Του Ιάκωβου Τσαγγάρη*
Πραξικόπημα: «Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις ανέλαβαν πλήρως την διοίκηση της χώρας με στόχο την εκ νέου διασφάλιση και αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης, της δημοκρατίας και των ελευθεριών, την εκ νέου επικράτηση του κράτους δικαίου στην χώρα και την αποκατάσταση της διασαλευθείσας τάξεως», ανέφερε μεταξύ άλλων η ανακοίνωση την οποία οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί στην Τουρκία ανάγκασαν την εκφωνήτρια της κρατικής τηλεόρασης TRT να αναγνώσει το βράδυ της 15ης Ιουλίου 2016. Υποστηρίζοντας ότι η χώρα έχει χάσει το κύρος της διεθνώς, οι Τούρκοι στρατιωτικοί επιχείρησαν για πολλοστή φορά να πράξουν αυτό που ανέκαθεν θεωρούσαν ως καθήκον τους: την απαλλαγή της χώρας από τους «ανίκανους πολιτικούς» και επαναφορά της στον «σωστό δρόμο».
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο Τουντζά Μπενγκίν της εφημερίδας «Μιλλιέτ», φήμες για διενέργεια πραξικοπήματος ακούγονταν για ορισμένο χρονικό διάστημα πριν την 15η Ιουλίου, αλλά τόσο από πλευράς των πολιτικών όσο και από πλευράς των στρατιωτικών η απάντηση σε αυτές ήταν ότι «οι μέρες αυτές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί πλέον». Ο ίδιος υποστηρίζει ότι σε αντίθεση με τα προηγούμενα πραξικοπήματα, το τελευταίο πραξικόπημα απέτυχε διότι αντιστάθηκε σε αυτό ο λαός, οι πολιτικοί, τα ΜΜΕ και οι ΜΚΟ και ότι η περίοδος των πραξικοπημάτων στην χώρα έχει τελειώσει πραγματικά πλέον μετά την 15η Ιουλίου 2016.
Ωστόσο, η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) φαίνεται να ανησυχεί ακόμα και να μην συμμερίζεται την βεβαιότητα του εν λόγω αρθρογράφου, αφού διά στόματος του Πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ κάλεσε τον κόσμο να βγαίνει στους δρόμους τα βράδια μετά την εργασία του, με προφανή στόχο να μην αφεθεί το πεδίο ελεύθερο στους επίδοξους πραξικοπηματίες. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις του Προέδρου Ρετζέπ Ταγγίπ Έρντογαν, ο οποίος την Κυριακή 17 Ιουλίου είπε ότι δεν θα εγκαταλείψουν τις πλατείες και ότι θα διοργανώνουν συλλαλητήρια ολόκληρη την εβδομάδα. Επομένως, φαίνεται ξεκάθαρα μια προσπάθεια εκ μέρους του ΑΚΡ να συσπειρώσει τους οπαδούς του, να τους κρατάει σε εγρήγορση, να συντηρήσει το κλίμα πόλωσης στην χώρα και να χρησιμοποιήσει ξανά τις λαϊκές μάζες για αποτροπή της όποιας ενέργειας εναντίον του Έρντογαν και της κυβέρνησης των ισλαμιστών.
Ο Έρντογαν είναι αναμφίβολα ο μεγάλος κερδισμένος από τις εξελίξεις αφού:
1) Κατάφερε να βγάλει στους δρόμους τους οπαδούς του οι οποίοι φωνάζοντας «ο Αλλάχ είναι μεγάλος» διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην αποτυχία του πραξικοπήματος.
2) Κατάφερε να καταδικάσουν το πραξικόπημα και όλα τα εντός της Εθνοσυνέλευσης κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία πριν την 15η Ιουλίου βρίσκονταν σε έντονη αντιπαράθεση μαζί του. Είναι νωπές ακόμα στην μνήμη οι αντιπαραθέσεις για την άρση της βουλευτικής ασυλίας και οι δικαστικές διαμάχες του Έρντογαν με όλα τα κόμματα.
3) Απέδειξε για άλλη μια φορά ότι αποτελεί ισχυρή ηγετική προσωπικότητα για το ισλαμικό κίνημα της Τουρκίας, αλλά και για την ίδια την χώρα, αφού στους κόλπους της αντιπολίτευσης δεν φαίνεται να υπάρχει ηγέτης που να μπορεί να αναμετρηθεί μαζί του.
4) Κατάφερε να αποκτήσει ένα ισχυρό έρεισμα για να προβεί σε εκκαθαρίσεις των πολιτικών του αντιπάλων στον στρατό και αλλού και έτσι να καταστεί ισχυρότερος από ποτέ στην εσωτερική πολιτική ζωή της Τουρκίας. Δεν αποκλείεται οι εκκαθαρίσεις αυτές να συμπεριλαμβάνουν και θανατώσεις, αφού απαντώντας σε συνθήματα συμμετεχόντων σε συλλαλητήριο την περασμένη Κυριακή που ζητούσαν εκτέλεση των πραξικοπηματιών, ο Έρντογαν είπε ότι «δεν μπορούμε ποτέ να αγνοούμε την απαίτηση του λαού».
5) Με την ισχυροποίηση της θέσης του αυξάνονται οι πιθανότητες να πετύχει το σχέδιό του για τροποποίηση του συντάγματος, μετατροπή του συστήματος σε προεδρικό και συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Πάντως, μπορεί ο Έρντογαν και η παράταξή του να βγαίνουν ενισχυμένοι από το εγχείρημα για πραξικόπημα, αλλά η αβεβαιότητα στην χώρα συνεχίζεται. Οι συγκρούσεις με τους Κούρδους μαχητές του ΡΚΚ στην νοτιοανατολική Τουρκία δεν φαίνεται ότι θα κοπάσουν σύντομα, το Ισλαμικό Κράτος εξακολουθεί να αποτελεί απειλή για την χώρα και η αστάθεια συνεχίζει να πλήττει σοβαρά τον τουρισμό και την οικονομία γενικότερα, ενώ οι σχέσεις με τις γείτονες χώρες δεν βρίσκονται στο επιθυμητό επίπεδο.
Συνεπώς, το ερώτημα που τίθεται είναι το κατά πόσον οι μέθοδοι που θα χρησιμοποιήσει ο Έρντογαν για επιβολή της ισχύος του θα εντείνουν ακόμα πιο πολύ το έλλειμμα δημοκρατίας στην χώρα και τον απολυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος ή θα χρησιμοποιήσει την αυξανόμενη ισχύ του για εκδημοκρατισμό και επίλυση των προβλημάτων με τους πολιτικούς αντιπάλους του στο εσωτερικό και τους γείτονές του στο εξωτερικό. Ένας ενισχυμένος Έρντογαν θα μπορεί ευκολότερα να λύσει προβλήματα, αν φυσικά επιθυμεί να κάνει κάτι τέτοιο. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι βεβαίως ο εκδημοκρατισμός της Τουρκίας, αφού ενόσω η δημοκρατία σε μια χώρα δεν τίθεται πάνω σε γερά θεμέλια, δεν μπορούν να λυθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα αυτή. Επομένως, εφόσον συνεχίσει να συμπεριφέρεται με απολυταρχικό τρόπο το καθεστώς Έρντογαν, δεν πρέπει να νιώθει ήσυχο, ούτε αυτό αλλά ούτε η ίδια η χώρα.
Όπως επισημαίνει και ο αρθρογράφος της εφημερίδας «Ταράφ» Ιλκέρ Τσαϊλά, «τα απολυταρχικά πολιτικά καθεστώτα σε όλες τις χώρες ετοιμάζουν το έδαφος για αστάθεια και κατάρρευση των κρατικών θεσμών» και «δεν είμαστε ασφαλείς ενόσω δεν ενισχύουμε την δημοκρατία μας, δεν εξασφαλίζουμε τα βασικά δικαιώματα και ελευθερίες και δεν πετύχουμε ελευθερία σκέψης και έκφρασης». Επομένως, σε περίπτωση που η ενίσχυση του Έρντογαν έχει ως αποτέλεσμα να καταστεί πιο απολυταρχικό το ισλαμικό καθεστώς στην χώρα, ο τουρκικός λαός δεν θα μπορεί να νιώθει ασφαλής ότι δεν θα του επιβληθεί ξανά στρατιωτική δικτατορία.