Του Νίκου Χριστοδουλίδη*
Από τη μελέτη των κατά καιρούς πρωτοβουλιών για την επίλυση του Κυπριακού προκύπτει ξεκάθαρα ότι αυτές ήταν περισσότερο αποτέλεσμα παραγόντων σε συστημικό επίπεδο (δηλαδή περιφερειακών και διεθνών παραμέτρων) παρά εσωτερικών, όπως τα δεδομένα στο νησί και οι επιθυμίες του λαού της Κύπρου. Η ανάγκη, δηλαδή, διευθέτησης του Κυπριακού, απέρρεε κατά κύριο λόγο, από τις συνθήκες που επικρατούσαν σε περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον την εκάστοτε περίοδο και, πιο συγκεκριμένα, από τις ανάγκες και τις προτεραιότητες όχι των Κυπρίων αλλά των υπόλοιπων πρωταγωνιστών. Κατ’επέκταση,και ως φυσιολογική εξέλιξη, και το περιεχόμενο των κατά καιρούς πρωτοβουλιών ή σχεδίων λύσης εξυπηρετούσε εν πολλοίς τις ανάγκες εκείνων που είχαν την πρωτοκαθεδρία στο Κυπριακό και όχι εκείνων που θα έπρεπε να εφαρμόσουν μια ενδεχόμενη λύση.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, βασικό κριτήριο της προσέγγισης που ακολουθήθηκε από το 2013 και μετά στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού, ήταν η ανάγκη αναβάθμισης της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ενεργός συμμετοχή της,σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και με πρωταγωνιστικό ρόλο, στις περιφερειακές και ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Έτσι, το 2013, ξεκίνησε μια προσπάθεια στη βάση συγκεκριμένου σχεδιασμού και στρατηγικής. Μια προσπάθεια που προέκυψε, πέραν από την αναγκαιότητα αλλαγής των δυναμικών επίλυσης του Κυπριακού, και από τη διαμορφωθείσα διεθνή εικόνα και αντίληψη για την Κυπριακή Δημοκρατία το 2013. Τη συγκεκριμένη χρονιά, η Κύπρος βρέθηκε, με τον πλέον αρνητικό τρόπο, στο επίκεντρο των Διεθνών Μέσων Ενημέρωσης, λόγω των εξελίξεων στο νησί και της γνωστής απόφασης του Eurogroup.
Η νέα στρατηγική προσέγγιση ήταν άμεσα συνυφασμένη με την εξωτερική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ξεκάθαρος στόχος, ανάμεσα σε άλλες επιδιώξεις, ήταν η επανάκτηση της αξιοπιστίας και η αναβάθμιση της διεθνούς υπόστασης του κράτους της Κύπρου, καθώς και η δημιουργία ενός νέου ορισμού ήταν και η αποστολή συγκεκριμένων μηνυμάτων προς την Άγκυρα, που αφορούν τις συνέπειες για την ίδια από τη συνέχιση του απαράδεκτου status quo στο νησί.
Μέσα από την υλοποίηση, λοιπόν, ενός στρατηγικού σχεδιασμού προς εξυπηρέτηση της μεταβολής της αρνητικότατης εικόνας για την Κύπρο λόγω των γεγονότων του 2013 αλλά και επίτευξης του υπ’ αριθμόν ένα στόχου, δηλαδή της λύσης του Κυπριακού, στόχος ήταν να αποδείξουμε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι ούτε το οικονομικά διαλυμένο κράτος που παρουσιάστηκε το 2013, ούτε αποκλειστικά το Κυπριακό Πρόβλημα, όπως ήταν η αντίληψη για την Κύπρο, τόσο σε επίπεδο ξένων Κυβερνήσεων όσο και σε επίπεδο ξένων Μέσων. Στόχος, δηλαδή, ήταν να προωθήσουμε, όχι απλά επικοινωνιακά, αλλά μέσα από συγκεκριμένες ενέργειες στη βάση σχεδιασμού, ότι η Κύπρος, πάντα στο πλαίσιο της έκτασης και των δυνατοτήτων της, έχει να προσφέρει προστιθέμενη αξία και ρόλο στη διαμόρφωση των περιφερειακών και ευρωπαϊκών εξελίξεων, κάτι το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη τη διαχρονική επίδραση εξωτερικών παραμέτρων, θα βοηθούσε και την προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω της εξωτερικής μας πολιτικής, επιδιώξαμε:
Πρώτον, την αναβάθμιση των σχέσεων μας με όλα τα γειτονικά κράτη και την καθιέρωση θεσμοθετημένων πλέον και τακτικών συναντήσεων σε όλα τα επίπεδα με στόχο την προώθηση κοινών δράσεων. Σε συνεργασία με την Ελληνική Κυβέρνηση, προωθήσαμε την ενίσχυση των σχέσεων μας με όλα τα γειτονικά κράτη, προβάλλοντας την προστιθέμενη αξία που μπορεί να προκύψει, ενώνοντας δυνάμεις και εργαζόμενοι από κοινού για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων στην περιοχή και την ανάληψη αμοιβαία επωφελών δράσεων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Τριμερείς Συνεργασίες με όλα τα γειτονικά κράτη, που έχουν πλέον καταστεί θεσμός και παράγουν απτά αποτελέσματα σε μια πλειάδα θεμάτων, αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Μέσα στο ίδιο πλαίσιο των ενεργειών μας στην περιοχή αναβαθμίστηκαν και οι σχέσεις μας με όλες τις χώρες του Κόλπου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα και την ανταλλαγή επισκέψεων στο υψηλότερο επίπεδο για πρώτη φορά, όπως επίσης και την ίδρυση διπλωματικών αποστολών στη Λευκωσία από τις εν λόγω χώρες, αλλά και το αντίστροφο. Να αναφέρω μόνο ενδεικτικά το άνοιγμα Πρεσβείας της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Σαουδική Αραβία, που έγινε το 2015, εκπληρώνοντας έναν στόχο πολλών δεκαετιών, όπως και την πρόσφατη πρώτη επίσκεψη Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Ριάντ.
Δεύτερο, και άμεσα συνυφασμένο με την προαναφερθείσα δράση, ήταν η ενεργός πλέον συμμετοχή μας στα τεκταινόμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποδεικνύοντας στην πράξη, από την μια την προστιθέμενη αξία της Κυπριακής Δημοκρατίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση και, από την άλλη, τον ρόλο που μπορούμε να διαδραματίσουμε ως γέφυρα της Ένωσης με την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Μια εμφανής αδυναμία της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίαςαπό το 2004 και την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν, ως αποτέλεσμα και της ανάγκης συνεχούς ενασχόλησης σε διεθνές επίπεδο με τα του Κυπριακού και διαχείρισης του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, η ατελής αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που απορρέουν από την εν λόγω ιδιότητα και την ουσιαστική συμμετοχή σε όλες τις συζητήσεις στις Βρυξέλλες.
Η ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ένωσηςτο δεύτερο εξάμηνο του 2012 ήταν σταθμός όσον αφορά την ανάδειξη στην πράξη των ευκαιριών για τη Λευκωσία από την ενεργό εμπλοκή της στα των Βρυξελλών και αποτέλεσε μοναδική εμπειρία για την Κυπριακή Δημοκρατία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ξεκάθαρος στόχος από τις πρώτες μέρες της διακυβέρνησης το 2013 ήταν η πλήρης, ουσιαστική και ενεργός παρουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλες τις συζητήσεις σε επίπεδο ΕΕ με σκοπό να είμαστε παρόντες στον σκληρό πυρήνα της Ένωσης, εξυπηρετώντας με αυτό τον τρόπο και την ανάγκη ανατροπής της εικόνας στις Βρυξέλλες για τα ενδιαφέροντα της Λευκωσίας και, κατ’ επέκταση, της αντίληψης για την προστιθέμενη αξία της Κυπριακής Δημοκρατίας όσον αφορά την ΕΕ. Ως εκ τούτου, η παρουσία μας με ουσιαστικό τρόπο σε όλες τις συζητήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως επίσης η συμμετοχή μας στην PESCO αλλά και στις Συνόδους των Επτά Μεσογειακών Κρατών Μελών της ΕΕ (MED7), αποτελούν απτά παραδείγματα του δεύτερου πυλώνα της εξωτερικής μας πολιτικής.
Οι εν λόγω εξελίξεις αναπόφευκτα οδήγησαν και σε αναβάθμιση του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος για το Κυπριακό με τη λήψη σημαντικών αποφάσεων είτε από το Συμβούλιο είτε από την Επιτροπή, όπως για παράδειγμα (α) τη μετακίνηση της Ομάδας Δράσης για την Τουρκοκυπριακή Κοινότητα από τη Διεύθυνση Διεύρυνσης, όπου είχε λανθασμένα τοποθετηθεί το 2006, στη Γραμματεία της Επιτροπής, αλλά και (β) την υψηλή εκπροσώπηση και ενεργό συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Διεθνείς Διασκέψεις για το Κυπριακό στη Γενεύη και το Κρανς Μοντανά.
Τρίτος πυλώνας ήταν η αναβάθμιση των σχέσεών μας με όλα τα Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, με τον εμπλουτισμό της ημερήσιας διάταξης των διμερών συζητήσεων και την ανάδειξη της γεωστρατηγικής σημασίας της χώρας μας, όπως επίσης του προβλέψιμου και αξιόπιστου της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο θα πρέπει να διασφαλιστεί και ενισχυθεί μετά και από μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού. Μέσα στο ίδιο πλαίσιο, έγινε ανταλλαγή σημαντικών επισκέψεων και λήφθηκαν αποφάσεις σε πλειάδα θεμάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος, που στο παρελθόν ούτε καν αποτελούσαν αντικείμενο συζήτησης λόγω της ύπαρξης του Κυπριακού Προβλήματος.
Στους προαναφερθέντες τρεις πυλώνες της εξωτερικής μας πολιτικής, που αποτέλεσαν τη βάση της προσέγγισής μας, καθοριστικής σημασίας ήταν και ο Τομέας της Άμυνας, όπου για πρώτη φορά υπογράψαμε αμυντικές συμφωνίες με όλα τα γειτονικά κράτη, όπως και τις κύριες ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, ο τομέας της Ενέργειας, όπου προχωρούμε κανονικά με την υλοποίηση των σχετικών μας σχεδιασμών παρά τις όποιες απειλές και αμφισβητήσεις από την Τουρκία. Ο τρίτος γύρος αδειοδότησης οδήγησε στην παραχώρηση τεμαχίων εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ενεργειακούς κολοσσούς όπως η Exxon/Mobil, Total και ENI, η παρουσία των οποίων είναι ξεκάθαρη πολιτική και οικονομική ψήφος εμπιστοσύνης στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Όλες οι προαναφερθείσες δράσεις επηρέασαν ανεπιφύλακτα και το Κυπριακό. Μπορεί το αποτέλεσμα στο Κραν Μοντανά, να μην οδήγησε, δυστυχώς, λόγω της τουρκικής προσέγγισης, στον επιδιωκόμενο στόχο, κάτι που λογικό είναι να προκαλεί αισθήματα απογοήτευσης, αλλά κανείς, που να έχει ασχοληθεί στοιχειωδώς με την ιστορία των διαπραγματεύσεων του Κυπριακού, δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι μέσα από την τελευταία διαπραγματευτική διαδικασία προέκυψαν, για πρώτη φορά, τόσο σε θέματα ουσίας όσο και σε θέματα διαδικασίας, σημαντικότατες εξελίξεις προς όφελος του συνόλου του Κυπριακού λαού που επηρεάζουν κατά τρόπο θετικό και τη μορφή και το περιεχόμενο μιας ενδεχόμενης λύσης του Κυπριακού προβλήματος. Ανάμεσα σε άλλα, για πρώτη φορά στην ιστορία των διαπραγματεύσεων:
1. Μετά από συντονισμό και στοχευμένες ενέργειες με την Ελληνική Κυβέρνηση αναδείχθηκε η σημασία και συζητήθηκε με την Τουρκία το Κεφάλαιο της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων. Ήταν μέσα σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο που ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών αναφέρθηκε δημόσια όχι απλά στην ανάγκη μετατροπής της Κύπρου σε φυσιολογικό κράτος, αλλά και στο γεγονός ότι η πρόοδος στο εν λόγω Κεφάλαιο είναι εκείνη που θα κρίνει το τελικό αποτέλεσμα της προσπάθειας επίλυσης του Κυπριακού.
2. Έγινε ανταλλαγή χαρτών για τις περιοχές υπό εδαφική αναπροσαρμογή εντός συμφωνημένου πλαισίου απόκλισης.
3. Η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετείχε ενεργά στις διεργασίες που αφορούσαν τόσο τις εσωτερικές όσο και τις διεθνείς πτυχές του Κυπριακού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμμετείχε στις διακοινοτικές συνομιλίες στη Λευκωσία και στις Διασκέψεις για την Κύπρο στην Ελβετία.
4. Διεθνείς Οικονομικοί Οργανισμοί, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, ασχολήθηκαν εκτεταμένα τόσο με θέματα που άπτονται του Κεφαλαίου της Οικονομίας όσο και με θέματα που άπτονται γενικότερα της οικονομικής πτυχής της λύσης που ουσιαστικά αγγίζει όλα τα Κεφάλαια των διαπραγματεύσεων, αλλά και τη λειτουργικότητα του επανενωμένου κράτους.
5. Συζητήθηκαν εν εκτάσει θέματα που άπτονται της πρώτης μέρας της λύσης, έτσι ώστε, στο ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξέλιξης, το σύνολο του Κυπριακού λαού να μπορεί να βιώσει αμέσως τα οφέλη της επανένωσης.
6. Βεβαιώθηκε εκ νέου μία από τις βασικές αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αφορά το ατομικό δικαίωμα στην περιουσία, όπως και οι προσφερόμενες θεραπείες, ενώ διασφαλίστηκε και το δικαίωμα προσφυγής στο ΕΔΑΔ για όποιον επηρεαζόμενο δεν θα είναι ικανοποιημένος από την τελική διευθέτηση.
7. Διασφαλίστηκαν για το σύνολο του Κυπριακού λαού οι τρεις βασικές ελευθερίες που άπτονται των θεμάτων εγκατάστασης, διακίνησης και απόκτησης περιουσίας, όπως και οι τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνοψίζονται στην ελεύθερη διακίνηση προσώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων.
8. Συμφωνήθηκε η ανάγκη ύπαρξης μηχανισμού παρακολούθησης εφαρμογής μιας ενδεχόμενης λύσης του Κυπριακού για την αντιμετώπιση των όποιων εύλογων ανησυχιών σε σχέση με την ανταπόκριση της Τουρκίας στις υποχρεώσεις της που θα απορρέουν από τη λύση αυτή.
Συνοπτικά, λοιπόν, ο τρόπος άσκησης της εξωτερικής μας πολιτικής και η αλλαγή της διεθνώς κρατούσας αντίλη ψης για την Κύπρο, ήταν καθοριστικός στο να προκύψουν οι προαναφερθείσες εξελίξεις στο Κυπριακό και να καταστεί αναγκαιότητα το γεγονός ότι μια ενδεχόμενη λύση του, για να είναι προς όφελος του συνόλου του Κυπριακού λαού, θα πρέπει να ενισχύει ακόμη περισσότερο τον ρόλο της χώρας μας στην περιοχή, να αναβαθμίζει περαιτέρω τη γεωστρατηγική της σημασία και την υπόστασή της σε διεθνές επίπεδο, χωρίς τις όποιες εξαρτήσεις από τρίτες χώρες στην άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής και χωρίς πρόνοιες και δεδομένα που είτε θέτουν εμπόδια και δυσκολίες στη λειτουργικότητά της ή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, είτε αποσκοπούν να εξυπηρετήσουν στόχους και επιδιώξεις άλλων χωρών. Έγινε σαφές ότι το επανενωμένο κράτος θα πρέπει να μπορεί να λειτουργεί ομαλά, σε περιβάλλον ασφάλειας και ευημερίας, κατά τρόπο ανεξάρτητο και ακέραιο, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί τον απαιτούμενο σταθεροποιητικό παράγοντα μιας «δύσκολης», αλλά με μεγάλη γεωστρατηγική σημασία, περιοχής.
Ο τρόπος, δηλαδή, άσκησης της εξωτερικής μας πολιτικής, στόχο είχε τη μεταβολή της διεθνούς εικόνας για την Κύπρο, μέσα από τη συμμετοχή της στις υπό διαμόρφωση περιφερειακές και ευρωπαϊκές εξελίξεις, και κατ’ επέκταση, λαμβάνοντας υπόψη την καθοριστική διαχρονική επίδραση των εξωτερικών παραμέτρων στις κατά καιρούς πρωτοβουλίες και προταθέντα σχέδια λύσης του Κυπριακού, να έχουμε ενεργητικό, και όχι παθητικό, ρόλο, ως ήταν ο κανόνας στις σχετικές με το Κυπριακό εξελίξεις, τόσο για θέματα ουσίας όσο και για θέματα διαδικασίας.
Σήμερα, η Κυπριακή Δημοκρατία του 2018, πέτυχε να αφήσει πίσω της το παρελθόν. Με μια εξωτερική πολιτική που δεν είναι πλέον μονοθεματική και δεν προσεγγίζει τις σχέσεις της με τρίτα κράτη ως παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, η Κύπρος έχει πλέον μετατραπεί σε σημείο θετικής αναφοράς και πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή. Προσεγγίζεται ως
ένας από τους πιο αξιόπιστους και προβλέψιμους εταίρους και ως εγγυητής ασφάλειας σε μια περιοχή αστάθειας και αβεβαιότητας με ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία τόσο για τους ισχυρούς δρώντες.
*Ο Νίκος Χριστοδουλίδης είναι από τον Μάρτιο του 2018 ο Υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας