Του Αντώνη Α. Παπαγιαννίδη*
«Δεν γίνεται, θα φτάσει η εικόνα των κλειστών συνόρων και του σφαλισμένου Διαδρόμου των Δυτικών Βαλκανίων στους επίδοξους αυριανούς, που θα ‘θελαν να δοκιμάσουν την τύχη τους στο Αιγαίο…».
Τι άλλο παρά επικοινωνία ήταν η ιδιότυπη «ψήφος εμπιστοσύνης» προς τον Αλέξη Τσίπρα από το ιδιαίτερο δίδυμο Μισέλ Σαπέν/Βόλφγκανγκ Σόιμπλε; «Εγώ τον εμπιστεύομαι» πήρε την πρωτοβουλία να απαντήσει πρώτος ο Γάλλος, σε ερώτηση δημοσιογράφου. «Φυσικά κι εγώ» συνεισέφερε παρευθύς και ο Σόιμπλε.
Το σχόλιο ακούστηκε λίγο μόλις μετά την κατάληξη μιας ακόμη Κορυφής για το Προσφυγικό και της διατύπωσης της συμφωνίας (ας πούμε) ΕΕ-Τουρκίας. «Και τώρα, πώς επικοινωνείται αυτό το πράγμα; Ποιος το επικοινωνεί και με ποιον τρόπο;».
Αφήνοντας κατά μέρος την αστοχία της διατύπωσης – το καημένο το «επικοινωνώ» έχει σταθερά πλέον ταλαιπωρηθεί από την αμετάβατη φύση του, ενώ η παθητικότητα που του προσδίδεται απλώς ολοκληρώνει την κακοτυχία του… – εκείνο που κρύβει/αποκαλύπτει η αγωνία αυτής της διατύπωσης είναι η ένταση που έχει προσλάβει η επικοινωνία (κοντέψαμε να γράψουμε «επικοινώνηση») της πολιτικής στα αβαθή της πρόσφατης ελληνικής εμπειρίας.
Όποιος είχε την τύχη να παρακολουθήσει τις προσεγγίσεις των σεμιναρίων «Η πολιτική επικοινωνία στην πράξη» (είχαν πραγματοποιηθεί στην ενδιαφέρουσα, ούτως ή άλλως, περίοδο 2006-2011) θα πρέπει να έχει συμβιβαστεί με την αξιωματική σχεδόν διατύπωση «Πολιτική και επικοινωνία είναι έννοιες αδιαίρετες». Ή πάλι «Κάθε πολιτική έχει (ή: κουβαλάει) και την επικοινωνία της!».
Όταν όμως μια πολιτική καταλήγει να αποκρυσταλλώνεται σε κείμενα όπως της συμφωνίας της 18ης Μαρτίου/Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας ή ήδη των Συμπερασμάτων της Κορυφής των «28» της ΕΕ της 17ης-18ης Μαρτίου, κείμενα όπου η λειτουργική υποκρισία έρχεται να συνδυαστεί με τη δημιουργική ασάφεια και εν τέλει την (βοηθητική των δυο προηγούμενων!) τεχνοκρατική ερμητικότητα, πώς να μην υποκύψει κανείς στον πειρασμό να διαχειριστεί την κατάσταση ευθέως μέσα από την επικοινωνία; Και μόνον…
Όταν, δε, η σκληρή πλευρά της πολιτικής – η μαζοποίηση των προσφύγων/μεταναστών με την εξάλειψη κάθε ανθρώπινης ατομικότητάς τους, αχνή μνήμη της οποίας άφηναν να διαφαίνεται οι αναφορές στο ανθρωπιστικό δίκαιο όλον αυτόν τον καιρό – έφθανε σε αφόρητο επίπεδο, ποια καλύτερη επικοινώνηση (πάλι το διαπράξαμε!) του αδιανόητου, δηλαδή της απόλυτης, αυτάρεσκης, σχεδιασμένης και κυνικά υλοποιούμενης απουσίας του Κράτους από την παγίδα της Ειδομένης, από την ίδια την εικόνα της εγκατάλειψης των ανθρώπων – εκτός πια κι αν τους αρνούμεθα αυτήν την ιδιότητα, αν δηλαδή τους βλέπουμε τους πρόσφυγες/μετανάστες (αλήθεια, εσείς πού ακριβώς διαφοροποιείτε ένα 8χρονο ή και 11χρονο ασυνόδευτο ως προσφυγάκι ή αντίθετα ως παράτυπο μεταναστάκι;) ως πιόνια της ιστορίας και των διεθνών σχέσεων – στις λάσπες και τον σκουπιδότοπο.
Ποια πιο πειστική αποτροπή από την εικόνα εκείνην που τόσοι είδαν ανά τον κόσμο – μαζί με τα σκυλιά/attack dogs και τα (ευρωπαϊκότατα) δακρυγόνα και χημικά από την άλλη πλευρά του (διπλού, ευρωπαϊκότατου επίσης) φράχτη με αγκαθωτό σύρμα στην πλευρά της Γευγελής; «Δεν γίνεται, θα φτάσει η εικόνα των κλειστών συνόρων και του σφαλισμένου Διαδρόμου των Δυτικών Βαλκανίων στους επίδοξους αυριανούς, που θα ‘θελαν να δοκιμάσουν την τύχη τους στο Αιγαίο…».
Όμως, τι άλλο παρά επικοινωνία ήταν – στο άλλο μέτωπο, αυτό: σ’ εκείνο της πορείας εφαρμογής του Μνημονίου-3 «μας» και της διαβόητης αξιολόγησης/review – η ιδιότυπη «ψήφος εμπιστοσύνης» προς τον Αλέξη Τσίπρα, που δόθηκε από το ιδιαίτερο δίδυμο Μισέλ Σαπέν/Βόλφγκανγκ Σόιμπλε; «Εγώ τον εμπιστεύομαι» πήρε την πρωτοβουλία να απαντήσει πρώτος ο Γάλλος, σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν εμπιστεύονται σήμερα στην Ευρώπη τον Αλέξη Τσίπρα. «Φυσικά κι εγώ» συνεισέφερε παρευθύς και ο Σόιμπλε. Το δίδυμο Σαπέν-Σόιμπλε είπε, με την ίδια ευκαιρία, αρκετά ακόμη ως προς τη συνέχιση της προσπάθειας προσαρμογής – «θα πρέπει να προχωρήσει την προσπάθεια μέχρι το τέλος» (και να βοηθηθεί γι’ αυτό) – αλλά και σχετικά με την αντιμετώπιση του Προσφυγικού, ή πάλι για το πολυπόθητο άνοιγμα του ζητήματος του χρέους.
Εκεί όμως που θα ‘πρεπε να δοθεί μεγαλύτερη σημασία ήταν στην πρωτοβουλία του Μισέλ Σαπέν να θυμίσει ότι «πριν από την τωρινή Κυβέρνηση υπήρξαν κι άλλες» όπως της Δεξιάς αλλά και του ΠΑΣΟΚ «που δεν έκαναν τις απαραίτητες προσπάθειες, ενώ σήμερα έχουμε μια Κυβέρνηση που προσπαθεί». Ποια πιο επικοινωνιακή προσέγγιση;
Μην πάμε πολύ παρακάτω. Όμως κι ας μην παραπονιόμαστε που το πολιτικό «μας» σύστημα παραδίδεται τόσο χαλαρά στη σαγήνη της επικοινωνίας αντί για τη δύσβατη πορεία της ίδιας της πολιτικής. Η οποία θέλει χάραξη, εξειδίκευση σε μέτρα, δοκιμασία, εφαρμογή, αξιολόγηση, αναθεώρηση, ξαναστήσιμο, νέα προσπάθεια – ουφ, κουράζεσαι μόνο και να τα λες!
Ενώ η επικοινωνία…