Το Ριάντ έχει ανησυχήσει πάρα πολύ από το γεγονός ότι υπάρχει πλέον, μετά τις εξελίξεις σε Ιράκ και Συρία, διάδρομος ιρανικής κυριαρχίας από την Τεχεράνη μέχρι τη Βηρυτό
ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΜΑΥΡΟΥΛΗ*
Το τελευταίο «επεισόδιο» με την παραίτηση του πρωθυπουργού Hariri και την μετέπειτα ανάκλησή της ανέδειξε το βαθύτερο υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας που αποτυπώνεται στην ίδια την οργάνωση της δομής εξουσίας της: τον γόρδιο δεσμό περιφερειακών και παγκόσμιων ανταγωνισμών που «συγκρούονται» επί λιβανικού εδάφους με θρησκευτικό μανδύα.
Ένας πρωθυπουργός αναχωρεί από τη χώρα του για επίσημη επίσκεψη σε άλλη χώρα. Εκεί ανακοινώνει την παραίτησή του επικαλούμενος την ασφάλειά του και κατηγορώντας μια τρίτη χώρα για παρεμβάσεις διά των πολιτικών του αντιπάλων, οι οποίοι δεν την κάνουν δεκτή. Μετά από έντονο διεθνές παρασκήνιο επιστρέφει και «παγώνει» την παραίτησή του. Και όλα «επανέρχονται» στην κανονικότητα. Ή μήπως όχι; Δεν είναι σενάριο ταινίας. Είναι τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν τον
Νοέμβριο του 2017 στον Λίβανο. Και παρά το ότι μοιάζουν πολύ με επιστημονική φαντασία, ουδείς «έπεσε από τα σύννεφα». Αντίθετα, όλοι κατέταξαν και αυτή την «περιπέτεια» στα απανωτά επεισόδια «μη κανονικότητας» στην πολιτική ζωή ενός τόπου που έχει σημαδευθεί ακριβώς από τέτοιους είδους γεγονότα.
Τα σενάρια πίσω από το γεγονός
Στις 4 Νοεμβρίου, ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Saad Hariri αιφνιδίασε τους πάντες παραιτούμενος σε ζωντανή σύνδεση από την πρωτεύουσα της Σ. Αραβίας. Είπε ότι φοβάται πως θα έχει την ίδια τύχη με τον πατέρα του1 (Rafik Hariri, που δολοφονήθηκε σε βομβιστική επίθεση στη Βηρυτό στις 14 Φεβρουαρίου 2005, πίσω από την οποία οι φιλοαμερικανικές δυνάμεις «είδαν» τη Hezbollah, και πίεσαν για να πετύχουν την αποχώρηση του συριακού στρατού από τον Λίβανο, όπου βρίσκονταν ως εγγυήτριες δυνάμεις μετά την εφαρμογή της συμφωνίας του Τάεφ με την οποία έληξε ο πολυετής εμφύλιος πόλεμος). Και κατηγόρησε το Ιράν για ανάμειξη στα εσωτερικά άλλων αραβικών χωρών κατονομάζοντας τη Hezbollah.
Ένα από τα σενάρια πίσω από αυτόν τον αιφνιδιασμό ήταν οικονομικής φύσης. Ήδη από τη δεκαετία του ’70, η οικογένεια Hariri είχε στενούς οικονομικούς δεσμούς με τη Σ. Αραβία, όπου είχε έδρα και η οικογενειακή εταιρεία Oger, μία από τις μεγαλύτερες στις κατασκευές. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, η Oger έκλεισε όλες τις δραστηριότητές της στο βασίλειο το καλοκαίρι του 2017, κυρίως λόγω των μέτρων «λιτότητας» που έλαβε η νέα σαουδαραβική ηγεσία, αλλά και του «πολέμου
κατά της διαφθοράς» που κήρυξε ο νέος ισχυρός άνδρας της χώρας, ο πρίγκηπας διάδοχος Muhammad bin Salman. Μάλιστα, ορισμένες πηγές υποστήριξαν ότι το Ριάντ κατέσχεσε σχεδόν το σύνολο των λογαριασμών της εταιρείας. Μια δεύτερη εκδοχή, που έρχεται να συμπληρώσει παρά
να διαψεύσει την πρώτη, είναι η γεωπολιτική. Μία μέρα πριν ταξιδέψει στο Ριάντ, ο Hariri φέρεται να είχε μυστική συνάντηση με τον Ali Akbar Velayati, τον πλέον στενό σύμβουλο του Ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη του Ιράν, Ayatollah Khamenei. Το τι συζητήθηκε στη συνάντηση δεν έγινε γνωστό. Ήταν αυτή η συνάντηση, εφόσον έγινε, που εξόργισε τη Σ. Αραβία.
Ιράν – Σ. Αραβία: ο ψυχρός πόλεμος
Ιράν και Σ. Αραβία δεν περίμεναν τον Hariri να επηρεάσει τη σχέση τους. Με μανδύα τα δύο μουσουλμανικά δόγματα που εκπροσωπούν (σιισμός το Ιράν, ακραία -παραδοσιακή-έκφραση σουνισμού, και ουαχαμπιτισμός η Σ. Αραβία) δι αγκωνίζονται για την κυριαρχία επί των μουσουλμανικών χωρών. Το διακύβευμα είναι οι πλουτοπαραγωγικές πηγές των τελευταίων, ο έλεγχος της γεωστρατηγικής τους θέσης και η άσκηση (θρησκευτικής) επιρροής επί εκατομμυρίων ανθρώπων, κάτι που μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός άσκησης πίεσης για τη διαφύλαξη ή την προώθηση συγκεκριμένων συμφερόντων. Το κόστος σε ανθρώπινες ζωές ανυπολόγιστο. Μέχρι στιγμής επιλέγουν τους πολέμους διά αντιπροσώπων, που έχουν αιματοκυλίσει όλη την περιοχή προκαλώντας πρωτοφανείς ανθρωπιστικές τραγωδίες, όπως συμβαίνει τώρα στην Υεμένη. Συνασπισμός σκληρών σουνιτικών δυνάμεων υπό τη Σ. Αραβία, με αμερικανική υποστήριξη, συγκρούεται με ενόπλους της πληθυσμιακής σιιτικής μειοψηφίας των Χούθι, που φέρεται να υποστηρίζεται από το Ιράν, και, λόγω αποκλεισμού, έχει καταδικάσει σε θάνατο έναν ολόκληρο λαό χωρίς να υπάρχει καμία αντίδραση από την «ευαίσθητη» για τα… ανθρώπινα δικαιώματα «διεθνή κοινότητα». Περισσότεροι από 900.000 άνθρωποι υποφέρουν από χολέρα, ενώ εκατομμύρια λιμοκτονούν. Οι δύο πλευρές συγκρούστηκαν και επί συριακού εδάφους, ενώ ο διαγκωνισμός τους εκφράστηκε και στην περίπτωση του Κατάρ. Και εκδηλώνεται επί δεκαετίες, εκτός των άλλων, και στον Λίβανο.
Κατά τον Gilbert Achcar, καθηγητή Αναπτυξιακών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, το Ριάντ έχει ανησυχήσει πάρα πολύ από το γεγονός ότι υπάρχει πλέον, μετά τις εξελίξεις σε Ιράκ και Συρία, διάδρομος ιρανικής κυριαρχίας από την Τεχεράνη μέχρι τη Βηρυτό. «Όταν ανέλαβε τα ηνία ο νυν βασιλιάς Salman έγινε στροφή στην εξωτερική πολιτική στην κατεύθυνση της ενοποίησης όλων των σουνιτικών δυνάμεων απέναντι στο Ιράν. Η κλιμάκωση αυτή οδήγησε στο πρόσφατο επεισόδιο με το Hariri. Το μήνυμα που έστειλαν οι Σαουδάραβες είναι ότι δεν θέλουν ο άνθρωπός τους, ο Hariri, να συμμετέχει σε μια κυβέρνηση με τη Hezbollah, η οποία κυριαρχείται από ανθρώπους του Ιράν», σημειώνει.
«Η Σ. Αραβία έχει ήδη μακρά σειρά αποτυχιών, στη Συρία, στο Ιράκ, στην Υεμένη και κατηγορεί τη Hezbollah. Έτσι τα εσωτερικά προβλήματα του οίκου των al Saud οδηγούν στα δραματικά γεγονότα με τον Hariri», εκτιμά μιλώντας στη Δημοσιογραφία ο Abed Rahman Orabi, ανταποκριτής του δικτύου Al Araby al Jadeed στον Λίβανο. Με την εκτίμηση αυτή συμφωνεί και ο Walid Elias, ανταποκριτής της ΕΡΤ στη Βηρυττό, κάνοντας λόγο για επίδειξη δύναμης από το Ριάντ που συνειδητοποιεί ότι χάνει την επιρροή του στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα συντάσσεται στη γραμμή του Trump και του Ισραήλ ενάντια στο Ιράν. Προσθέτει ότι «εμφανίστηκαν πληροφορίες στον αραβικό Τύπο ότι ο πρίγκηπας διάδοχος της Σ. Αραβίας επιδιώκει στρατιωτική συμμαχία με το Ισραήλ κατά του Ιράν. Το αντάλλαγμα είναι το Ριάντ ν’ ασκήσει πίεση στους Παλαιστινίους να δεχθούν τους ισραηλινούς όρους για την επίτευξη “λύσης” στο Παλαιστινιακό χωρίς επιστροφή προσφύγων ή κατεχομένων εδαφών κι χωρίς πρωτεύουσα των Παλαιστινίων την Ανατολική Ιερουσαλήμ».
Το τέλος του θρίλερ
Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την παραίτησή του, ο Hariri επιστρέφει στον Λίβανο, όπου αναστέλλει μέχρι νεοτέρας την παραίτησή του και μιλά για ενότητα.12,13 Μπορεί η πολιτική του ιστορία να χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλες υπαναχωρήσεις, όπως σχολιάζει ο Abed Rahrman Orabi, φαίνεται όμως ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση αναζητούσε μια διέξοδο και του την πρόσφεραν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, όπως σημειώνει στη Δημοσιογραφία η Dima Charif, ανταποκρίτρια του al Jazeera στον Λίβανο. Ο πρόεδρος του Λιβάνου Michel Aoun και ο ηγέτης της Hezbollah, Sayed Hassan Nasrallah, πολιτικοί σύμμαχοι μεταξύ τους και αντίπαλοι του Hariri, τήρησαν κοινή γραμμή. Ο πρώτος δεν έκανε δεκτή την παραίτηση και ο δεύτερος μίλησε για «κράτηση» και «επιθετική πράξη» απέναντι στον Λίβανο. Η στάση αυτή αιφνιδίασε τη σαουδαραβική ηγεσία και την αποξένωσε ακόμη και από υποστηρικτές της, εντός της λιβανικής πολιτικής σκηνής. Η Hezbollah, αντίθετα, εμφανίστηκε ως εγγυήτρια της κυριαρχίας της χώρας.
«Ο Aoun και η Hezbollah αντέδρασαν έξυπνα. Αρνήθηκαν την παραίτηση και έστειλαν σε ευρωπαϊκή περιοδεία τον υπουργό Εξωτερικών Gebran Basil για να θυμίσει στην Ευρώπη τον μεγαλύτερο εφιάλτη της: τον κίνδυνο μιας αποσταθεροποίησης του Λιβάνου, που θα πυροδοτήσει νέο μεγάλο προσφυγικό κύμα προς αυτήν, καθώς στον Λίβανο φιλοξενούνται περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Σύριοι πρόσφυγες. Αυτό ήταν αρκετό για να κινητοποιηθεί η ΕΕ», επισημαίνει ο Abed Rahman Orabi.
«Η λιβανική πολιτική ηγεσία λειτούργησε με ψυχραιμία και απέτρεψε τον διχασμό, καταγγέλλοντας ξένη παρέμβαση και ενεργοποιώντας την ξένη, κυρίως την ευρωπαϊκή, διπλωματία», τονίζει και ο Walid Elias: «Το Ριάντ μιλούσε για παραιτηθέντα Hariri, η ΕΕ μιλούσε για πρωθυπουργό».
Ενότητα πετρελαίου, αερίου, εξουσίας και… προσφυγικό
Η πολιτική σταθερότητα στον Λίβανο, παρά τις κατά καιρούς εντάσεις, διατηρείται από το 2005 και μετά, χάρη στη συγκυριακή ευθυγράμμιση περιφερειακών και εσωτερικών συμφερόντων. Οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις (η φιλοσυριακή Συμμαχία της 8ης Μαρτίου και η φιλοαμερικανική της 14ης Μαρτίου) έχουν πολλά να χάσουν, πολιτικά και οικονομικά, από μια αποσταθεροποίηση.
H εύθραυστη ισορροπία αποκρυσταλλώθηκε στην εκλογή Aoun στην προεδρία τον Οκτώβριο του 2016, οπότε έληξε ένα δίχρονο αδιέξοδο, κατά το οποίο η χώρα δεν είχε πρόεδρο και κατ’ επέκταση εκτελεστική εξουσία, αφού ελλείψει προέδρου δεν οριζόταν κυβέρνηση. Ο Abed Rahman Orabi
σημειώνει ότι ο Hariri, το 2016, δέχθηκε να στηρίξει τον Aoun για πρόεδρο, τον σημαντικότερο σύμμαχο της Hezbollah, με αντάλλαγμα την πρωθυπουργία σε μια συμφωνία που για πρώτη φορά από το τέλος του εμφυλίου «δεν ήρθε έτοιμη απ’ έξω». Το άγνωστο κομμάτι της συμφωνίας, υποστηρίζει, είναι ότι οι δύο πλευρές συμφώνησαν να μοιράσουν μεταξύ τους τα κέρδη από τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας (αέριο, πετρέλαιο) και από τον τηλεπικοινωνιακό τομέα.
Επιπλέον, έχουν προγραμματιστεί βουλευτικές εκλογές για τις 6 Μαΐου 2018, μετά από περίπου μία 10ετία. «Κανείς δεν μπορούσε ν’ αντέξει μια παραίτηση Hariri τώρα. Είναι χρονιά εκλογών και μόλις άρχισαν οι εξορύξεις πετρελαίου», σημειώνει η Dima Charif. Από την άλλη, η Ευρώπη δεν μπορούσε
ν’ «αντέξει» ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση του Λιβάνου, ούτε από διπλωματικής, ούτε από οικονομικής, αλλά ούτε και από «προσφυγικής» πλευράς στην παρούσα φάση. Εξού και η γρήγορη αντίδραση, κυρίως από γαλλικής πλευράς, μια κίνηση που στήριξαν οι ΗΠΑ. Οι επιλογές του νέου ισχυρού άνδρα της Σ. Αραβίας φάνηκε να αιφνιδιάζουν δυσάρεστα πολλές πρωτεύουσες. Γαλλία, Γερμανία και Αίγυπτος έσπευσαν εξαρχής να «αποκαταστήσουν» την ηρεμία και οι ΗΠΑ δεν φάνηκαν να ενοχλούνται.
Ο Hariri από το Ριάντ μετέβη στο Παρίσι, και από εκεί με στάσεις (και συναντήσεις που κατά πολλούς εκτιμάται ότι είχαν σχέση και με την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της περιοχής) σε Κύπρο και Αίγυπτο, επέστρεψε στη Βηρυτό. Ο Walid Elias θυμίζει ότι, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, ο Macron είχε μυστική συνάντηση με τον Αιγύπτιο πρόεδρο al Sisi στην Κύπρο, στο περιθώριο της τριμερούς Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου.
Νηνεμία μέχρι την επόμενη καταιγίδα
Η συγκυριακή (συμφεροντολογική) σύμπνοια στην εσωτερική πολιτική σκηνή του Λιβάνου και το ενδιαφέρον, κυρίως ευρωπαϊκών, δυνάμεων για σταθερότητα δεν σηματοδοτούν απαραίτητα το τέλος των περιπετειών. «Στον Λίβανο κάθε περιστατικό ασφαλείας (δολοφονίες, θρησκευτικές συγκρούσεις κ.λπ.) μπορεί να οδηγήσει σε χάος», σημειώνει ο Abed Rahman Orabi, τονίζοντας ότι προς το παρόν επικρατεί ηρεμία. Όπως προσθέτει, εξίσου σημαντικός είναι ο φόβος της οικονομικής αστάθειας από τυχόν σαουδαραβικά μέτρα κατά του Λιβάνου. Οι εξελίξεις αυτές θα μπορούσαν να είναι προάγγελος μιας νέας σύγκρουσης μεταξύ Ιράν – Σ. Αραβίας σε κάποιο σημείο της ευρύτερης περιοχής, θεωρώντας απίθανο αυτό να είναι ο Λίβανος, αν και θα επηρεαστεί, σημειώνει η Dima Charif.
Απίθανο θεωρεί το ενδεχόμενο νέου εμφυλίου και ο Walid Elias, λόγω της εσωτερικής και εξωτερικής συγκυρίας, ωστόσο συμπληρώνει ότι δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί τίποτε από πλευράς Ισραήλ (πιθανώς σε συνεννόηση με τη Σ. Αραβία), κάτι που θα σημάνει γενικευμένη αποσταθεροποίηση (Συρία, Παλαιστίνη, Κύπρος κ.λπ.) Έδαφος πρόσφορο για αντιπαραθέσεις. Είναι, όμως, κυρίως η δομή της νομής της εξουσίας που καθιστά τον Λίβανο πρόσφορο «πεδίο βολής» ξένων συμφερόντων ανά πάσα στιγμή. H Συμφωνία του Τάεφ (1989), που έδωσε τέλος στον αιματηρότατο εμφύλιο, αναπαράγει τον διχασμό στη βάση των θρησκευτικών δογμάτων. Η Προεδρία της Δημοκρατίας προορίζεται για τους Μαρωνίτες Χριστιανούς, η Πρωθυπουργία για τους Σουνίτες και η Προεδρία του Κοινοβουλίου για τους Σιίτες. Ο περιορισμός των εξουσιών του προέδρου και η ενίσχυση αυτών του πρωθυπουργού και του προέδρου της Βουλής αποκρυστάλλωσαν, μαζί με την υιοθέτηση της αναλογίας εκπροσώπησης στο κοινοβούλιο (64– 64) μεταξύ Χριστιανών – Μουσουλμάνων, τις προσπάθειες «δικαιότερης κατανομής της εξουσίας». Οι Σουνίτες, όμως, και ιδιαίτερα οι Σιίτες είναι δυσαρεστημένοι, καθώς είναι η πλέον πολυπληθής κοινότητα. Βασικό χαρακτηριστικό του εκλογικού συστήματος είναι η «διανομή ανά θρησκευτικό δόγμα». Και η αρχή αυτή δεν αλλάζει ούτε με τον νέο εκλογικό νόμο. Εφόσον εύθραυστο κράτος ορίζεται εκείνο στο οποίο ένας τουλάχιστον από τους τομείς του αντιμετωπίζει άμεση απειλή (δηλαδή είναι ιδιαίτερα ευάλωτος απέναντι σε ενδογενείς και εξωγενείς κρίσεις, όπως και απέναντι σε συγκρούσεις τοπικού ή διεθνούς χαρακτήρα) και του οποίου το θεσμικό σύστημα στηρίζεται σε συνθήκες που εκκολάπτουν ενδεχόμενες κρίσεις (π.χ. εξουσία στη βάση θρησκείας ή εθνοτήτων), τότε ο Λίβανος είναι ίσως το πλέον τυπικόπαράδειγμα. Στη χώρα συμπλέκονται οι συνέπειες τριών αντιπαραθέσεων: της σύγκρουσης Λιβάνου – Ισραήλ με το δεύτερο να απειλεί διαρκώς με πόλεμο και να προβαίνει σε αλλεπάλληλες κατοχικές προκλήσεις προς την Παλαιστίνη με τη στήριξη Trump, των ενδοαραβικών ανταγωνισμών και της ευρείας αντιπαράθεσης του αραβικού κόσμου με μεγάλες δυτικές δυνάμεις που επιδιώκουν να διατηρήσουν ή να διευρύνουν τον έλεγχό τους επί της, πολύτιμης γεωστρατηγικά, ενεργειακά και οικονομικά, περιοχής, παρεμβαίνοντας ωμά και υποστηρίζοντας ακόμη και τις πιο αντιδραστικές μορφές πολιτικής έκφρασης είτε πρόκειται για οργανωμένα κράτη, π.χ. Σ. Αραβία, είτε για οργανώσεις όπως το ISIS.
Η τελευταία έκφραση των αντιπαραθέσεων αυτών αφορά δύο άξονες: από τη μία, τον άξονα Ιράν – Συρία – Hezbollah και, από την άλλη, τον Hariri – ΗΠΑ – Σ. Αραβία. Η χώρα ακροβατεί στο ρήγμα που έχει προκληθεί από τον περιφερειακό και διεθνή ανταγωνισμό συμφερόντων. Και το ρήγμα αυτό φαίνεται να διαιωνίζεται με απρόβλεπτες και επικίνδυνε; συνέπειες που δεν αφορούν μόνο τον Λίβανο.
* Διδάκτορας Γενικού Τμήματος Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο, συντακτική ομάδα ToPeriodiko.GR