Tου Γιώργου Κατρούγκαλου*
Το δικαίωμα αντίστασης ή ανυπακοής απέναντι στην αυθαιρεσία της εξουσίας είναι γενικά αποδεκτό στην πολιτική φιλοσοφία, και μάλιστα όχι μόνο από τους μαρξιστές, αλλά και από τους φιλελεύθερους στοχαστές. Είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι σύγχρονοι φιλελεύθεροι, όπως και οι νεοκαντιανοί, δεν δέχονται ότι το δικαίωμα αυτό μπορεί να εκφραστεί και με βίαιο τρόπο. Έτσι ο J. Rawls στο «Justice for all» ορίζει την πολιτική ανυπακοή ως μια παράνομη ενέργεια που εκφράζει δημόσια, συνειδητή αντίσταση με πολιτικά κίνητρα, τη θεωρεί όμως αποδεκτή σε ένα δημοκρατικό καθεστώς μόνον όταν είναι μη βίαιη.
Δεν ήταν πάντα έτσι. Όταν οι αστοί ήταν επαναστάτες, ήταν και πιο τολμηροί. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο Jefferson, τρίτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και από τους πατέρες του συντάγματός τους και της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας. Σε ένα γράμμα στον Madison, στις 30 Ιανουαρίου 1787, έγραφε ότι «μια μικρή εξέγερση πού και πού είναι καλό πράγμα, τόσο αναγκαία στον κόσμο της πολιτικής όσο και οι καταιγίδες στο φυσικό κόσμο.
Ένα φάρμακο αναγκαίο για την υγεία της κυβέρνησης». Σε όμοιο τόνο, σε ένα γράμμα στην Abigail Adams στις 22 Φεβρουαρίου 1787, έγραφε: «Το πνεύμα της αντίστασης στην κυβέρνηση είναι τόσο πολύτιμο που θα ευχόμουν να μένει πάντα ζωντανό. Θα ασκηθεί συχνά με λάθος τρόπο, αλλά καλύτερα έτσι παρά να μην ασκείται καθόλου». Ακόμη πιο έντονα, έγραφε την επαύριο μιας αιματηρής εξέγερσης (Shays’ Rebellion) στον W. Smith: «Το δέντρο της ελευθερίας θα πρέπει να ποτίζεται από καιρό σε καιρό με το αίμα των πατριωτών και των τυράννων».
Ο John Stuart Mill έγραφε σε ανάλογο μήκος κλίματος, μισό και πάνω αιώνα αργότερα, επ’ ευκαιρία ενός «τυποκτόνου» νόμου της Γαλλίας: «Ποιος θα κατηγορήσει ανθρώπους που είναι βαθιά πεισμένοι για την αλήθεια και τη σοβαρότητα των απόψεων τους, όταν αποφασίζουν να τις διεκδικήσουν με τη βία, όταν αυτή είναι η μόνη οδός που τους έμεινε ακόμη και για να ακουστούν; Όταν τα στόματα τους είναι φιμωμένα, ποιος θα τους κατηγορήσει επειδή χρησιμοποιούν τα χέρια τους;» (Και μάλιστα, η ρητορική ερώτηση είναι πολύ πιο έντονη, γιατί ο Μill χρησιμοποιεί τη λέξη arms, που σημαίνει τόσο «χέρια» όσο και «όπλα».
Οι φιλελεύθεροι αυτοί δεν ήταν αιμοβόροι… Ακόμη και χωρίς να αποδέχονται την μαρξιστική θεώρηση του κράτους ως έκφρασης, σε τελική ανάλυση, των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, αντιλαμβάνονταν ότι η βία είναι πάντα κάτι κακό, μερικές φορές όμως είναι αδύνατο να την αποφύγουμε (όπως συμβαίνει και στις περιπτώσεις της ατομικής νόμιμης άμυνας) προκειμένου να αποτρέψουμε ένα μεγαλύτερο κακό, όπως την τυραννία ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Ακόμη και το ισχύον σύνταγμά μας, ένα κλασικό αστικό σύνταγμα, θέλει η βία να είναι το τελευταίο καταφύγιο του λαού, όταν δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αλλιώς μια βίαιη επίθεση κατά της δημοκρατίας και του πολιτεύματος. Το άρθρο 120, παρ. 4 θεωρεί την αντίσταση δικαίωμα, μαζί και υποχρέωση: «4. Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία». Όπως το έλεγαν και οι Ρωμαίοι: ο ανώτατος νόμος της πολιτείας είναι η σωτηρία του λαού.
Προφανώς, αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε αντίσταση πρέπει να είναι βίαιη. Κάθε άλλο. Στην παρούσα συγκυρία έχει έδαφος εφαρμογής όχι τόσο η παράγραφος 4 όσο η παράγραφος 2 του άρθρου 120 του Συντάγματος, η οποία έχει ως εξής: «2. Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων». Συνεπώς, οφείλουμε σεβασμό μόνο στους νόμους που είναι σύμφωνοι με το Σύνταγμα και όχι σε όλους τους νόμους. Βεβαίως, φέρουμε και το βάρος της ευθύνης, εάν αποδειχθεί ότι οι νόμοι που θεωρήσαμε αντισυνταγματικούς τελικά τα δικαστήρια αποδεχθούν ότι δεν ήσαν.
Κατά τη γνώμη μου, πάντως, τα μνημόνια όπως συνεχώς αναθεωρούνται, με την «εκτελεστική» τους νομοθεσία, αποτελούν ένα νέο «παρασύνταγμα», ανάλογο με αυτό της μετεμφυλιακής περιόδου, γιατί η εφαρμογή τους προϋποθέτει αναγκαστικά τον παραμερισμό πολλών θεμελιωδών ρυθμίσεων του οικονομικού –και όχι μόνον– συντάγματος.
Μάλιστα, η έκταση και η ένταση των επεμβάσεων που επιφέρει η βίαιη αναπροσαρμογή του ελληνικού οικονομικού συστήματος, σε συνδυασμό με την έξωθεν επιβολή της, δικαιολογεί απολύτως τον ισχυρισμό τού κάθε άλλο παρά «αντιμνημονιακού» συναδέλφου Ι. Κουκιάδη (πρώτου προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ!) ότι επιχειρείται να επιβληθεί «δίκαιο κατεχόμενης χώρας».
Η πολιτική ανυπακοή προς το μνημονιακό παρασύνταγμα, συνεπώς, αποτελεί δημοκρατικό καθήκον. Στο πλαίσιο αυτό συμπεριφορές, όπως, π.χ., η άρνηση των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων να απογραφούν, η μη πληρωμή διοδίων από το κίνημα «Δεν πληρώνω» ή η κατάληψη κτιρίων από την ΑΔΕΔΥ στο πλαίσιο απεργιακών κινητοποιήσεων, αποτελούν συνταγματικά προστατευόμενη συμπεριφορά, εκδήλωση της αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία.
Η κοινωνία έχει δικαίωμα να αντιστέκεται. Για το λόγο αυτό όσοι προσπαθούν να εξομοιώσουν ανόμοια πράγματα, όπως οι χρυσαυγίτικες δολοφονίες, ένα γιαούρτωμα ή μία μαχητική διαδήλωση (η οποία δεν αποτελεί βία, αλλά συνταγματικό δικαίωμα), στην πραγματικότητα δεν είναι αντίθετοι στη βία. Είναι αντίθετοι στο δικαίωμα της κοινωνίας να προστατεύει τον εαυτό της.
*Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Συνταγµατικού Δικαίου.
Σημειώσεις
- «A little rebellion, now and then, is a good thing, and as necessary in the political world as storms in the physical… It is a medicine necessary for the sound health of government». Buckner F. Melton Jr., The Quotable Founding Fathers: A Treasury of 2,500 Wise and Witty Quotations from the Men and Women Who Created America, 2004, 277.
- «The spirit of resistance to government is so valuable on certain occasions that I wish it to be always kept alive. It will often be exercised when wrong, but better so than not to be exercised at all». Ibidem.
- «The tree of liberty must from time to time be refreshed with the blood of patriots and tyrants. It is its natural manure». Letter to William Smith, November 13, 1787, ibidem.
- «Who can blame persons who are deeply convinced of the truth and importance of their opinions, for asserting them by force, when that is the only means left them of obtaining even a hearing? When their mouths are gagged, can they be reproached for using their arms?» J. Stuart Mill, «The French law against the Press», ed. J. M. Robson, Collected Works of John Stuart Mill, University of Toronto Press, Toronto, 1982, τ. 25, σ. 1238.