του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Έχει πάψει να αποτελεί πλέον αντικείμενο ανάλυσης η κυριαρχία της σημερινής κυβέρνησης στον μαγικό κήπο των ελληνικών μήντια. Ούτε εποχές που βυθίζονται στην αχλύ του χρόνου, όπως π.χ. η πρώτη οκταετία του ΠΑΣΟΚ, ούτε φάσεις όπου φαινόταν ο ίδιος χώρος να καλύπτει τη διακυβέρνηση ΚΑΙ την αντιπολιτευτική λειτουργία, όπως η κυρίως εποχή Σημίτη, γνώρισαν τέτοια εκδοχή μονοπώλησης επιρροής επί της μηντιακής σκηνής. Αφήνουμε κατά μέρος τους λόγους – πάντως ούτε η διαβόητη «λίστα Πέτσα» δίνει την εξήγηση, κατά την γνώμη μας, ούτε η άνθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων («των αφεντικών») στον χώρο του Τύπου και των ηλεκτρονικών Μέσων. Για άλλοτε αυτή η συζήτηση…
Πάμε όμως στην ενδιαφέρουσα ανατροπή, δηλαδή στο πώς η ίδια η κυριαρχία αυτού του είδους έρχεται και εκδικείται. Ακριβώς λόγω της μηντιακής κυριαρχίας της Κυβέρνησης και των συνεφελκομένων της, η άποψη ότι η μη-αυτοδυναμία μετά τις κάλπες του 2023 σημαίνει/θα σήμαινε/απειλεί να σημάνει πολιτική αβεβαιότητα, διεθνοπολιτική διακινδύνευση, οικονομική ανασφάλεια – όλες τις πληγές του Φαραώ, με ενθουσιώδεις περιγραφές καταστροφής – κατέληξε να είναι η κρατούσα.
Πού η εκδίκηση; Μα, αφού παραμένει η μηντιακή κυριαρχία, η εν λόγω εκδοχή όχι απλώς φιλοξενήθηκε καταιγιστικά, αλλά και σάρωσε τις αναλύσεις, τις προβολές, τα talk shows (καλά, μην βαράτε!, αυτά έχουμε), τα πρωϊνάδικα, τις παραπολιτικές στήλες. Και τις δημοσκοπήσεις, μέχρις ενός σημείου. Οπότε;
Οπότε, επειδή το γενικό κλίμα – ακόμη και των δημοσκοπήσεων, παρά ένα τράβα-σπρώξε – δεν ικανοποιεί σταθερά το αίτημα της αυτοδυναμίας, άρα οδηγεί αυτεπαλήθευση του αφηγήματος αστάθειας, η τελευταία αυτή – η αστάθεια – ήρθε να εγκατασταθεί και μεταξύ του εγχώριου commentariat, αλλά και στους ξένους pundits οσάκις αναλύουν τα της Ελλάδας. Κατέληξε – το διαπίστωσε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε roadshow στο Λονδίνο – να αποτελεί βασική ex post δικαιολόγηση της επιβράδυνσης της πορείας προς τον «εθνικό στόχο» της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελληνική οικονομία. Παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις πολλών και σημαντικών παικτών του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, η… βεβαιότητα ότι υπάρχει κίνδυνος μετεκλογικής αστάθειας, μεταθέτει για πεντέξι μήνες μετά τον σχηματισμό τελικής-τελικής Κυβέρνησης, μετεκλογικά, την σοβαρή συζήτηση περί investment grade.
Δείτε όμως και την άλλη πτυχή, του ίδιου φαινομένου της μηντιακής κυριαρχίας. Δίπλα στην εμφώλευση της άποψης ότι μόνον αυτοδυναμία στις κάλπες (δεύτερες, τρίτες, θα δούμε!) φέρνει σταθερότητα, «περνάει» στην κουρασμένη κοινή γνώμη ως αυτονόητο ότι η πρώτη κάλπη – εκείνη της απλής αναλογικής – είναι τζάμπα κόπος. Κάτι σαν φοιτητικές εκλογές, ανάδειξη 15μελους, τίποτε το αξιόλογο! Σιγά-σιγά όμως, ξύπνησε κάτι στους ίδιους τους σχεδιαστές της εκλογικής τακτικής – τι; Η αυτονόητη αντίληψη ότι όταν υποτιμάς τόσο κάτι, τότε πολύ πιθανόν ο κόσμος να μείνει σπίτι του (πλην των σταθερών δικών σου, πλην των φανατικών αντιΣΥΡΙΖΑ: όμως το άθροισμα, αρμοδίως μετρούμενο, δεν βγαίνει επαρκές. Πέραν του ότι ειδικά στα νέα ακροατήρια – ψηφίζουν οι 17ρηδες, θυμίζουμε! – παρόμοιες διακηρύξεις μπορεί να φέρουν θυμηδία. Ή και ψήφο «για πλάκα»). Εκεί, δηλαδή, που όλοι – πάντως και τα κυβερνητικά έδρανα – προσεύχονταν για αύξηση της συμμετοχής των πολιτών, βλέπουν ότι ίσως δυναμίτισαν με την βοήθεια της μηντιακής κυριαρχίας την αποχή ή/και την ψήφο ενόχλησης.
Ενδιαφέρον.