Αναδημοσίευση συνέντευξης του Βαγγέλη Χωραφά, διευθυντή της ιστοσελίδας γεωπολιτικής Geoeurope.org και ειδικού σε θέματα κρίσεων, στην κυπριακή εφημερίδα “Φιλελεύθερος”
Σε πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας έχει εξελιχθεί η Ουκρανία. Η απειλή μιας νέας ρωσικής εισβολής έθεσε σε συναγερμό το ΝΑΤΟ αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τελευταίες πληροφορίες από την περιοχή κάνουν λόγο για συγκέντρωση μεγάλου αριθμού στρατιωτών με τις δύο χώρες να πραγματοποιούν στρατιωτικές ασκήσεις και να δηλώνουν έτοιμες για όλα τα ενδεχόμενα. Η Ρωσία θεωρείται πως έχει συγκεντρώσει περίπου 120.000 στρατιώτες στην περιοχή, ενώ έχουν ενταθεί οι συγκρούσεις μεταξύ ουκρανικών δυνάμεων και των υποστηριζόμενων από τη Μόσχα αποσχιστών.
Παραμένει άγνωστο αν ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα επιχειρήσει να εισβάλει εκ νέου σε ουκρανικό έδαφος ή αν απλά μπλοφάρει, θέλοντας να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν περισσότερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η ουσία είναι πως η Ουκρανία είναι απαραίτητη στους ρωσικούς σχεδιασμούς, καθώς επηρεάζει τους μελλοντικούς γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς της, επέδειξε στην συνέντευξή του ο Βαγγέλης Χωραφάς, διευθυντής της ιστοσελίδας γεωπολιτικής Geoeurope.org και ειδικός σε θέματα κρίσεων. Επιπλέον, όσο το Κίεβο διατηρεί έναν φιλοδυτικό προσανατολισμό, ανάφερε ο Έλληνας ειδικός, τόσο η Μόσχα θα βρίσκεται σε ανησυχία και θα θέλει να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο.
Από την άλλη, η Δύση έχει κάνει σαφή την υποστήριξη της στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Ουκρανίας, καθώς και στο δικαίωμα της να επιλέγει τους αμυντικούς εταίρους της. Το πρόβλημα είναι το πώς θα απαντήσει σε περίπτωση που οι κόκκινες γραμμές της παραβιαστούν. Η απειλή των κυρώσεων μέχρι σήμερα δεν ήταν αρκετή, ενώ πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί το ΝΑΤΟ ή μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να σπεύδει να συμμετάσχει σε μια στρατιωτική εμπλοκή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Η επέκταση του ΝΑΤΟ στο πρώην σοβιετικό μπλοκ είναι εις βάρος βασικών προτεραιοτήτων της Ρωσίας, κάτι που αφήνει τη Μόσχα σε ανασφάλεια, τόσο απέναντι σε γειτονικές χώρες όσο και απέναντι σε δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ που τις υποστηρίζουν. Όπως εξήγησε ο Βαγγέλης Χωραφάς μια αποτελεσματική στρατηγική για την Ουκρανία πρέπει να περιλάβει τον συστηματικότερο έλεγχο των πυρηνικών όπλων, τις δεσμεύσεις για ειρηνικές λύσεις, την ενίσχυση της ίδιας της Ουκρανίας ως κράτους, την κατάλληλη στρατιωτική βοήθεια και τις πιέσεις στον ενεργειακό τομέα περιλαμβανομένου και του Nord Stream 2. Το ουκρανικό ζήτημα προκαλεί έντονες αναταράξεις. Και οι επόμενοι μήνες θα αποδειχθούν κρίσιμη για το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση.
Γιατί το ουκρανικό ζήτημα έχει τόσο μεγάλη γεωπολιτική σημασία σχεδόν για τους πάντες (ΗΠΑ, Ρωσία, Ευρωπαϊκή Ένωση);
Στον πυρήνα της παρούσας κρίσης, όπως και αυτής του 2014, βρίσκεται ο μελλοντικός στρατηγικός προσανατολισμός της Ουκρανίας. Αν το Κίεβο θα μπορεί να επιλέξει την δική του ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, ή αν θα υποχρεωθεί να παραμείνει στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, ή ακόμα, αν θα καταλήξει ένα ουδέτερο buffer-state μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Το μέλλον της Ουκρανίας θα επηρεάσει και τον μελλοντικό γεωστρατηγικό προσανατολισμό της Ρωσίας. Χωρίς την Ουκρανία, όπως έχει επισημάνει ο Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι, η Ρωσία παύει να είναι μια αυτοκρατορία της Ευρασίας. Επιπρόσθετα, η Ουκρανία είναι απαραίτητη αν η Μόσχα επιθυμεί τη δημιουργία μιας Ευρασιατικής Ένωσης με γεωπολιτικό χαρακτήρα και όχι μόνο οικονομικό, όπως είναι η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση. Όσο η Ουκρανία διατηρεί έναν φιλοδυτικό προσανατολισμό, διατηρούνται πάντα οι πιθανότητες ένταξης της στο ΝΑΤΟ, μια εξέλιξη που αποτελεί στρατηγικό εφιάλτη για τη Μόσχα. Επιπλέον, η Μόσχα θα ήθελε να αποστρατικοποιήσει ουσιαστικά μια ζώνη της ευρωπαϊκής ηπείρου που βρίσκεται πιο κοντά στα σύνορά της, από χώρες που ήδη ανήκουν στο ΝΑΤΟ, έχοντας ταυτόχρονα τη διαβεβαίωση ότι κανένας τύπος βαλλιστικού πυραύλου ή πυραύλου Κρουζ δεν μπορεί να αναπτυχθεί εκεί.
Ουάσιγκτον και Μόσχα διαμηνύουν συνεχώς πως «θα απαντήσουν με αποφασιστικότητα» αν παραβιαστούν οι κόκκινες γραμμές τους. Ποιες είναι αυτές οι γραμμές και τι θα σημαίνει τυχόν παραβίασή τους;
Η Ρωσία αναζητά μακροχρόνιες εγγυήσεις ασφάλειας από το ΝΑΤΟ, ότι δεν θα αποδεχθεί την Ουκρανία ως μέλος του. Παράλληλα, το ΝΑΤΟ δεν θα δημιουργήσει δικές του υποδομές, ούτε και θα αναπτύξει δυνάμεις του στην Ουκρανία. Αυτές είναι οι κόκκινες γραμμές για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας. Στα γραπτά αιτήματα της Μόσχας περιλαμβάνονται και αιτήματα για να σταματήσει η ανάπτυξη δυνάμεων της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Επίσης γίνεται έκκληση για απαγόρευση αποστολής ΝΑΤΟϊκών πολεμικών πλοίων και αεροπλάνων και τη Ρωσία σε περιοχές που ο ένας μπορεί να πλήξει τον άλλον, καθώς και τερματισμό των ασκήσεων του ΝΑΤΟ κοντά στα ρωσικά σύνορα.
Η Δύση έχει κάνει σαφή την υποστήριξη της στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Ουκρανίας, καθώς και στο δικαίωμα της να επιλέγει τους αμυντικούς εταίρους της. Η Μόσχα έχει προειδοποιηθεί ότι οποιαδήποτε στρατιωτική κλιμάκωση στην Ουκρανία θα έχει σοβαρές οικονομικές συνέπειες. Η απαίτηση για γραπτή εγγύηση από την πλευρά του ΝΑΤΟ περί μη συμμετοχής της Ουκρανίας στην Συμμαχία, έχει ήδη απορριφθεί από τη Δύση, η οποία θεωρεί ότι η Μόσχα δεν έχει κανένα λόγο στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.
Πόσο πιθανό είναι το σενάριο κλιμάκωσης της έντασης και μιας στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας, είτε για να επεκτείνει εδαφικά την προσάρτηση της Κριμαίας είτε για να καταλάβει περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας;
Όλα τα σενάρια παραμένουν ανοικτά. Στη Δύση υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι η Μόσχα θα μπορούσε να περιμένει την άφιξη του χειμερινού παγετού για να ξεκινήσει μια χερσαία επίθεση και υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που μπορεί να υποδηλώνουν αυτή την πρόθεση. Η ρητορική του Κρεμλίνου άλλαξε: για πρώτη φορά η Μόσχα μιλά για έλλειψη συνθηκών ασφαλείας για τους Ρώσους πολίτες στην Ουκρανία, με την ευκαιρία της επίθεσης στην πρεσβεία της στο Λβιβ. Μια επανέκδοση της αριστοτεχνικής επιχείρησης υβριδικού πολέμου του 2014 που οδήγησε στην προσάρτηση της Κριμαίας, είναι δύσκολο να εφαρμοστεί σήμερα, δεδομένων των διαφορετικών συγκυριών που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στις περιοχές που υπερτερούν οι ρωσικοί πληθυσμοί.
Ωστόσο, δεν πρέπει να αποκλειστεί η περίπτωση ότι η Μόσχα, μπορεί να κινητοποιήσει τους παραστρατιωτικούς και στρατιωτικούς της μηχανισμούς, για να πυροδοτήσει μια προπαρασκευαστική εξέγερση για μια επέμβαση σταθεροποίησης, η οποία όμως αυτή τη φορά θα δικαιολογείται μόνο από την ανάγκη εξασφάλισης γενικών Ρωσικών συμφερόντων. Από εκεί και πέρα υπάρχουν δύο σενάρια στρατιωτικής εισβολής μικρής ή μεγάλης κλίμακας, αλλά είναι λιγότερο πιθανά. Θα πρέπει να υπάρξει casus belli και το πολιτικό τίμημα να αντισταθμίζεται από τα οφέλη. Μια μικρότερη εισβολή θα αφορά τις περιοχές που υπερισχύει το ρωσικό στοιχείο, ενώ μια μεγαλύτερη θα αφορά την κατάληψη στρατηγικών στόχων μέσα στην Ουκρανία που είναι απαραίτητοι για την ασφάλεια της Ρωσίας. Προς το παρόν, είμαστε μακριά από αυτές τις επιλογές.
Μπορεί να βρεθεί λύση στο ζήτημα της ουκρανικής κρίσης, όταν όλες οι πλευρές έχουν εκ διαμέτρου αντίθετες διεκδικήσεις αλλά και θέσεις;
Η Μόσχα έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι εάν η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της αγνοήσουν τις απαιτήσεις της, ή προσπαθήσουν να τις μειώσουν, θα υλοποιήσει «εναλλακτικές» χρήσεις βίας για να διασφαλίσει τη δική της ασφάλεια. Για τη ρωσική πλευρά, το σημαντικότερο είναι οι διμερείς διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ. Και για την Ουάσιγκτον ισχύει το ίδιο. Η Μόσχα είναι πεπεισμένη ότι εάν είναι δυνατό να συμφωνηθεί κάτι με την Ουάσιγκτον, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι και εταίροι της θα προσαρμοστούν. Αυτό καταδεικνύει, για άλλη μια φορά, πώς η μοίρα της Ευρώπης επέστρεψε στα χέρια δύο εξωτερικών παραγόντων και πιστοποιεί την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ρυθμιστή της ασφάλειας της Γηραιάς Ηπείρου.
Ο Λευκός Οίκος και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχουν επαναλάβει αρκετές φορές φορές τις τελευταίες ημέρες ότι, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν σκοπεύουν να υποταχθούν σε αυτό που στην πραγματικότητα είναι επιταγή του Κρεμλίνου, αλλά είναι δεσμευμένες στον διάλογο με τη Ρωσία και ελπίζουν να οικοδομήσουν μαζί της σταθερές και προβλέψιμες σχέσεις. Όλα αυτά δείχνουν, ότι υπάρχει πεδίο διαπραγματεύσεων, έστω και αν οι τελευταίες μπορεί να αποδειχθούν αναποτελεσματικές στην πρώτη φάση τους. Στις συνομιλίες, τα δύο μέρη προσπάθησαν να περιγράψουν μέτρα για να αποτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση και κυρίως να αποκαταστήσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Ωστόσο, όπως και στην συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν, έτσι και στις πρόσφατες συνομιλίες της Γενεύης, οι κόκκινες γραμμές μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, δεν έχουν μετακινηθεί καθόλου. Επομένως, παραμένει ανοικτό το ερώτημα ποιος από τους δύο πληρώνει περισσότερο το αδιέξοδο.
Έχει λεχθεί πως αυτή τη στιγμή ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι αποδυναμωμένος (οικονομία, ανθρώπινα δικαιώματα, κούραση εκλογικού σώματος). Ποια είναι η δική σας άποψη; Με ποιο τρόπο η κατάσταση στο εσωτερικό της Ρωσίας επηρεάζει πιστεύετε τις κινήσεις του στο εξωτερικό;
Στο εσωτερικό ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει διασφαλίσει τη συμμετοχή του στις εκλογές του 2024. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα κίνητρα του δεν εδράζονται σε αδυναμίες στο εσωτερικό μέτωπο. Η Μόσχα θεωρεί ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να επιλυθούν θέματα ασφαλείας που την απασχολούν, μέσα από συνομιλίες την Ουάσιγκτον Η θέση της Μόσχας στις συνομιλίες με την Ουάσιγκτον φαίνεται σταθερή: οι Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, πρέπει να είναι έτοιμες να συμβιβαστούν. Αυτή η στάση, μεταφράζεται καταλλήλως και για το εσωτερικό ακροατήριο.
Αν όντως ισχύουν τα σενάρια για στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία, είναι αρκετές οι απειλές για κυρώσεις και το θυμωμένο ύφος που διατηρούν Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι για να αποτρέψουν τους ρωσικούς σχεδιασμούς;
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν ένα πολιτικό δίλημμα. Από τη μια πλευρά, δεν έχουν μεγαλύτερη προτεραιότητα από την αποφυγή πυρηνικού πολέμου. Εάν συγκρουστούν με την Ρωσία για την Ουκρανία, αυξάνουν τις πιθανότητες για πυρηνικό πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, εάν επιτρέψουν στη Ρωσία να καταλάβει τμήματα γειτονικών χωρών, αποκτώντας παράλληλα τον έλεγχο των πολιτικών επιλογών αυτών των κρατών, θα επιβεβαίωναν τον πυρηνικό εκβιασμό ως εργαλείο πολιτικής. Οι περισσότερες προτεινόμενες απαντήσεις στη ρωσική στάση επικεντρώνονται σε δύο εργαλεία: τη στρατιωτική βοήθεια και τις οικονομικές κυρώσεις. Δεδομένης της σημασίας της Ουκρανίας για τη Ρωσία, κανένα από τα δύο δεν είναι πιθανό να είναι αποτελεσματικό. Η Μόσχα έχει ξεπεράσει τις κυρώσεις στο παρελθόν. Επίσης, οποιοδήποτε κόστος προκληθεί από περαιτέρω κυρώσεις, κατά την άποψη της Μόσχας, θα ήταν μικρότερο από αυτό που θα προερχόταν εάν η Ουκρανία θα ήταν ανεξάρτητη από τη ρωσική επιρροή.
Μια αποτελεσματική στρατηγική για την Ουκρανία θα πρέπει να επικεντρωθεί στη μείωση των κινδύνων βίας —όχι μόνο για ανοιχτές συγκρούσεις αλλά και για απειλές βίας, ειδικά εκείνες που υποδηλώνουν ότι θα μπορούσαν να εξεταστούν ακόμα και τα πυρηνικά όπλα— αυξάνοντας παράλληλα το κόστος ευκαιρίας. Μια τέτοια στρατηγική θα μπορούσε να περιλάβει τον συστηματικότερο έλεγχο των πυρηνικών όπλων, τις δεσμεύσεις για ειρηνικές λύσεις, την ενίσχυση της ίδιας της Ουκρανίας ως κράτους, την κατάλληλη στρατιωτική βοήθεια και τις πιέσεις στον ενεργειακό τομέα περιλαμβανομένου και του Nord Stream 2.
Ψυχρός πόλεμος και ψυχρή ειρήνη
Βιώνουν οι ΗΠΑ και η Ρωσία ένα νέο ψυχρό πόλεμο ή μήπως ο πραγματικός αντίπαλος της Ουάσιγκτον αυτή τη στιγμή είναι το Πεκίνο;
Σε ότι αφορά στην Ρωσία, οι ΗΠΑ βιώνουν ένα νέο ψυχρό πόλεμο, τον οποίο προσπαθούν να αποφύγουν. Σε ότι αφορά στην Κίνα, που είναι ο σημαντικότερος αντίπαλο των ΗΠΑ, η κατάσταση είναι διαφορετική. Εδώ έχουμε την εμφάνιση μιας ψυχρής ειρήνης. Με την ΕΣΣΔ στο παρελθόν, η αντιπαράθεση ήταν πρωτίστως στρατιωτική και δευτερευόντως οικονομική και ιδεολογική, με κύριο θέατρο την Ευρώπη. Η ψυχρή ειρήνη είναι δομικά πολύ διαφορετική, όχι μόνο επειδή η Κίνα έχει μια ισχυρή οικονομία που εξακολουθεί να αναπτύσσεται, ενώ καλύπτει τη στρατιωτική και τεχνολογική της κατωτερότητα, αλλά και λόγω του κεντρικού της ρόλου στην παγκόσμια οικονομία. Οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση της Κίνας πρέπει να είναι σε παγκόσμιο επίπεδο. Όχι μόνο στρατιωτικές, αλλά πρωτίστως τεχνολογικές, οικονομικές, πολιτικές και σε επίπεδο υποδομών. Η νέα ζώνη του μεταξιού (BRI) αλλάζει τη γεωπολιτική ολόκληρης της Ευρασίας, επηρεάζοντας επίσης την ευρύτερη Μεσόγειο και ολόκληρη την Αφρική.
Καθώς η Κίνα όσο και η Ρωσία έχουν όλο και περισσότερες αντιπαραθέσεις με τις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, το Πεκίνο και η Μόσχα βρίσκουν συνεχώς κοινό έδαφος σε ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και γεωπολιτικών θεμάτων. Πρόκειται για μια προσέγγιση που στηρίζεται σε γερές βάσεις ή ισχύει το «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου»;
Η Ευρασιατική Ολοκλήρωση δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Η «Καρδιά της Γης» του Μακίντερ δεν είναι ακόμα ενοποιημένη. Τα συμφέροντα της Ρωσίας και της Κίνας είναι συγκλίνοντα σε ότι αφορά την αντιμετώπιση των ΗΠΑ. Από εκεί και πέρα υπάρχουν διαφορές. Η περίπτωση της Ουκρανίας αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα για το πώς μπορεί να διαμορφωθούν οι σχέσεις των τριών δυνάμεων. Οι απαιτήσεις του Κρεμλίνου θεωρούνται απαράδεκτες από τον Λευκό Οίκο. Η αποδοχή τους, από την Ουάσιγκτον, θα σήμαινε απώλεια του καθεστώτος μιας παγκόσμιας δύναμης, μείωση του μεγέθους σε δευτερεύουσα δύναμη – γι’ αυτό ακριβώς το Κρεμλίνο ανέβασε τόσο πολύ τα επίπεδα – και ως εκ τούτου θα προκαλούσε μια κατάρρευση στο πιο σημαντικό μέτωπο – αυτό του Ινδο-Ειρηνικού. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκατέλειπαν την Ουκρανία, οι περιφερειακοί σύμμαχοί τους στην Άπω Ανατολή θα έχαναν πολύ εύκολα την πίστη τους στην Ουάσιγκτον και θα μπορούσαν να αποφασίσουν να ενδώσουν στην κινεζική πίεση και να εισέλθουν στη σφαίρα επιρροής του Πεκίνου.
Μεγάλη η γεωστρατηγική σημασία του Καζακστάν
Η κυβέρνηση του Καζακστάν φαίνεται πως ελέγχει και πάλι την κατάσταση με τη βοήθεια της Ρωσίας. Αυτό είναι το τέλος της κρίσης ή μήπως τώρα ξεκινά μια περίοδος εντάσεων με απρόβλεπτες συνέπειες;
Πρόκειται για το τέλος αυτής της φάσης της κρίσης. Το αν θα συνεχιστεί και το τι μορφές θα πάρει, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση, η Ρωσία φαίνεται αποφασισμένη να υπερασπίσει τα συμφέροντα της στο Καζακστάν και στην Κεντρική Ασία και όλα δείχνουν ότι μπορεί να το επιτύχει.
Μπορεί και αν ναι με ποιο τρόπο η αναταραχή στο Καζακστάν να επηρεάσει τις αντιδράσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία;
Όλα τα μέτωπα της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας (Ουκρανία, Καζακστάν, Καύκασος, Μεσόγειος, Αφρική κλπ) αλληλοσυνδέονται. Παρά τις αμφιβολίες που διατυπώθηκαν από διάφορα μέσα ενημέρωσης σε χώρες της Δύσης, η Ρωσία κατάφερε να αντιμετωπίσει δύο κρίσεις ταυτόχρονα. Είχε ήδη αναπτύξει στρατιωτικές δυνάμεις στην Ουκρανία και χρειάστηκε έναν μικρό αριθμό δυνάμεων για να αντιμετωπίσει την κρίση στο Καζακστάν. Η Μόσχα διαχειρίστηκε με επιτυχία τον χρόνο και τις στρατιωτικές της δυνατότητες, στα δύο μέτωπα. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν απένειμε τα εύσημα στον ΟΣΣΑ και φρόντισε για την προώθηση της εικόνας του οργανισμού στο εξωτερικό.
Τι επιδιώκει να κερδίσει η Ρωσία στέλνοντας δυνάμεις στο Καζακστάν; Πόσο σημαντικό είναι για τη Μόσχα το Νουρσουλτάν και γιατί;
Τοποθετημένο στο κέντρο της Ευρασίας, το Καζακστάν βρίσκεται σε έναν ζωτικό γεωγραφικό χώρο και επηρεάζει την πολιτική της Ρωσίας για επέκταση στον Νότο, ενώ είναι ένας από τους κύριους δρόμους που προτιμώνται στη στρατηγική της Κίνας για άνοιγμα στη Δύση, στο πλαίσιο της BRI. Το γεγονός ότι το Καζακστάν είναι μια χώρα διέλευσης δίνει τη δυνατότητα στις χώρες της Κεντρικής Ασίας να συνάψουν σχέσεις με τη Μόσχα και το Πεκίνο. Αυτή η κατάσταση καθιστά το Καζακστάν βασικό παράγοντα για τη Ρωσία, την Κίνα και τις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Μέχρι σήμερα στο Καζακστάν αναπτύχθηκαν τρία γεωπολιτικά σχέδια. Το αμερικανικό New Silk Road, έχει καταρρεύσει μετά και την αποχώρηση από το Αφγανιστάν. Το ρωσικό της Ευρασιατικής Ένωσης και το κινεζικό της πρωτοβουλίας BRI, βρίσκονται σε εξέλιξη. Με τα δεδομένα αυτά, η σημασία του Καζακστάν για τη Μόσχα και το Πεκίνο είναι εμφανής.