικό, πολιτικό, κοινωνικό και γενικότερο ιδεολογικό πλαίσιο ανά τόπο και χρονική περίοδο, πάντοτε σε συνδυασμό με την εξέλιξη της οικογενειακής δομής. Πράγματι, η ιστορική τάση προς μια πυρηνική οικογένεια, όπως τη γνωρίζουμε, η μεγαλύτερη προσωπική αυτονομία και η έμφαση στους συναισθηματικούς δεσμούς ανάμεσα στα μέλη ενός συνόλου που δένονται με δεσμούς συγγένειας διαμορφώνονται από την Αναγέννηση έως το Διαφωτισμό, αλλά παγιώνονται μετά τη βιομηχανική επανάσταση και κυρίως με το φεμινιστικό κίνημα. Η δυτική σκέψη έχει μακρά ιστορία στην Ευρώπη και αυτή η αναδρομή στο παρελθόν μας βοηθά να κατανοήσουμε περισσότερο τη σημερινή συνθήκη. Οι επαναπροσδιορισμοί των κοινωνικών και των σεξουαλικών σχέσεων έδωσαν το σύγχρονο οικογενειακό μοντέλο, άλλωστε οι αλλαγές επωάζονται στο χρόνο.
Από το συναίσθημα στην απουσία πολυγονίας, η νέα συνθήκη για την ευρωπαϊκή οικογένεια
Η αστική βικτωριανή οικογένεια είναι ο πρώτος τύπος οικογένειας στην Ιστορία με ισχυρούς και διαρκείς συναισθηματικούς δεσμούς. Στην Αγγλία έως την Αναγέννηση επικρατεί το πατριαρχικό μοντέλο που σταδιακά υποχωρεί και δίνει τη θέση του σε μία εποχή αυξανόμενου ατομισμού ιδιαιτέρως παρόντος στις μεσαίες αστικές και ανώτερες τάξεις της βρετανικής αριστοκρατίας έως τα τέλη του 18ου αιώνα. Μέχρι τότε ο γάμος γινόταν στη βάση των πολλαπλών οικονομικών συνδυασμών, όχι απαραίτητα της ερωτικής έλξης, ενώ στα κατώτερα στρώματα ο γάμος αντιστοιχούσε σε ένα τρόπο οργάνωσης της αγροτικής εργασίας. Το συναίσθημα της αγάπης διακρίνεται στις εντός και εκτός γάμου σχέσεις καθώς εντός γάμου κυριαρχεί η μετριασμένη αγάπη και τις σχέσεις εκτός γάμου χαρακτηρίζει το πάθος. Το παραπάνω μοντέλο μετασχηματίζεται στο Διαφωτισμό οπότε το ένα σκέλος του πάθους εισέρχεται στο άλλο της ισορροπημένης συζυγίας με αποτέλεσμα ο γάμος να μετατρέπεται σε σχέση συναισθηματική.
Σε ένα επόμενο στάδιο έρχεται η ριζική αναδιάρθρωση των ηθικών αξιών και της πατρικής δύναμης στα μεσαία στρώματα που συνεχίζεται για έναν ολόκληρο αιώνα. Η πατρική παντοδυναμία αντικαθίσταται από την αγάπη και την οικειότητα και έως τα τέλη της Βικτωριανής εποχής έχει πλέον διαδοθεί. Η νέα οικογένεια αποτελεί πια ένα μονογαμικό, συζυγικό κύτταρο που παγιώνει την ετεροφυλοφιλία ως νόρμα. Επίσης, η εδραίωση της αστικής τάξης από τα μέσα του 19ου αιώνα και εντεύθεν συρρικνώνει τις υπερμεγέθεις οικογένειες. Η ροπή προς τον περιορισμό των οικογενειακών μεγεθών θέτει το ζήτημα για μια σεξουαλικότητα αποκομμένη από την αναπαραγωγή. Παρά ταύτα, η αντισύλληψη ως πρακτική δεν ενθαρρύνεται ιδιαιτέρως και η ένταξή της στο «πρώτο κύμα» του φεμινισμού είναι μάλιστα περιφερειακή. Μέσα από την ανάδυση της οικειότητας και της συναισθηματικής εγγύτητας, το γυναικείο σώμα πλέον δεν ανήκει μόνο στον άνδρα, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει η συγκατάθεση της συζύγου.
Η σταδιακή εξάλειψη του ενιαίου γενετήσιου φύλου
Στο Διαφωτισμό η έμφαση δίνεται στην αισθητική του ανθρώπινου κορμιού και τη φυσική ομορφιά των γυναικών. Η ανατομία και η φυσιολογία της δυσαναλογίας αντικατέστησαν τη μεταφυσική της ιεραρχίας στην αναπαραστασιακή απεικόνιση των γυναικών έναντι των ανδρών. Ο ιστορικός Thomas Laqueur με τη μελέτη Κατασκευάζοντας το Φύλο: Σώμα και Κοινωνικό Φύλο από τους Έλληνες έως τον Φρόυντ (Πολύτροπον, 2003), ένα έργο σταθμό για την κοινωνική ιστορία εκεί υποστηρίζει πως το νέο μοντέλο της δυσαναλογίας αφύπνισε την πολιτική ατζέντα της εποχής. Στο αρχαίο μοντέλο του ενιαίου γενετήσιου φύλου ο γυναικείος κόλπος αναπαριστάνεται ως εσωτερικό πέος, τα χείλη αντιστοιχούσανε στην ακροποσθία, η μήτρα στο όσχεο και οι ωοθήκες στους όρχεις, αποδεικνύοντας την πολιτισμική κατασκευή της ανατομίας. Το γυναικείο σώμα στο Διαφωτισμό πια διακρίνεται από το ανδρικό και μπαίνει στον πολιτικό λόγο. Τα γυναικεία σώματα ως αντικείμενο ιατρικής μελέτης και σεξουαλικής επιθυμίας είναι στο επίκεντρο με μια τάση νομιμοποίησης του κοινωνικού status της γυναικείας ομορφιάς. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των επιστημόνων πλέον είναι το στήθος ως ορατό στοιχείο της θηλυκότητας σε συνάφεια με την ηθική και την ανατροφή των παιδιών. Στην Εγκυκλοπαίδεια στο λήμμα «Γυναίκα» δίνονται τρεις ερμηνείες η ανθρωπολογική (abbé Mallet), η οπτική του φυσικού νόμου (Louis de Jaucourt) και της ηθικής (Corsambleau Desmahis), μάλιστα όλες συγκλίνουν στη γυναικεία κατωτερότητα, στην αιτιολόγηση του γυναικείου ανολοκλήρωτου και της έμφυλης ασυμμετρίας. Η θεώρηση που θέλει τις γυναίκες ως σεξουαλικά αντικείμενα και ως μητέρες να βρίσκονται εγγύτερα στη φύση υπονομεύει την περιρρέουσα ριζοσπαστική διαλεκτική για τη φύση, φέρνοντας έτσι στο φως την αμφιθυμία του λόγου του Διαφωτισμού.
Η ανατομία του διμορφικού σώματος
Με το Διαφωτισμό το μοντέλο του ενιαίου γενετήσιου φύλου σταδιακά εγκαταλείπεται και στη θέση του απεικονίζεται πια οριστικά το διμορφικό μοντέλο. Η επιστήμη αρχίζει να διαχωρίζει τα δύο γενετήσια φύλα και να εντοπίζει αυτή τη διαφορά στην ανατομία του σώματος. Ο άνδρας και η γυναίκα προσδιορίζονται πλέον βάσει των ανατομικών τους διαφορών. Η επιστημονική και τεχνολογική γνώση αλλάζουνε ταυτόχρονα το πολιτισμικό συμφραζόμενο. Οι ευρωπαϊκές απεικονίσεις του γυναικείου σκελετού επί Διαφωτισμού εντάσσονται σε μία προσπάθεια εντοπισμού της θέσης των γυναικών στην κοινωνία. Ο ανατόμος Andreas Vesalius έχει ήδη εντοπίσει τη διαφορά ανάμεσα στο ανδρικό και γυναικείο σώμα στο περίγραμμα του κορμιού και στα αναπαραγωγικά όργανα. Τα αναπαραγωγικά όργανα θα ορίζουν έκτοτε τα φύλα. Ο γυναικείος κόλπος όμως αναγνωρίζεται μετά το 1700 και συμπαρασύρει την ηδονή στην αναπαραγωγική διαδικασία, ο οργασμός μόλις τότε έγινε προϋπόθεση για την τεκνοποιία. Οι νέοι μελετητές παρατηρούν μία επανάσταση στο χώρο των επιστημονικών ανακαλύψεων με αποτέλεσμα πολλές από τις ισχύουσες ιδέες περί αναπαραγωγής να αναθεωρούνται.
Το διμορφικό σώμα, ένας κοινός τόπος ωαρίου και σπέρματος
Η ευρωπαϊκή ανατομία, παράλληλα με το σχέδιο, εξελίσσεται όπως επίσης ο τρόπος απεικόνισης των ανθρώπινων σωμάτων. Τα ονόματα των γυναικείων αναπαραγωγικών οργάνων οριζόμενα ως τότε από τα αντίστοιχα ανδρικά θα αλλάξουνε την επωνυμία τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο γυναικείος κόλπος, οι ωοθήκες και τα «συστατικά» της σύλληψης, το ωάριο και το σπερματοζωάριο. Ας σημειωθεί ότι στην αρχαιότητα οι ωοθήκες δεν προσδιορίζονται λεκτικά γιατί στο μοντέλο του ενιαίου γενετήσιου φύλου οι ωοθήκες γινότανε αντιληπτές ως αρσενικοί όρχεις, για παράδειγμα ο Ηρόφιλος στην πρώιμη ελληνιστική περίοδο στην Ανατομία του αναφέρεται στις ωοθήκες και τους όρχεις ως διδύμους (3ος αι. π.Χ.). Ο επιστημονικός λόγος θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο ωάριο και στο σπερματοζωάριο που μόλις στην Αναγέννηση γίνονται ορατά.
Ο William Harvey (1651, De Generatione) θα πει ότι η ζωή ξεκινά από ένα αβγό, ένα βλαστικό κύτταρο, που μονάχα το γυναικείο σώμα φέρει και όχι το ανδρικό∙ ο de Graaf (1672) θα παρατηρήσει ότι μονάχα οι γυναικείοι όρχεις παράγουν αβγά-ωάρια. Αντίστοιχα, οι Louis de Ham, Dutchemn Huygens και Anton Van Leeuwenhoek, χάρη στο μικροσκόπιο του τελευταίου, διαπιστώνουν το 1676 ότι το ανδρικό σπέρμα δεν είναι ομοιογενές, αλλά συναποτελούμενο από άλλα απειράριθμα ζωάρια, τα σπερματοζωάρια animacula seminalia. Στις πρώτες δεκαετίες μετά τον εντοπισμό τους το 1675, τα σπερματοζωάρια θεωρούνται παράσιτα των όρχεων που βοηθούν το σπερματικό υγρό να παραμένει ρευστό και θερμό και, μόνο προς τα τέλη του 17ου αιώνα, τα σπερματοζωάρια αρχίζουνε να αναγνωρίζονται ως υλικό γονιμοποίησης του ωαρίου. Επιπλέον, η γυναικεία μήτρα περιβάλλεται με μυστήριο και αναπαριστάνεται περισσότερο ως σύμβολο παρά ως πιστό αντίγραφο γιατί αποδίδεται περισσότερο ως ένα μέρος της γυναικείας εμπειρίας παρά αμιγώς ως ένα ιατρικό γνωστικό δεδομένο. Υπό την επιρροή του μερκαντιλισμού, η μητρότητα αναδεικνύεται σε ιδεώδη αξία στο Διαφωτισμό. Εκείνο που η αναζήτηση του γρίφου της αναπαραγωγής την προαναφερθείσα περίοδο αφήνει ως κληροδότημα είναι η κατεύθυνση και η προσήλωση της επιστημονικής κοινότητας προς το έμβρυο.
Το έμβρυο ως διακριτό σύμβολο
Το έμβρυο από το 1800 αποδίδει το αγέννητο ζώο. Στη λατινική γλώσσα το έμβρυο ονομάζεται conceptus, embryo, fetus. Στη σύγχρονη αγγλική γλώσσα το embryo, ήτοι το γονιμοποιημένο ωάριο των τριών πρώτων μηνών, διαχωρίζεται από το fetus δηλαδή από το διαμορφωμένο στη μήτρα παιδί από τον 3ο έως τον 9ο μήνα της κύησης. Με το έργο Anatomia Uteri από τον William Hunter το 1774 έχουμε την πρώτη ανατομική απεικόνιση μιας εγκύου που πέθανε λίγο μετά από τη γέννα, ενώ την ανατομία ενός αμβλωμένου εμβρύου σχεδόν αμέσως δίνει ο Sammuel Thomas Soemmering το 1799. Το έργο του Sammuel Thomas Soemmering Icones Embryorum Humanorum αποτελεί το ορόσημο προς την επικέντρωση στο έμβρυο και σε μία τέτοια ρεαλιστική προσέγγιση γιατί αφορά στην αναπαραγωγή και για την απαρχή της ιδέας της εξέλιξης του εμβρύου: η έμφαση αρχίζει πλέον να πέφτει στο περιεχόμενο της γονιμοποιημένης μήτρας. Το 18ο αιώνα το κυοφορούν σώμα της εγκύου αναδεικνύεται ως μία διακριτή τόσο ανατομική όσο ιατρική κατηγορία.
Το ερώτημα πότε αρχίζει η ζωή επίσης τίθεται τότε. Οι επιστήμονες του Διαφωτισμού διακρίνονται στους οβιστές και στους σπερματιστές: οι οβιστές υποστηρίζουν ότι το έμβρυο ενυπάρχει στο ωάριο, ενώ οι σπερματιστές θεωρούν ότι το έμβρυο προσχηματίζεται στο ζωάριο. Για τη χριστιανική θεολογία η μήτρα είναι ο τόπος όπου ο Θεός έγινε άνθρωπος, ο χώρος εκείνος όπου η Παναγία αντικατέστησε την Εύα δίνοντας σάρκα και οστά στο Χριστό. Η Καθολική εκκλησία είναι υπέρμαχος της θέσης ότι η ζωή ξεκινάει με τη σύλληψη. Σήμερα, ο όρος «ζωή» εμφανίζεται στις φυσικές επιστήμες από τις δεκαετίες του 1920-1930, η ζωή πλέον έχει ένα επιστημονικό, εργαστηριακό και υπερβατικό χαρακτήρα. Οι φεμινιστικές σπουδές συνεισέφεραν στην πολιτική έμφαση της δημόσιας έκθεσης του εμβρύου. Μία δημόσια εικόνα που πλέον διαμορφώνει τη συναισθηματική και σωματική αντίληψη της εγκύου εκτός των ορίων της ιδιωτικότητας. Σήμερα άλλωστε κεντρικό θέμα δεν είναι το έμβρυο, αλλά η ζωή μέσα στη μήτρα, μία ζωή στα όρια της πραγματικότητας.
Εμβρυολογία και Αναπαραγωγή
Η εμβρυολογία αναπτύσσεται ως επιστήμη σταδιακά και μαζί συμπαρασύρει την εγκυμοσύνη που αρχίζει να ιατρικοποιείται από το 17ο έως τον 20ο αιώνα. Η εμβρυολογία, η νέα επιστήμη του 17ου αιώνα, εξακολουθεί να αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα, όπως το βαθμό συσχέτισης ωαρίου και σπερματοζωαρίου, τον τρόπο γονιμοποίησης και εμφύτευσης τους στη μήτρα. Ομοίως, η εμπειρική εμβρυολογία του 18ου αιώνα αποτελείται από υποθέσεις παροδικού κατά βάση χαρακτήρα που μεταβάλλονται διαρκώς. Τα σχετικά ερωτήματα πρέπει να περιμένουν μέχρι το 19ο αιώνα και ειδικότερα το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όταν η ανάπτυξη της κυτταρικής θεωρίας και της απαιτούμενης τεχνογνωσίας θα αποδείξει εργαστηριακά τη συγχώνευση τους. Το 19ο αιώνα γενικότερα προτείνονται πολλές θεωρίες για το μηχανισμό της σύλληψης με την έμφαση να πέφτει στη γυναικεία σεξουαλική έξαψη και τη διέγερση των γεννητικών οργάνων. Μία θεωρία είναι εκείνη που θέλει το σπέρμα ως ηλεκτρικό ρεύμα να διατρέχει τις σάλπιγγες και να εμφανίζει το ωάριο. Η επιστήμη όμως τείνει να επικεντρώνεται στα εμπειρικά δεδομένα. Από το 1827 φαίνεται να επικρατεί η θεωρία συνένωσης των πυρήνων του ωαρίου και του σπερματοζωαρίου που εργαστηριακά θα αποδειχθεί το 1876 από τον Oscar Hertwing. Η συμπλοκή ωαρίου και σπερματοζωαρίου συντελεί στη δημιουργία του εμβρύου και αποτελεί πλέον γεγονός αποδείξιμο επιστημονικά.
Ο ιατρικός λόγος το 19ο αιώνα προχωρά στη συσχέτιση ωοθηκών και εμμηνορρυσίας, μία εξίσωση που την περίοδο αυτή είναι ακόμη συγκεχυμένη. Η εμμηνορρυσία, το αποκλειστικό γυναικείο σωματικό χαρακτηριστικό, δηλώνει το άδηλο, την αφανέρωτη διεργασία του γυναικείου σώματος που γύρω της στήθηκαν πολλαπλές κατασκευές όπως θα επισημάνει ο Thomas Laqueur. Οι ωοθήκες έναν αιώνα μετά την αυτονομία τους από τους αρσενικούς όρχεις θα εμπλακούν στην αναπαραγωγή. Μόλις τον 20ο αιώνα και μετά τη δεκαετία του 1930 όμως θα κατανοηθεί με ακρίβεια ο ρόλος των ωοθηκών στον αναπαραγωγικό κύκλο με το θερμομετρικό διάγραμμα. Το γυναικείο σώμα λόγω της περιόδου εκλαμβάνεται ως ένα εύκαμπτο, προσαρμόσιμο και διαρκώς μεταβαλλόμενο σώμα. Μία γυναίκα κατά τον αναπαραγωγικό της κύκλο (περίπου από την εφηβεία μέχρι τα 40) παράγει γύρω στα 400-500 προς γονιμοποίηση ωάρια. Αντίθετα ένας άνδρας έως τα 60 χρόνια του μπορεί να δώσει πάνω από δύο τρισεκατομμύρια σπερματοζωάρια.
Η πολιτισμική κατασκευή της αναπαραγωγής
Ο πολιτισμός εισβάλλει στη βιολογία και στην περιγραφή της αναπαραγωγής. Στις απεικονίσεις και τις διάφορες οπτικές αναπαραστάσεις της σύλληψης, τα σπερματοζωάρια είναι πάντοτε πολλά, ζωηρά και αεικίνητα, σε αντίθεση με το παθητικό και στατικό ωράριο που περιμένει να γονιμοποιηθεί. Στον αντίποδα η ανδρική σπερματογένεση μπορεί να είναι καθημερινή και τα προϊόντα της αναρίθμητα. Η ωορρηξία λοιπόν καταγράφεται σε άνιση αναλογία προς την παραγωγή των σπερματοζωαρίων. Στην πράξη, όμως, και στην περίπτωση των ανδρών καθημερινά χάνεται πολύτιμο γεννητικό υλικό, που αν και πολλαπλάσιο των θηλυκών ωαρίων, πουθενά στη βιολογία δεν καταγράφεται ως απώλεια. Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών του στη βιοφυσική, ο Jay M. Balz εργαζόταν με βάση το σπέρμα επάνω σε τρόπους ανδρικής αντισύλληψης. Οι δικές του έρευνες απέδειξαν ότι το σπερματοζωάριο και το ωάριο συνενώνονται λόγω κολλητικών μορίων, έτσι το βιολογικό στερεότυπο που ήθελε το επιθετικό σπερματοζωάριο να εισβάλλει στο παθητικό ωάριο έχει πλέον εργαστηριακά καταρριφθεί. Το ωάριο αποδείχτηκε να είναι εκείνο που παγιδεύει το σπέρμα, που με τη σειρά του απελευθερώνει τα πεπτικά ένζυμα και επιτρέπουν στο σπέρμα να εισχωρήσει βαθύτερα στο ωάριο. Εντούτοις, και στη νέα «ανακάλυψη» περί ενεργητικότητας του ωαρίου, τα στερεότυπα πάλι αναπαράγονται αντιστρόφως αυτή τη φορά: το θηλυκό ωάριο όντας επιθετικό και απειλητικό, ένα είδος βιολογικά επικίνδυνου femme fatale, το ωάριο εγκλωβίζει και παγιδεύει το ανυποψίαστο σπερματοζωάριο. Επομένως, παρά την επιστημονική αντιστροφή περί παθητικότητας του ωαρίου, οι κοινωνικές αντιλήψεις έμειναν περίπου αμετακίνητες, ακόμη και από τους ίδιους τους επιστήμονες που έκαναν την ανακάλυψη. Στις δημοσιεύεις των ανδρών επιστημόνων, όπως σημειώνει η Emily Martin στο διάσημο άρθρο της “The Egg and the Sperm” (Signs 16), το σπερματοζωάριο πάντοτε εξακολουθεί να είναι το ενεργητικό μέρος της σύλληψης, εκείνο που διεισδύει και κατακτά το ωάριο.
Οι νέες ανακαλύψεις ως κοινωνική ανάγκη
Επειδή ο πολιτισμός κατασκευάζει τη βιολογία στη φύση, τότε το ωάριο και το σπέρμα ως δημιουργοί της ζωής, αμφότερα γίνονται τα δύο κάτοπτρα όλων των έμφυλων στερεοτύπων για τις βιολογικές αντιλήψεις. Η μοντέρνα περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας, άλλωστε εγκαινιάζεται με το Διαφωτισμό όταν η επιστήμη με τον πολιτισμό γενικότερα συμπλέκονται, καθώς οι μεταφορές της βιολογίας με όρους κατασκευασμένους κοινωνικά μπορεί να ερμηνεύονται ως δίσημες. Η αφύπνιση των όποιων συνδηλώσεων αποδυναμώνει τη φυσικοποίηση των κοινωνικών κατασκευών που αφορούν στο φύλο. Οι διχοτομίες φύση/πολιτισμός, γυναίκα/άνδρας, λογική/συναίσθημα, ιδιωτικό/δημόσιο που κατατρύχουν την ευρωπαϊκή σκέψη έχουνε αναγωγές στη σκέψη του Διαφωτισμού και αναδεικνύουν τη διασύνδεση ανάμεσα στην επιστήμη και τη σεξουαλικότητα. Η ιδεολογία διαχέεται στον ιατρικό λόγο και στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα η ιατρική γλώσσα που αναφέρεται στη διχοτομία φύσης/πολιτισμού είναι πλέον πάρα πολύ περίπλοκη. Το νεωτερικό, άρα το διαφορετικό, που ο Αιώνας του Διαφωτισμού κι έπειτα ο 19ος αιώνας ήρθαν να προσθέσουν είναι η αντικατάσταση των επιστημονικών και κοινωνικών αντιλήψεων. Ο επαναπροσδιορισμός της φύσης, η δημογραφική πολιτική, η ανακάλυψη του διμορφικού κορμιού, η επινόηση της σεξουαλικότητας και η ανάδυση του φεμινιστικού λόγου συγκροτούν ένα πλέγμα κοινωνικής μετάβασης σε αυτό που σχηματικά ονομάζουμε νέα εποχή στη βιοϊατρική.