του Μανώλη Κοττάκη*
Είμαστε σε μια κατάσταση ειδικού πολέμου αυτή τη στιγμή με την Τουρκία – παρά τις διερευνητικές – και πολλές φορές οι δημοσιογράφοι καλούμαστε να διαχειριστούμε news ή fake news, που μας «έρχονται» από την άλλη πλευρά με στόχο την παραπλάνηση. Γνωρίζουμε ότι οι Τούρκοι έχουν προσλάβει μια μεγάλη εταιρεία στο εξωτερικό και πολλές φορές διασπείρουν ειδήσεις, τις οποίες πρέπει εμείς είτε να επιβεβαιώσουμε ή, βεβαίως, και να διαψεύσουμε. Θυμάμαι παρά πολύ έντονα όσα συνέβησαν στην κρίση του 2020 στον Έβρο, όταν οι γείτονες επέμεναν ότι υπήρχε εντός ελληνικού εδάφους νεκρός πρόσφυγας ή μετανάστης. Κάτι που δεν ήταν εν τέλει αληθές. Αυτή είναι τεράστια πρόκληση, στην οποία πρέπει να ανταποκρινόμαστε εμείς οι δημοσιογράφοι διαρκώς: να διασταυρώνουμε, να μην παρασυρόμαστε και να μην πέφτουμε σε παγίδες κρατών.
Έρχομαι τώρα στο θέμα της εισήγησής μου: Αντικειμενικότητα στα εθνικά θέματα. Δύσκολο να είναι κανείς αντικειμενικός. Καλόπιστος στα εθνικά θέματα μπορεί να είναι· αντικειμενικός είναι λίγο δύσκολο. Είναι λίγο δύσκολο, γιατί αυτό έχει ευθεία σχέση με την προσέγγισή μας και με τη θεώρηση των πραγμάτων. Τί σημαίνει επί παραδείγματι για εσάς η Συμφωνία των Πρεσπών, τί σημαίνει για εμένα; Για εσάς ίσως σημαίνει ότι η Ελλάδα κερδίζει πόντους στην ευρύτερη περιοχή γεωπολιτικά. Για εμένα σημαίνει ότι μετά από 20 χρόνια μπορεί να εγερθεί θέμα μακεδονικής μειονότητας και απειλής της εδαφικής ακεραιότητας μας. Εγώ προβάλλω αυτό το οποίο θεωρώ ότι μπορεί να βρούμε στο μέλλον, ως κίνδυνο, μπροστά μας. Κάποιος άλλος, καλόπιστα επίσης, λέει ότι εδώ έχουμε ένα γεωπολιτικό κέρδος. Επίσης, για να θέσουμε το ερώτημα «αντικειμενικότητα στα εθνικά θέματα», ιδίως στα ελληνοτουρκικά, θα πρέπει να θέσουμε πρώτα στον εαυτό μας ένα θεμελιώδες ερώτημα πάνω σε μια διάκριση – αντικειμενικότητα στον πόλεμο και αντικειμενικότητα στην ειρήνη. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο! Στον πόλεμο τα πράγματα είναι δύσκολα.
Κάθε φορά που μου ζητάει κάνεις να πω αν θα μπορούσα να είμαι αντικειμενικός κατά τη διάρκεια μιας σύρραξης, θυμάμαι ένα βιβλίο που διάβασα πρόσφατα από τις εκδόσεις Μίνωας, τον «Ανορθόδοξο Πόλεμο» του Τσώρτσιλ. Στο βιβλίο περιγράφεται πολύ γλαφυρά πώς ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας με τη βοήθεια των πολιτών, με τη βοήθεια των στρατιωτικών, αλλά και του Τύπου, δημιούργησε στη ναζιστική Γερμανία μια ψευδή εικόνα για τις πραγματικές αμυντικές δυνατότητες της χώρας του, με συνέπεια να καταφέρει να απωθήσει τους Γερμανούς από το Μεγάλο Νησί. Αυτό δε βασιζόταν απαραίτητα στην αλήθεια, αλλά για να υπάρχει και ελευθεροτυπία πρέπει να υπάρχει και επικράτεια εντός της οποίας θα υπάρχει η ελευθεροτυπία.
Για την αντικειμενικότητα στην ειρήνη τώρα, το ερώτημα είναι διαφορετικό. Τι κάνεις στην ειρήνη αν ανακαλύπτεις μια πληροφορία, χωρίς όμως να ξέρεις πολλές φορές πως αυτή η πληροφορία, την οποία θες να μεταδώσεις, θα επιδράσει στην υπάρχουσα κατάσταση; Και βεβαίως αν δεν ξέρεις και όλα τα δεδομένα, τα οποία είναι σε εξέλιξη. Την μεταδίδεις; Η εξουσία παραδοσιακά έχει το χρέος να κρύβει απ’ όλους μας τις πληροφορίες και εμείς έχουμε το χρέος να τις ξετρυπώνουμε και να τις ανακαλύπτουμε. Επιλέγω, λοιπόν, αντί να θεωρητικολογήσω, προκειμένου να απαντήσω, να μιλήσω πολύ γρήγορα με βιωματικά παραδείγματα, για να δούμε όλοι μας σε τι διλήμματα ερχόμαστε οι δημοσιογράφοι καθημερινά.
1996, Ίμια, εθνική κρίση. Ήμουν νεαρός δημοσιογράφος στην «Απογευματινή» και μου φτάνει ένα άκρως απόρρητο ειδικού χειρισμού, στο οποίο περιγράφονταν οι μαζικές παραβιάσεις, τις οποίες είχαν κάνει οι Τούρκοι αμέσως μετά την κρίση των Ιμίων. Αν θυμάμαι καλά τον αριθμό, ήταν γύρω στις 700 παραβιάσεις. Είχαμε κυκλοφορήσει με έναν πρωτοσέλιδο τίτλο «Σουρωτήρι το Αιγαίο». Νεαρός εγώ τότε, φιλόδοξος, επιδίωκα την επιτυχία. Δημοσιεύσαμε και το απόρρητο έγγραφο του ειδικού χειρισμού του ΥΠΕΞ στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, ως ντοκουμέντο. Αυτό το οποίο ακολούθησε ήταν εξόχως διδακτικό για μένα. Ο τότε υπουργός των Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος ζήτησε, όχι μόνο για μένα αλλά και για δημοσιογράφους άλλων εφημερίδων – του Ελεύθερου Τύπου – ποινική δίωξη για παραβίαση μυστικών της πολιτείας και κατασκοπεία, απ’ την οποία απηλλάγημεν τελικώς με βούλευμα. Αλλά επρόκειτο για μια βαριά κατηγορία· κακουργηματική. Όσο διαρκούσε η δικαστική έρευνα, μου τηλεφώνησε ο παλιός μου καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο της Θράκης, ο διεθνολόγος Στέλιος Περράκης, ο οποίος ήταν τότε Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Εξωτερικών για να μου πει πατρικά το εξής: «Μπορείς να δημοσιεύσεις όποια απόρρητη πληροφορία ενδεχομένως κρίνεις, αλλά, διάβολε, μην δημοσιεύσεις ποτέ ξανά έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο είναι ειδικού χειρισμού, στην πρώτη σελίδα. Διότι, από αυτό το έγγραφο μπορεί κανείς από την απέναντι πλευρά να το διαβάσει, να βρει το «κρύπτο» και να σπάσει όλους τους κώδικες του Υπουργείου Εξωτερικών. Και να διαβάσει όχι μόνο αυτό το έγγραφο, αλλά και πολλά άλλα». Στην πραγματικότητα η απειρία και η σπουδή για την επιτυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια πολύ μεγάλη περιπέτεια. Χρωστάω στον Πάγκαλο για το μάθημα που έλαβα, του το ‘χω πει και ιδιαιτέρως. Η φιλοδοξία δεν πρέπει να προηγείται της πατρίδας. Η πατρίδα προηγείται της φιλοδοξίας!
Θράκη, άλλο παράδειγμα. Σήμερα βλέπω και τα πρωτοσέλιδα του Κυριακάτικου Τύπου. «Παίζει» πολύ το θέμα της κατασκοπείας των μουσουλμάνων στην Ρόδο κατά την πρόσφατη κρίση. Ήμουν πολύ συγκρατημένος! Επειδή σπούδασα στην περιοχή και είδα όλες τις προβοκάτσιες, οι οποίες γίνονται, προβληματίστηκα για το αν θα έπρεπε να αναδείξω πάρα πολύ αυτή την υπόθεση ή όχι, η οποία έχει αρχίσει να αποκτά ταυτοτικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή, όποιος ακούει μουσουλμάνος και Θράκη διατρέχει τον κίνδυνο να ταυτίσει την περιοχή αυτή και τη μειονότητα με κατασκοπεία. Δεν είναι ακριβώς έτσι. Επομένως, αν δεν είναι έτσι, διότι αυτά τα οποία ανακαλύψαμε στην περιοχή της Δωδεκανήσου δεν συμβαίνουν πρώτη φορά, πρέπει να είμαστε συγκρατημένοι σε τι αποσκοπούν.Έχω βεβαίως και μια μικρή απορία, γιατί τώρα όλα αυτά. Δεν είναι της στιγμής όμως.
Θράκη, επίσης, 1990. Είμαι νεαρός δημοσιογράφος. Γίνονται επεισόδια με αφορμή εμπρηστικές δηλώσεις μειονοτικού βουλευτή. Επεισόδια μέσα στην πόλη, όπου είναι συγκεντρωμένες ομάδες χριστιανών και μουσουλμάνων στις δύο πλευρές· σε μία εκκλησία η μία ομάδα, και απ’ την άλλη πλευρά η άλλη ομάδα σε ένα τζαμί. Κάποιος, από κάποια ξένη υπηρεσία πληρώνει έναν μουσουλμάνο να διασχίσει το πλήθος με τους αγανακτισμένους χριστιανούς. Είχε δολοφονηθεί συμπολίτης τους λίγες μέρες πριν. Και την ώρα που ο μουσουλμάνος διασχίζει τη συγκέντρωση – τα πράγματα είναι έκρυθμα – ένας μεγάλος ξένος τηλεοπτικός σταθμός, αμερικανικός, «τραβάει» από απέναντι πολυκατοικία βίντεο με πλάνα που «δείχνουν» έναν μουσουλμάνο να περνάει μέσα από χριστιανούς και χριστιανούς να ξυλοκοπούν έναν μουσουλμάνο. Αυτό το οποίο είδαμε μπροστά μας ήταν, όμως, η αλήθεια; Ή ήταν προβοκάτσια; Ήταν μια προβοκάτσια. Ήμουν πολύ προσεκτικός στον τρόπο με τον οποίο το μετέδωσα τότε.
Άλλο ένα παράδειγμα που αφορά την Κύπρο μας. Πρόεδρος Κληρίδης, S-300. Σε ανύποπτο χρόνο με ενημέρωσε για όλο το παρασκήνιο, που οδήγησε στο ναυάγιο της αγοράς των S-300, αλλά και το παρασκήνιο της σύγκρουσής του με τον Κώστα Σημίτη στην κλειστή σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου. Μια σύσκεψη κατά τη διάρκεια της οποίας ο Κληρίδης αποκάλυψε ότι το πρόβλημα, το οποίο είχαν οι Τούρκοι, ήταν ότι τα radar των S-300 έβλεπαν πολύ βαθιά μέσα στην Τουρκία και, δευτερευόντως, ότι ήταν η εγγυήτρια δύναμη. Και βεβαίως ότι στη διάρκεια αυτή της σύσκεψης, όταν ο Πρόεδρος Κληρίδης επέμεινε ότι θα έπρεπε να έρθουν οι πύραυλοι στην Κύπρο, ο ‘Ελλην Πρωθυπουργός ρώτησε «Μα θα κάνουμε πόλεμο;». Αυτά μου δόθηκαν τότε off the record. Αλλά σεβάστηκα και αυτούς, οι οποίοι μου τα διηγήθηκαν, αλλά, βεβαίως, και τη στιγμή που μου τα έδιδαν! Θα έπρεπε να σταθμίσει κάνεις τι αποτέλεσμα θα είχε αν αποκαλυπτόταν προς τα έξω η σύγκρουση μεταξύ της ηγεσίας της Ελλάδος και της Κύπρου.
Τελικά, στη δημοσιογραφία πρέπει να ξέρεις να περιμένεις, καθώς καμιά φορά η υπομονή ανταμείβεται. Ο ίδιος ο Πρόεδρος Κληρίδης το 2007 σε συνέντευξη που μου έδωσε για την ΕΡΤ και δημοσιεύεται στο βιβλίο του Μιχάλη Ιγνατίου, αποκάλυψε όλα όσα μου είχε πει ιδιωτικά. Κάθε φορά, λοιπόν, θέλω να καταλήξω, και μ’ αυτό κλείνω, έχουμε να κάνουμε με μια πολύ δύσκολη στάθμιση, όταν πρέπει να μεταδώσουμε πληροφορία, μεταξύ της ενημέρωσης του κοινού, μεταξύ της ενδεχόμενης δημοσιογραφικής μας επιτυχίας στο μέσο στο οποίο εργάζεται καθένας μας, αλλά και εκείνων που εγώ ονομάζω εθνικά συμφέροντα. Για να μπορέσουμε να σταθμίσουμε σωστά νομίζω πρέπει να καταλαβαίνουμε πώς επιδρά η κίνησή μας μέσα στο ζωτικό μας χώρο. Αν δεν ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι το Αιγαίο είναι ο ζωτικός μας χώρος και χρόνια τώρα είναι στην πραγματικότητα το θαλάσσιο τείχος, που μας προφυλάσσει από το να φτάσουν οι Τούρκοι στην Ελληνική στεριά, και αν δεν ξέρουμε, επίσης, ότι η Κύπρος είναι μια δεύτερη Ελλάς, και μέσω της ΑΟΖ γίνεται η γεωγραφική συνέχεια του Ελληνισμού, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τα θέματα τα οποία προκύπτουν. Και τα μεταδίδουμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.
Η μαγική λέξη λοιπόν είναι «στάθμιση». Ενιαία απάντηση για διλήμματα αυτού του διαμετρήματος, δεν υπάρχει!
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας