του Κώστα Βενιζέλου*
Η Τουρκία δεν έχει κρυφή ατζέντα, δεν είναι απρόβλεπτη κι αυτά που εξαγγέλλει τα υλοποιεί. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Recep Tayyip Erdogan), ο οποίος κινείται για να οικοδομήσει τη νέο-οθωμανική Τουρκία, προωθεί ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, το οποίο στηρίζεται στη θεωρία του «ζωτικού χώρου», των επεκτατικών πολέμων, παραπέμποντας στους Ναζί, στον Χίτλερ («Lebensraum»). Αυτό δεν είναι υπερβολή να αναφερθεί, καθώς οι συγκρίσεις επιβεβαιώνουν σε πολλές περιπτώσεις πως ο Τούρκος Πρόεδρος ακολουθεί τη θεωρία της ναζιστικής Γερμανίας. Μια προσέγγιση, η οποία «επικαιροποιήθηκε» από ένα Τούρκο θεωρητικό, τον Αχμέτ Νταβούτογλου (Ahmet Davutoglu). Μπορεί ο τελευταίος να έχει εκπαραθυρωθεί από τον Ερντογάν, οι ιδέες του, ωστόσο, για το καθεστώς της Άγκυρας παραμένουν πάντα επίκαιρες. Αυτή τη θεωρία υλοποιεί ο Ερντογάν, στη βάση του βιβλίου του πρώην Πρωθυπουργού και πρώην υπουργού Εξωτερικών «Στρατηγικό Βάθος».
Η επιθετικότητα της Τουρκίας συνδέεται με την υλοποίηση των επεκτατικών της σχεδιασμών. Δεν μπλοφάρει κι αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όλοι. Θα έπρεπε να το είχαν συνειδητοποιήσει όλοι εξαρχής, όταν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατάφερε να πλασαριστεί στην Ευρώπη και αλλού ως ισλαμοδημοκράτης, «μοντέλο» για όλους τους μουσουλμάνους. Στην Ελλάδα και την Κύπρο, υπήρξαν πολιτικοί σχηματισμοί, πολιτικοί φορείς που παρασύρθηκαν από την αρχική στάση του Ερντογάν.
Ο μεγαλεπήβολος σχεδιασμός της «Γαλάζιας Πατρίδας», αποτελεί, λοιπόν, την επικαιροποίηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, με βασικό άξονα τις θεωρίες του «ζωτικού χώρου» και της «μεγάλης Τουρκίας». Το καθεστώς Ερντογάν θέλει να κυριαρχήσει στην περιοχή. Θέλει να καταστήσει τη Μεσόγειο τουρκική λίμνη. Αλλά δεν περιορίζεται στη Μεσόγειο.
Όταν, για παράδειγμα, «φυτρώνουν» στρατιωτικές βάσεις της Τουρκίας σε μακρινές χώρες, η Άγκυρα δείχνει τις προθέσεις της.
Σύμφωνα με τον Άγγελο Συρίγο (συνέντευξη στον Φρίξο Δαλίτη, εφημερίδα Φιλελεύθερος, Λευκωσία, 23 Αυγούστου 2020): «Το 2010-11 προσπάθησε να εκμεταλλευθεί τις αραβικές “ανοίξεις” προκειμένου να δημιουργήσει μία κοινοπολιτεία με ισλαμικές αδελφότητες στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μεταξύ 2012-2015 προσέφερε αφειδώς την υποστήριξή της στην οργάνωση “Ισλαμικό Κράτος”. Σήμερα, ενισχύει τις δυνάμεις του Σάρατζ στη Λιβύη με ακραίους ισλαμιστές. Η Ευρώπη προσεγγίζει την Τουρκία, αγνοώντας τη σημασία του πολιτικού Ισλάμ. Παλαιότερα κάποιοι έβλεπαν στο ΑΚΡ το ισλαμικό αντίστοιχο των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων της Ευρώπης. Τα περισσότερα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, περιλαμβανομένου του Τούρκου προέδρου, ανήκουν στο τουρκικό παράρτημα της ισλαμικής αδελφότητας των Νακσιμπαντί-Χαλίντι. Θέλουν η χώρα τους να αναδειχθεί σε φυσικό ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου. Οι ακραίες θέσεις τους έχουν μετατραπεί σε κυρίαρχη τάση της τουρκικής κοινωνίας. Η Τουρκία ζει την αναβίωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μέσα από έναν ακραίο ισλαμισμό. Το είδαμε με τη συμβολική κίνηση της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τέμενος».
Το 2023 συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης και τα εκατό χρόνια από την ίδρυση της νεότερης Τουρκίας, μετά την διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Ερντογάν έχει εξαγγείλει πως το 2023 η Τουρκία θα είναι μεγαλύτερη, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι κάνει ήδη λόγο για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Τον Δεκέμβριο του 2017, όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, ο Ερντογάν σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ και τον Αλέξη Παπαχελά, ήταν ξεκάθαρος: «Πρώτα και κύρια, η Συνθήκη της Λωζάννης δεν περιλαμβάνει μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρη την περιοχή. Αφορά ολόκληρη την περιοχή και ακριβώς εξαιτίας αυτού, πιστεύω, συγχρόνως, ότι όλες οι συνθήκες χρειάζονται μία επικαιροποίηση. Και η Λωζάννη, σύμφωνα με τα τελευταία γεγονότα, χρειάζεται επικαιροποίηση. Αυτή η επικαιροποίηση αφορά και την Ελλάδα, όχι μόνο την Τουρκία. Θα μπορούσε να είναι αμοιβαία επωφελής, ωστόσο υπάρχουν προφανώς όλοι εκείνοι, που δεν αντιλαμβάνονται επακριβώς τι συμβαίνει. Εκείνοι δεν έχουν μεγάλη γνώση για το τι ισχύει στη Συνθήκη της Λωζάννης, αμέσως με κατηγορούν και προσπαθούν να βρουν νέες ερμηνείες πίσω από τις δηλώσεις μου, όμως δεν υπάρχει τίποτα πίσω από αυτές τις δηλώσεις. Η ασφάλεια και η φιλία μεταξύ των χωρών μας μπορούν να κάνουν περισσότερα, για να ενδυναμώσουμε τις σχέσεις και τη φιλία μας. Η συζήτηση για τα νησιά και για άλλα θέματα συνεχίζεται, και μόνο από μια εξέλιξη τα πράγματα περιπλέκονται. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να υπερβούμε σε μία μεγάλη θάλασσα όπως το Αιγαίο. Τα ταξίδια των εμπορικών και τουριστικών πλοίων θα πρέπει να γίνονται ανενόχλητα και θα πρέπει να υπερβούμε τις όποιες περιπλοκές. Για τον λόγο αυτό φέρνω το θέμα στην επικαιρότητα».
Το διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον
Η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια ανακατανομής ισχύος στην περιοχή. Προφανώς αυτή η προσπάθεια επηρεάζεται και από την πανδημία του κορωνοϊού. Η εσωστρέφεια που επέβαλε η αντιμετώπιση της πανδημίας επέτρεψε σε κάποιες χώρες να ξεδιπλώσουν τους σχεδιασμούς τους-και κυρίως σε χώρες, όπως η Τουρκία, το καθεστώς της οποίας δεν δίνει σημασία στους πολίτες του.
Η απουσία της Αμερικής από την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου έχει δημιουργήσει κενό που θέλει να καταλάβει η Τουρκία. Αυτό προκαλεί εκ των πραγμάτων αντιδράσεις, που μέχρι στιγμής είναι περιορισμένες. Από τις χώρες της ευρύτερης περιοχής μόνο η Γαλλία φαίνεται να αντιδρά και να θέτει προσκόμματα στους μεγαλεπήβολυς στόχους της κατοχικής Τουρκίας. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, και μπήκε στο στόχαστρο του Ερντογάν.
Τι πρέπει να γίνει;
Η Τουρκία αντιμετωπίζει Ελλάδα και Κύπρο ενιαία. Αυτό θα πρέπει να γίνει και από την ελληνική πλευρά. Η Κύπρος δεν έχει από μόνη της πολλές αποτρεπτικές δυνατότητες. Η Ελλάδα έχει. Το ζητούμενο είναι να τις αξιοποιεί.
Για να αποτραπεί μια στρατιωτική σύρραξη, ένα θερμό επεισόδιο, θα πρέπει να ενισχυθεί η αποτρεπτική ικανότητα των δυο κρατών, που οφείλουν να διαμορφώσουν ένα ενιαίο πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό δόγμα.
Την ίδια ώρα θα πρέπει να αξιοποιήσουν διπλωματικά πλεονεκτήματα που έχουν και τα οποία θα πρέπει να τα αναβαθμίσουν, να τα ενισχύσουν.
Γίνεται συχνά-πυκνά αναφορά στις τριμερείς συνεργασίες, που έχουν συγκροτήσει Ελλάδα και Κύπρος στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Για να έχουν αξία αυτές οι τριμερείς πρέπει να δημιουργήσουν κοινά οικονομικά συμφέροντα, τα οποία θα διαμορφώσουν και συνεργασίες στο πεδίο της ασφάλειας. Η υπογραφή, για παράδειγμα, για τον East Med έχει πολιτική σημασία και μόνο. Πρακτικά σήμερα δεν έχει σημασία. Εκτός κι εάν βρεθεί φυσικό αέριο (από το Ισραήλ για παράδειγμα) και ξεκινήσει να διοχετεύεται με αγωγό στην Ευρώπη. Αλλά αυτό φαντάζει απομακρυσμένο και δεν θα γίνει αμέσως. Χρειάζονται μέτρα αποτροπής που θα έχουν απόδοση αμέσως.
Υπάρχουν, ως γνωστόν, δυο σχέδια για τη μεταφορά ηλεκτρισμού, από Ισραήλ και Αίγυπτο. Η προστασία, για παράδειγμα, των καλωδίων του ηλεκτρισμού, αποτελεί υπόθεση όλων των εμπλεκομένων μερών. Συνεπώς, τα οικονομικά συμφέροντα δημιουργούν και την ανάγκη προστασίας τους. Αυτό θα προσδώσει πρακτική διάσταση στις συνεργασίες και η τουρκική επιθετικότητα δεν θα είναι υπόθεση μόνο της Κύπρου, που παραμένει ο αδύναμος κρίκος, η πιο ευάλωτη. Χρειάζονται κινήσεις επιβολής τετελεσμένων και εδραίωσης σχεδιασμών, που θα λειτουργούν αποτρεπτικά στην τουρκική προέλαση.
Είναι σαφές πως χρειάζεται η διαμόρφωση ενός πλαισίου αποτελεσματικών κινήσεων. Η Τουρκία φαίνεται πως είναι αποφασισμένη να προελάσει στην περιοχή. Εισέβαλε στη Συρία με τη συναίνεση των ισχυρών, έχει ρόλο στη Λιβύη, την οποία θέλει να ελέγξει, οργιάζει στην κυπριακή ΑΟΖ, εισέβαλε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Συνεπώς, το δίλημμα που έχουμε ενώπιον μας τίθεται όσο περνά ο καιρός πιο πιεστικά και αφορά την αντιμετώπιση της Τουρκίας:
Είτε θα εκχωρήσουμε κυριαρχία στην κατοχική Τουρκία (να της παραδοθεί ο «ζωτικός χώρος», που αξιώνει) είτε θα αναζητηθούν τρόποι αποτροπής των επεκτατικών της σχεδιασμών. Εάν επιλεγεί το πρώτο σενάριο, δεν θα έχουν τέλος οι υποχωρήσεις. Το δεύτερο σενάριο δημι- ουργεί τουλάχιστον προοπτικές. Υπάρχει, άραγε, κάποιος λόγος να μη δοκιμάσουμε;
Περιθώρια για διαμόρφωση σχεδιασμών σε όλα τα πεδία υπάρχουν. Και διά της αξιοποίησης των διαφορετικών συμφερόντων, που συγκλίνουν με τα δικά μας, αλλά και με την αναθεώρηση της λογικής πως θα πρέπει να επενδύουμε μόνο στους τρίτους για να αντιμετωπίσουμε την τουρκική επεκτατική πολιτική. Η στήριξη από τρίτους είναι σημαντική, φτάνει να δημιουργούμε σε αυτούς πραγματικά συμφέροντα στην περιοχή μας. Θα είναι σημαντική εάν και εμείς θωρακίζουμε την κυριαρχία μας, χρησιμοποιώντας αποτρεπτικά εργαλεία.
Όλη αυτή την περίοδο έχει διαπιστωθεί πως την τουρκική επιθετικότητα την αντιμετωπίζουμε μόνοι μας και με αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να κινηθούμε. Η όποια υποστήριξη, πέραν από την φραστική, θα είναι καλοδεχούμενη, ποτέ όμως δεν θα είναι αρκετή για να αποτραπεί η τουρκική προέλαση.
«Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας Τούρκος»
Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο πάλαι ποτέ θεωρητικός του Ερντογάν και τέως Πρωθυπουργός της Τουρκίας, έχει διατυπώσει μια προσέγγιση σε σχέση με την Κύπρο, που είναι αποκαλυπτική των τουρκικών προθέσεων. Στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος» αναφέρει μεταξύ άλλων: «O άξονας αυτός καθ’ εαυτόν είναι ζωτικής σημασίας ανεξάρτητα από το ανθρώπινο στοιχείο που βρίσκεται εκεί. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου» (σελ. 279). Τι σημαίνει αυτό; Η Κύπρος για την Τουρκία είναι στρατηγικής σημασίας και η παρουσία των Τουρκοκυπρίων στο νησί δεν τους επηρεάζει. Δεν αποτελεί τον λόγο εμπλοκής της.
* Δημοσιογράφος, Δρ. Επικοινωνίας, συγγραφέας βιβλίων ιστορικής και πολιτικής έρευνας.