Tης Σοφίας Ιορδανίδου*
Tο γενικό: Επιτέλους, ο καπιταλισμός –ας το πούμε έτσι, απλουστευτικά– μόνος του, τρέχει ανενόχλητος με πρωτοφανή ταχύτητα. Ξέγνοιαστος από αντίπαλα συστήματα με δωρεάν παροχές και κοινωνικά κράτη πρόνοιας, τα οποία συνιστούσαν ανταγωνιστική απειλή και τον υποχρέωναν να προσαρμόζεται ανάλογα, ούτως ώστε να σώζει τα προσχήματα.
Κατά τη διάρκεια της ιστορικής περιόδου ανάμεσα στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και την πτώση του Τείχους, η Δύση έζησε το «ορθολογιστικό» πρόσωπο του καπιταλισμού. Με την πολιτική να υπερισχύει του κεφαλαίου· με κράτος πρόνοιας, προσβάσιμη υγεία και παιδεία· με φορολογικό σύστημα που επέτρεψε τη μεσουράνηση της μεσαίας τάξης· και, φυσικά, με ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που διασφάλιζε την εύκολη πρόσβαση των πολλών στο χρήμα και τις πολλαπλές πιστώσεις.
Με την απειλή και το φόβο του «αντίπαλου» συστήματος, έπεισε ότι με τη δική του εκδοχή –ελευθερίας και ευημερίας– δημιουργεί πλουσιότερους, καλύτερους, δυνατότερους πολίτες, παρέχει κράτος πρόνοιας, επιτυγχάνει συμμετοχή του πολίτη. Το σύστημα το οποίο υιοθέτησε η Δύση υπερέβαλε εαυτόν, βασίστηκε στους ανοιχτούς θεσμούς του και έδωσε πολύ περισσότερα από όσα αποδείχθηκε ότι άντεχε. Και επικράτησε αφού το «άλλο σύστημα» απέτυχε να δώσει –τουλάχιστον– όσα υποσχέθηκε.
Σήμερα, με κυρίαρχα στοιχεία την υπερσυγκέντρωση του κεφαλαίου και τον πολλαπλασιασμό του κέρδους, ακολουθώντας την αδήριτη ανάγκη της επιβίωσης και χωρίς πλέον επιφυλάξεις ή δυσκολίες, το κεφάλαιο κυριαρχεί της πολιτικής. Η μεσαία τάξη επιστρέφει στην ανέχεια και το κοινωνικό κράτος πρόνοιας του ευ ζην τού 20ού αιώνα μεταπίπτει σε ένα νέο πρότυπο, που θα μπορούσε κανείς να εκλαϊκεύσει ως: «Ελάτε όλοι μαζί, να παλέψει ο καθένας για τον εαυτό του».
Το ειδικό: Οι ξέφρενες πλέον ταχύτητες του καπιταλισμού βρίσκουν την Ευρώπη –ή το γεωγραφικό σύμπλεγμα που προσδιορίζεται έτσι– να προσπαθεί ακόμη να ολοκληρώσει το ημιτελές μυθιστόρημα της ενοποίησής της, χωρίς πολιτικό όραμα. Οι πολίτες ψάχνουμε ακόμη το αξιακό σύστημα της Ευρώπης και τον πολιτισμό τον οποίο ευαγγελίστηκε εξαρχής.
Το ειδικότερο: Όσο για την Ελλάδα –και προκειμένου να δικαιολογηθεί η περιθωριοποίησή της–, φαίνεται ότι θα συνεχίσουν να την κατηγορούν για φαντασιακά και μη χαρακτηριστικά της και να την οδηγούν σε διαρκή ενδοσκόπηση, ούτως ώστε να «συμμορφωθεί». Ωσάν να ήταν/είναι σε θέση να απειλήσει ή να ανακόψει την ξέφρενη πορεία της ταχείας. Όχι ότι δεν θα υπήρχε χώρος για καλύτερο «παίγνιο», όχι ότι δεν υπήρξαν/υπάρχουν αδυναμίες, αλλά η ταχεία, για άλλους λόγους έφτασε την ιλιγγιώδη ταχύτητα – και τίποτε δεν φαίνεται να τη σταματά.
Το επιμέρους: Η ταχεία –ας μην το ξεχνάμε αυτό– διασχίζει ετούτο τον υπερ-επικοινωνιακό και υπερ-δικτυωμένο κόσμο, τον οποίο διακρίνουν τρομερές απαιτήσεις και συνεχείς αλλαγές. Μαζί της ταξιδεύει και το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Επικοινωνία και νέα Δημοσιογραφία», με βάση το τρίπτυχο Επικοινωνώ, δικτυώνομαι, δημοσιεύω, τρεις πρακτικές με καθοριστική σημασία για τη ζωή, την ανέλιξη και την επιτυχία στον νέο διασυνδεδεμένο (και κατ’ ανάγκην γενναίο) κόσμο μας.
Έναν κόσμο όπου η αξία, η εικόνα και η θέση του καθενός μας, ιδιαίτερα στον επαγγελματικό τομέα, καθορίζεται από το πόσο εύστοχα και αποτελεσματικά ασκεί την τέχνη και την τεχνική της επικοινωνίας, της δικτύωσης και της δημοσίευσης, αξιοποιώντας τα Νέα και συνεχώς μεταβαλλόμενα Μέσα.
* Η Σοφία Ιορδανίδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΚΥ και ακαδηµαϊκή υπεύθυνη του Μεταπτυχιακού Προγράµµατος Σπουδών «Επικοινωνία και νέα Δηµοσιογραφία».