Του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη*
Το γεγονός ότι έφθασε το Twitter στο σημείο να επισημάνει στους χρήστες της υπηρεσίας του ότι η κορυφαία προσωπικότητα που διαμορφώθηκε μέσα από το ίδιο – η τηλεπερσονα ριάλιτι, ύστερα αυτοδημιούργητος πολιτικός, εν συνεχεία υποψήφιος, εντέλει Πρόεδρος/Πλανητάρχης Τραμπ – τουϊτάροντας ωρίμασε ο ίδιος, τουϊτάροντας δημιούργησε πολιτικό ρεύμα, τουϊτάροντας διακυβέρνησε και συνεχίζει – χρειάζεται επαλήθευση άμα διατυπώνει ακραίους ισχυρισμούς, το γεγονός αυτό έχει μέσα του ένα στοιχείο εκδίκησης. Αλλά και η έκδοση presidential order από τον Πρόεδρο προκειμένου να (αυτο)διευκολύνεται η άσκηση αγωγών/διώξεων κατά των Μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με όλο τον βαρύ μηχανισμό δικαστικής αμφισβήτησης που θα τεθεί τώρα σε κίνηση στις ΗΠΑ, έχει εκδικητική λειτουργία.
Το ερώτημα είναι ποιος εκδικείται ποιον. Και τι. Επίσης: η προσέλευση στην συζήτηση του Μαρκ Ζούκερμπεργκ, του Facebook, δηλαδή του άλλου βασικού μηχανισμού πολιτικής επιρροής στην κοινωνική δικτύωση (διαφώνησε με την αντίδραση Τραμπ, αλλά διαβεβαίωσε ότι το Fb «δεν θα λογοκρίνει», άρα χρωμάτισε αρνητικά την πρωτοβουλία του Twitter) ανοίγει ακόμη περισσότερο τη συζήτηση. Εδώ, ο άμαθος (=μη Αμερικανός, μη-κοινωνικά δικτυωμένος ως προς την πολιτικοποίησή του) αναγνώστης χρειάζεται να προσέξει τι είχε τουϊττάρει ο Τραμπ και ποια ήταν η αντίδραση του Twitter, την οποία ο Πρόεδρος θεώρησε λογοκριτική. Τα δύο επίμαχα τουΐτ του Τραμπ θεωρούσαν/κατήγγειλαν την έννοια της επιστολικής ψήφου – που αναπόδραστα συζητείται, λόγω του κατορθώματος των ΗΠΑ να ξεπεράσουν τους 100.000 νεκρούς από κορωνοϊό, για τις Προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, ιδίως σε περίπτωση δεύτερου κύματος – ως περίπου αιτία εκλογικής απάτης. σ’ αυτά, το Twitter έβαλε τη γαλάζια επισήμανση που καλούσε τον χρήστη να ελέγξει την αξιοπιστία του μηνύματος. (Αντίστοιχη γαλάζια επισήμανση έθετε το Μέσο κοινωνικής δικτύωσης στα τουΐτς π.χ. Κινέζων αξιωματούχων που κυνηγούσαν τους ισχυρισμούς Τραμπ για τον ρόλο του Πεκίνου στην διάδοση της πανδημίας του κορωνοϊού). Ενώ η προεδρική νομική παρέμβαση τι είναι; Κίνηση που θα διευκολύνει τη δίωξη των Μέσων κοινωνικής δικτύωσης από πολίτες (άρα κι από πολιτικούς…) για ζημία από ισχυρισμούς που φιλοξενούν.
Τα πάντα έχουν αλλάξει, αλλά και τίποτε δεν έχει αλλάξει από το 1968-69, όταν ο Ρίτσαρντ Νίξον διεκήρυσσε ότι «ο Τύπος είναι εχθρός του λαού» ή όταν δημιουργούσε (σύμφωνα με καταθέσεις συμβούλου του Λευκού Οίκου) «κατάλογο εχθρών» μεταξύ των δημοσιογράφων, όπως είχε πει το 1972 στον Κίσινγκερ: «μην ξεχνάς ότι ο Τύπος είναι ο εχθρός […] γράψε το 100 φορές στον πίνακα» ή όταν ο ημέτερος Σπάϊρο Άγκνιου κατήγγελλε τους «προνομιούχους άνδρες [ των καναλιών] που δεν αντιπροσωπεύουν – επαναλαμβάνω: δεν αντιπροσωπεύουν – τις απόψεις της Αμερικής». Η ηχώ του τραμπικού «δεν μπορώ να περιγράψω πόσο ανέντιμα είναι πολλά από τα Μέσα. Η αλήθεια δεν τα ενδιαφέρει […] Εχθροί του λαού» είναι αληθινά εντυπωσιακή.
Μισός αιώνας πολιτική απόσταση, κυρίως όμως η απόλυτη αμεσότητα του Twitter και το αδιαμεσολάβητο των μηνυμάτων που όχι απλώς κουβαλάει, αλλά ακτινοβολεί, και – μέσα στους 140/280 χαρακτήρες, που επιτρέπει, μαζί και με τις συντμήσεις – συμπυκνώνει με μια απόλυτη κωδικοποίηση του περιεχομένου, έχει αλλάξει την πολιτική λειτουργία. Η αίσθηση της άμεσης «συμμετοχής», μαζί και η αποσπασματικότητα, φέρνουν την αντίστοιχα εύκολη αποδοχή ή την αντίστοιχα εύκολη απόρριψη. Γι’ αυτό και έννοιες όπως εχθρός/φίλος ή πάλι η λογική της εκδίκησης με την οποία ξεκινήσαμε αυτό το σημείωμα, αποκτούν άλλο/ενδυναμωμένο περιεχόμενο.
Και το μεν βαρύ Αμερικανικό δικαιϊκό σύστημα που θα τεθεί αναπόφευκτα τώρα σε λειτουργία – με το First Amendment και την απόλυτη (απόλυτη;) προστασία του λόγου να τίθεται επί τάπητος, παράλληλα με την προεκλογική ατμόσφαιρα του 2020 – μας υπόσχεται συναρπαστικές στιγμές. Όμως, όπως ήδη οι ίδιοι οι Αμερικανοί του χώρου των μήντια συνειδητοποιούν – πάλι παρούσα η εποχή Νίξον: είχε τότε επιλέξει να αντικαθιστά την έννοια Τύπος/the Press, με τον νεολογισμό μήντια/the Media, ώστε να ακούγεται πιο απόμακρη, αν μη απειλητική! – η μόνη αληθινή γραμμή αμύνης είναι η καημένη η Media Literacy. Ο εγγραμματισμός στα Μέσα, δηλαδή το να αντιλαμβάνεται ο πολίτης (άλλη έννοια που κινδυνεύει να αποβεί έννοια παρελθόντος…), ο χρήστης των Μέσων και του προϊόντος τους, πώς λειτουργούν και εγκαθίστανται τα αποπροσανατολιστικά διλήμματα και οι δυσλειτουργικές παραδοχές τους. Πολυσύλλαβες λέξεις, ανηφορικά νοήματα. Όμως άμα δεν εγκατασταθούν στην πολιτική πραγματικότητα, πορευόμαστε σε δυστοπία.
[από www.economia.gr]
* Δικηγόρος με ειδίκευση στα θέματα ΕΕ, δραπέτης από νωρίς στη δημοσιογραφία, σύμβουλος έκδοσης της «δ».