Η Άγκυρα αμφισβητεί την αδιατάρακτη ενότητα των ελληνικών θαλασσίων συνόρων, από τον Έβρο μέχρι και το Καστελλόριζο, με το αιτιολογικό ότι το Καστελλόριζο δεν ανήκει στο Αιγαίο, αλλά στη Μεσόγειο, και πιο συγκεκριμένα στη Θάλασσα της Λεβαντίνης…
ΤΟΥ ΠΑΡΗ ΚΑΡΒΟΥΝΟΠΟΥΛΟΥ*
Το Καστελλόριζο βρίσκεται στη Μεσόγειο… Ο Αχμέτ Νταβούτογλου με μία φράση του, από το 2011 ακόμη, επιδεικνύει την απόλυτη περιφρόνηση της Τουρκίας για όσα προβλέπουν συνθήκες, νόμοι και το διεθνές δίκαιο συνολικά. Χωρίς να λέει ψέματα, αλλά λέγοντας τη δική του «μισή» και διαστρεβλωμένη αλήθεια, ο Αχμέτ Νταβούτογλου περιέγραψε με μία φράση τη διαχρονική επιδίωξη της Τουρκίας να «σβήσει» από τον ελληνικό χάρτη το Καστελλόριζο. Ένα μικρό νησί, που αποτυπώνεται στο μέγεθος μιας τελείας στους ναυτικούς χάρτες, αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα των Τούρκων. Αυτή η «τελεία» στον χάρτη είναι το κλειδί που η Τουρκία προσπαθεί ν’αποκτήσει για να ανοίξει την πόρτα του θησαυροφυλακίου, που δεν είναι άλλο από τα ενεργειακά κοιτάσματα της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Για να μη μακρηγορούμε, η κατάσταση έχει ως εξής:
Με το Καστελλόριζο στην ελληνική επικράτεια, η Ελλάδα έχει κοινά σύνορα ΑΟΖ με την Κύπρο. Χωρίς το Καστελλόριζο, η ελληνική ΑΟΖ δεν μπορεί να ενωθεί με την κυπριακή και τη θέση της θα την έχει η Τουρκία. Πώς λοιπόν σβήνεις ένα νησί από τον χάρτη; Μόνο με πόλεμο; Μπορεί να τολμήσει η Τουρκία μια στρατιωτική επιχείρηση για να καταλάβει το Καστελλόριζο;
Πρακτικά δεν είναι δύσκολο. Η απόσταση από τα τουρκικά παράλια είναι μηδαμινή. Όπως λένε στρατιωτικοί, οι Τούρκοι μπορούν να περάσουν και κολυμπώντας! Το νησί δεν είναι αφρούρητο… Όπως δεν είναι και ακατοίκητο. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι η υποστήριξη στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Καστελλόριζο είναι πολύ πιο δύσκολη για την Ελλάδα, απ’ ό,τι για την Τουρκία. Μπορεί πράγματι ο πειρασμός για την Άγκυρα να ’ναι μεγάλος. Αλλά γνωρίζει καλά ότι οποιαδήποτε στρατιωτική ενέργεια θα τη φέρει αντιμέτωπη με τη διεθνή κατακραυγή. Αφήγημα για να υποστηρίξει τέτοιον παραλογισμό δεν έχει ακόμη εφεύρει η Άγκυρα. Γιατί πάντα η Τουρκία συνοδεύει τις στρατιωτικές της ενέργειες μ’ ένα «αφήγημα νομιμοποίησης», το οποίο συνήθως οι Δυτικοί σύμμαχοι ακούν με ευχαρίστηση και ανακούφιση! Τους χρειάζεται, για να μπορέσουν να αιτιολογήσουν τη σταθερά παθητική τους στάση στις τουρκικές ακρότητες.
Στην Κύπρο το 1974, ήταν το πραξικόπημα των χουντικών που έδωσε τη «νομιμοποίηση» στην Άγκυρα να επιχειρήσει τον Αττίλα. Ήταν το δεύτερο δώρο της χούντας στην Άγκυρα. Είχε προηγηθεί η απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο το 1968! Οι… υπερπατριώτες της χούντας άφηναν στρατιωτικά γυμνή την Κύπρο κι άνοιγαν τον δρόμο για την τουρκική εισβολή. Στα Ίμια το 1996, οι Τούρκοι είχαν ήδη έτοιμη τη μελέτη της Ναυτικής τους Ακαδημίας περί νησιών και νησίδων που δεν αναφέρονται σε καμία συνθήκη! Η περίφημη θεωρία των γκρίζων ζωνών.
Στο Καστελλόριζο προς το παρόν χρησιμοποιούν την τακτική του «εθισμού»!
Η δήλωση Νταβούτογλου υποστηρίζεται στην πράξη εδώ και χρόνια με μεθόδους στις οποίες η Τουρκία έχει αποδείξει ότι είναι πολύ αποτελεσματική. Το Καστελλόριζο βρίσκεται υπό μία παράδοξη πολιορκία. Κάθε ιπτάμενο μέσο που περνά πέριξ του Καστελλόριζου ειδοποιείται από τα τουρκικά ραντάρ ότι χρησιμοποιεί δήθεν τον τουρκικό εναέριο χώρο! Αυτό συμβαίνει και με τα ελληνικά ιπτάμενα μέσα, ακόμη κι αυτά που κατά καιρούς μεταφέρουν στο νησί Έλληνες επισήμους, πολιτικούς ή στρατιωτικούς! Αρκετοί από τους πιλότους ξένων αεροπορικών εταιρειών, ίσως και να ’χουν πια πειστεί ότι το Καστελλόριζο δεν ανήκει απλά… στη Μεσόγειο, αλλά στην Τουρκία!
Στην συνέντευξη που είχε δώσει ο Αχμέτ Νταβούτογλου το 2011, είχε περιγράψει το «νομικό αφήγημα» που βρίσκεται στα «σκαριά», για το Καστελλόριζο. Έλεγε τότε:
«Οι διερευνητικές επαφές έχουν ρητό στόχο να εξετάσουν όλα τα θέματα που αφορούν τις διαφωνίες μας στο Αιγαίο. Επομένως, είμαστε επικεντρωμένοι κατά προτεραιότητα στο θέμα του Αιγαίου. Ωστόσο, το Καστελλόριζο βρίσκεται στη Μεσόγειο. Σε ό,τι αφορά το νησί του Καστελλόριζου, η Τουρκία έχει βάσιμες νομικές και πολιτικές θέσεις, σε συμφωνία με το διεθνές δίκαιο και τη νομολογία των διεθνών δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένης και της Χάγης. Και γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα και η Τουρκία διαφωνούν σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Άσχετα, όμως, με τη γεωγραφική συνάφεια ή άλλα θέματα, εμείς θέλουμε να λύσουμε όλες τις διαφορές μας με την Ελλάδα το συντομότερο δυνατό».
Το νομικό καθεστώς
Το Καστελλόριζο ή Μεγίστη (επειδή είναι το μεγαλύτερο από τα νησιά του συμπλέγματος των νησιών που συγκροτούν τον ομώνυμο Δήμο), νησί με ναυτική, εμπορική και πολιτιστική παράδοση, έχει έκταση 9,1 τετρ. χλμ., μήκος ακτών 19,5 χλμ, πληθυσμό 492 κατοίκους στην απογραφή του 2011 και απέχει 1,25 ναυτικά μίλια από τις τουρκικές ακτές, 72 από τη Ρόδο, 150 από την Κύπρο και 328 από τον Πειραιά.
Με τη Συνθήκη της Λωζάνης (24.7.1923), η Τουρκία παραχώρησε στην Ιταλία (άρθρο 15) ονομαστικά 14 νησιά (Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λερός, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη Κώς, Καστελλόριζο) με τις παρακείμενες νησίδες τους.
Με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων (1947) μεταξύ Συμμαχικών Δυνάμεων και Ιταλίας, η Ελλάδα πήρε τα προαναφερθέντα από την Ιταλία (άρθρο 14).
Η γραμμή των θαλάσσιων ελληνοτουρκικών συνόρων σε αυτά, ορίστηκε ότι είναι αυτή που διέρχεται από 51 καθορισμένα σημεία, η γεωγραφική θέση των οποίων προσδιορίζεται λεπτομερώς και αναφέρεται στους βρετανικούς υδρογραφικοής χάρτες (British Admiralty) No 236, 872, 1546. Μια απλή ματιά στους χάρτες αρκεί για να διαπιστωθεί ότι το Καστελλόριζο ανήκει στην ελληνική επικράτεια.
Ο Νόμος 518/1948 «Περί προσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα» (ΦΕΚ 7Α/9-1-1948) αποτελεί ένα διαχρονικό κείμενο και τρανταχτό επιχείρημα για τη σωστή ενημέρωση γύρω από τα «Δωδεκάνησα», και φυσικά και το Καστελλόριζο, τα οποία προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα από την 28η Οκτωβρίου 1947.
Η θεωρία της μειωμένης επήρειας και η Θάλασσα της Λεβαντίνης!
Πώς επιχειρεί να ανατρέψει αυτό το καθεστώς η Τουρκία; Ο Υποναύαρχος του ΛΣ Νικόλας Παπανικολόπουλος το έχει περιγράψει με πολύ πειστικό τρόπο:
«Η Τουρκία, μετά την τελική διαμόρφωση των διατάξεων της “Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της θάλασσας 1982 — United Nations Convention on the Law of the Sea — UNCLOS 1982”, η οποία από τον OHE τέθηκε σε ισχύ στις 16.11.1994, από την Ελλάδα στις 23.6.1995 (Ν. 2321/1995) και από την Ε.Ε στις 10.12.1998 (Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 179 71998), για να διεκδικεί στο Αιγαίο, και μην έχοντας επικυρώσει τη Σύμβαση, κατά καιρούς “κατασκευάζει” ή “ανασύρει” διάφορες θεωρίες, όπως τη “Θεωρία της μειωμένης επήρειας”».
Η «Θεωρία της μειωμένης επήρειας» υπάρχει στη διεθνή νομική βιβλιογραφία, αλλά αφορά τον καθορισμό των Ζωνών του «Δικαίου της Θάλασσας» για νησιά που βρίσκονται μακριά από το σώμα του κυρίαρχου κράτους, χωρίς οποιαδήποτε γεωγραφική συνάφεια με αυτό.
Σύμφωνα με τη «Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας» (άρθρα 55 – 75), με την οποία και θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ (Α.Ο.Ζ), αυτή περιλαμβάνει τον θαλάσσιο βυθό και το υπέδαφος του, που εκτείνεται πέραν των χωρικών υδάτων μέχρι, δυνητικά, την απόσταση των 200 ναυτικών μιλιών.
Στην Α.Ο.Ζ, το κράτος δεν ασκεί πλήρη κυριαρχία (όλες τις αρμοδιότητες του κράτους), αλλά ειδικά κυριαρχικά δικαιώματα (έρευνα, εκμετάλλευση φυσικών πόρων κ.ά.) που καλύπτουν όλους του φυσικούς πόρους, ζωντανούς και μη. ΑΟΖ έχουν τα νησιά, οι νησίδες και οι βραχονησίδες, μόνον εφόσον μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση ή δική τους οικονομική ζωή.
Για ακατοίκητες νησίδες και βραχονησίδες δημιουργούνται ερωτήματα για το κατά πόσο μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να έχουν ή όχι ΑΟΖ. Για τα κατοικήσιμα όμως νησιά, όπως το Καστελλόριζο, δεν γεννάται καμία αμφιβολία.
Η έννοια της Α.Ο.Ζ, στην Ελλάδα έγινε ευρέως γνωστή αρχικά τον Φεβρουάριο του 2003 και στη συνέχεια τον Ιανουάριο του 2007, όταν η Κυπριακή Κυβέρνηση, με Πρόεδρο τον Τάσο Παπαδόπουλο, υπέγραψε συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ της Κύπρου με την Αίγυπτο και τον Λίβανο, αντίστοιχα.
Το κατόρθωμα της μαρτυρικής Κύπρου, να οριοθετήσει ΑΟΖ, έφερε στο προσκήνιο το Καστελλόριζο, το οποίο αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο της Τουρκίας στο Αιγαίο. Αναμφισβήτητα ελληνικό νησί το οποίο κατοικείται, διαθέτει δική του ΑΟΖ και αποτελεί σημείο οριοθέτησης της ελληνικής ΑΟΖ με αυτήν της Αιγύπτου και της Κύπρου.
Η θέση του έχει πανικοβάλει την Τουρκία, καθώς χάνει τα θαλάσσια σύνορά της με την Αίγυπτο και της περιορίζει την ΑΟΖ. Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, η Τουρκία δείχνει να εγκαταλείπει το casus belli για τα 12 ν.μ., με αντάλλαγμα τη συναίνεση της Ελλάδας στη «διάσπαση» του εθνικού της χώρου, διαχωρίζοντας το Καστελλόριζο από το Αιγαίο και οριοθετώντας το στη Θάλασσα της Λεβαντίνης.
Οι Τούρκοι αμφισβητούν την αδιατάρακτη ενότητα των ελληνικών θαλασσίων συνόρων, από τον Έβρο μέχρι και το Καστελλόριζο, με το αιτιολογικό ότι το Καστελλόριζο δεν ανήκει στο Αιγαίο, αλλά στη Μεσόγειο, και πιο συγκεκριμένα στη Θάλασσα της Λεβαντίνης.
Το τουρκικό πλεονέκτημα και ο ελληνικός αγαπημένος μύθος
Η στρατιωτική πίεση που ασκεί το καθεστώς Ερντογάν σε όλο το Αιγαίο, ακόμη και στον Έβρο, είναι ένα είδος προβολής ισχύος, μέσω της οποίας ηΆγκυρα εκπέμπει το
μήνυμα που λέει πως μπορεί να επιβάλλει τις επιδιώξεις της. Η Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία χρόνια της κρίσης, προσπαθεί με ελιγμούς να αποφύγει την κλιμάκωση που μέχρι κάποιο σημείο η Τουρκία δείχνει να επιδιώκει. Δεν είναι πάντα εύκολο. Πολύ συχνά, τα ελληνικά ΜΜΕ κάνουν συγκρίσεις στρατιωτικών δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία έχει ένα μεγάλο πλεονέκτήμα έναντι της Ελλάδας, το οποίο αποτυπώνεται και στη στρατιωτική της δύναμη: έχει σχέδιο και απόλυτη προσήλωση στους στόχους που έχει στην εξωτερική της πολιτική. Είτε στην εξουσία είναι οι κεμαλιστές, είτε ο ισλαμιστής Ερντογάν. Αυτό που επί χρόνια ονομάζουμε «συνδιαχείριση του Αιγαίου», αλλά και η απομόνωση, το «σβήσιμο από τον χάρτη» του Καστελλόριζου, είναι στόχοι που οι Τούρκοι ουδέποτε εγκατέλειψαν ή άλλαξαν την τακτική τους σχετικά. Αντιθέτως, στην Ελλάδα, ποτέ δεν υπήρξε μια τολμηρή προσέγγιση αντιμετώπισης των τουρκικών διεκδικήσεων. Οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, και ειδικά από την εποχή πρωθυπουργίας Σημίτη και μετά, επαναπαύθηκαν στις εύκολες επιλογές της «εξημέρωσης του θηρίου» και της «ελληνοτουρκικής φιλίας». Και τα δυο αποδείχθηκαν μυθεύματα.
Η προσήλωση των Τούρκων στην επίτευξη των στόχων τους προκύπτει και από τον τρόπο με τον οποίο εξοπλίζονται, ειδικά την περίοδο διακυβέρνησης Ερντογάν. Όπως έχει επισημάνει ο Πτέραρχος Βαγγέλης Γεωργούσης, «πριν 15 χρόνια, η εξάρτηση των εξοπλιστικών αναγκών της Τουρκίας από το εξωτερικό έφθανε στο 80%. Σήμερα είναι στο 40% με στόχο να πέσει στο 20 %»!
Τι θα γίνει μετά από τις εκλογές στην Τουρκία;
Οι πρόωρες εκλογές στην Τουρκία έκαναν πολλούς να εκφράσουν την άποψη πως μέχρι τις 24 Ιουνίου θα πρέπει να αναμένουμε ένταση, ακόμη και «θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο ή σε κάποιο άλλο σημείο της ελληνικής επικράτειας. Αυτό που συνέβη ήταν ακριβώς το αντίθετο. Το καθεστώς Ερντογάν τήρησε την παράδοση που θέλει τους Τούρκους να κλιμακώνουν εντάσεις μόνο όταν είναι απολύτως βέβαιοι για το αποτέλεσμα. Σε μια προεκλογική πορεία, κατά την οποία ο Ερντογάν παίζει το πολιτικό του μέλλον, είναι λογικό να μη θέλει να ρισκάρει ούτε στο ελάχιστο. Δεν θα διστάσει να το κάνει μετά από τις εκλογές. Ακόμη κι αν θριαμβεύσει σ’ αυτές ο Ερντογάν, είναι υποχρεωμένος να πάρει μετά από τις εκλογές μεγάλες και δύσκολες αποφάσεις. Η οικονομία της Τουρκίας καταρρέει και είναι απόλυτα εξαρτώμενη από τη Δύση. Αυτό θα κάνει πολύ δυσκολότερη τη σχοινοβασία που επιχειρεί εδώ και πολύ καιρό, σε σχοινί τεντωμένο μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον. Θα πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει.
Και ο ίδιος και η χώρα του η Τουρκία. Τα εκλογικά τρικ τελείωσαν. Πέρυσι έκανε δημοψήφισμα, τώρα εκλογές… Δεν υπάρχει άλλο χαρτί για να ρίξει στο τραπέζι και να κερδίσει χρόνο. Γι’ αυτό και η περίοδος μετά από τις εκλογές ίσως να αποδειχτεί τελικά περισσότερο επικίνδυνη για τα ελληνοτουρκικά.
Όπως και να ’χει, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών, η Αθήνα θα πρέπει να καταλάβει ότι η ανάλυση των τουρκικών προθέσεων δεν μπορεί να ’ναι το ζητούμενο. Αυτό που ψάχνουμε και κάποια στιγμή πρέπει να το βρούμε, είναι τι θέλουμε και τι μπορούμε να κάνουμε εμείς. Πώς θέλουμε και πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε και να εξουδετερώσουμε έναν παραβατικό γείτονα, ο οποίος κατά καιρούς έχει δείξει ότι δεν διστάζει να τραβήξει το σχοινί,
αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο αυτό να σπάσει.
* Δημοσιογράφος,επικεφαλής militaire.gr