Του Κώστα Βενιζέλου*
Η στρατηγική και γεωπολιτική υπεραξία της Κύπρου αποτελεί διαχρονικά παράγοντα πρόκλησης των πολλαπλών κατακτήσεων του νησιού, αλλά και παράγοντα ανάπτυξης πολλών πολιτικών περιπλοκών. Η αξιοποίηση αυτού ως εργαλείου δεν πραγματοποιήθηκε, καθώς η άσκηση πολιτικής, η διαμόρφωση τακτικής στηρίχθηκε, κυρίως από το 1974 και εντεύθεν, σε αμυνογενείς προσανατολισμούς.
Η γεωπολιτική διάσταση της Κύπρου, έχει ενταχθεί, κυρίως μετά την τουρκική εισβολή του 1974, στη λογική της διαχείρισης του Κυπριακού προβλήματος. Όχι υπέρ των κυπριακών συμφερόντων, αλλά των τουρκικών, των αμερικανικών, των βρετανικών, ενδεχομένως κι άλλων. Είναι προφανές πως οι συζητήσεις που διεξάγονται στο Κυπριακό, οι προτάσεις που υποβάλλονται από τρίτους, όπως και τα σχέδια λύσης, έχουν ως βασικό συστατικό τη γεωπολιτική σημασία του νησιού. Από τη μορφή και το περιεχόμενο της λύσης θα καθορισθεί, εν πολλοίς, και αυτός που θα έχει και το στρατηγικό έλεγχο του νησιού. Η ανατροπή αυτών των επιδιώξεων θα απομακρύνει συνταγές που οδηγούν σε θνησιγενή δήθεν επίλυση του προβλήματος. Η συμφωνία στο Κυπριακό θα πρέπει να ευνοεί τους πολίτες της χώρας και μόνο.
Είναι ίσως γι’ αυτό που έχει σημασία τόσο το περιεχόμενο και η μορφή της λύσης του Κυπριακού, όσο και η εμπλοκή τρίτων για την εφαρμογή ή την εποπτεία της συμφωνίας.
Οι έρευνες για την ανακάλυψη και εξόρυξη υδρογονανθράκων αναβαθμίζουν τη στρατηγική σημασία της Κύπρου. Η εμπλοκή μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών σε τεμάχια της κυπριακής ΑΟΖ επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον για την περιοχή, αλλά και την αποφασιστικότητα τους να προχωρήσουν στην αξιοποίηση του φυσικού αερίου. Το ζητούμενο είναι πώς θα προχωρήσουν όταν θα έλθει η ώρα της μεταφοράς του αερίου και ποιος θα είναι ο ρόλος της Τουρκίας, η οποία αντιδρά και εκτοξεύει απειλές. Σε αυτή τη φάση όλες οι έρευνες έχουν σταματήσει και το ενεργειακό πρόγραμμα έχει προσωρινά «παγώσει».
Εάν η αξιοποίηση αυτού του εργαλείου, στρατηγικής σημασίας της χώρας δεν πραγματοποιηθεί, τότε η Κύπρος είναι καταδικασμένη να στηρίζεται σε διαχρονικές επιλογές που δεν αλλάζουν, ο κόσμος να χαλάσει. Επιλογές, οι οποίες στηρίζονται σε πολιτικές με αμυνογενείς προσανατολισμούς, απότοκα φοβικού συνδρόμου. Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν πρωτοβουλίες, που οδήγησαν στη συγκρότηση τριμερών συνεργασιών, με μόνιμο άξονα την Ελλάδα και την Κύπρο. Συνεργασίες με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, το Λίβανο και την Ιορδανία.
Σε αυτό τον σχεδιασμό, σε συνδυασμό με τα ενεργειακά, θα πρέπει να ενταχθεί και το Κυπριακό και όχι να παραμένουν κολλημένοι σε μια διαχείριση στη λογική της στρατιωτικής ήττας του 1974. Άλλαξαν οι όροι και τα δεδομένα από τότε. Αυτό το γνωρίζουν προφανώς οι τρίτοι και το αξιοποιούν. Μένει να το αντιληφθούμε και εμείς και να αναδιαμορφώσουμε στρατηγικές. Θα πρέπει, επιτέλους, να αξιοποιούμε προς όφελός μας τα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα. Για να έχουν σημασία οι συμφωνίες και οι συνεργασίες με άλλες χώρες, θα πρέπει να αγγίζουν και το Κυπριακό. Όχι για να κερδίσουμε πόντους στις διαπραγματεύσεις, αλλά για να δοθεί μια δυναμική ως προς το περιεχόμενο μιας συμφωνίας. Μπορούμε να κάνουμε συμφωνίες και κοινούς στρατηγικούς σχεδιασμούς για την περιοχή, τριμερείς και τετραμερείς, και να αφήνουμε τους τρίτους να ρουφούν αέρια και πλούτο;
Το Κυπριακό, όπως και ο κόσμος ολόκληρος, έχει αλλάξει. Συζητώντας με όρους της δεκαετίας του ’70, ακυρώνονται οι προοπτικές στο πεδίο της ενέργειας, η εδραίωση της ευρωπαϊκής ιδιότητας, η στρατηγική μας υπεραξία. Τούτο είναι σε βάρος Ε/κ, Αρμενίων και Μαρωνιτών, ακόμα και των Τουρκοκυπρίων στο βαθμό που θεωρούν τους εαυτούς τους Κυπρίους. Είναι, όμως, υπέρ της Τουρκίας.
Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνεισφέρει στην πολιτική, οικονομική και στρατιωτική διεύρυνση της Ε.Ε. προς τη Μέση Ανατολή. Αποτέλεσε εναλλακτική δίοδο πρόσβασης στην περιοχή, προκαλώντας την αντίδραση της Άγκυρας, που είχε φροντίσει να δημιουργήσει προβλήματα με τις χώρες της γειτονιάς μας. Αυτό, εάν αξιοποιείτο σωστά από πλευράς του Ελληνισμού, θα μείωνε τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας. Υπενθυμίζεται ότι με το Σχέδιο Ανάν εξουδετερωνόταν πλήρως η δυνατότητα της Κύπρου να καταστεί εναλλακτικό σημείο πρόσβασης στην περιοχή, κάτι που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Τουρκίας. Η Κύπρος ως εναλλακτικό σημείο πρόσβασης στην περιοχή αναδεικνύεται ως ένας απαράκαμπτος πρωταγωνιστής σε μια υψηλά στρατηγική περιφέρεια. Είναι παράγοντας σταθερότητας, θα αναβαθμίσει αυτό το ρόλο εάν απαλλαχθεί πλήρως από την Τουρκία. Αυτό θα είναι και προς το συμφέρον κι άλλων χωρών, της περιοχής και ευρύτερα.
Η προτεινόμενη λύση το 2004 με το σχέδιο Ανάν εξυπηρετούσε βασικά τα στρατηγικά συμφέροντα και τους σχεδιασμούς της Άγκυρας και του Λονδίνου. Δια της μόνιμης παρουσίας τους στην Κύπρο αποκόμισαν σημαντικά οφέλη και πλεονεκτήματα. Τόσο πολιτικά, με τις ρυθμίσεις που προέβλεπε το σχέδιο Ανάν, όσο και στρατιωτικά (παρουσία, έλεγχος, Βάσεις, χωρικά ύδατα, FIR). Το σχέδιο απορρίφθηκε, ενώ στο μεταξύ η Κύπρος εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ένωση μπορεί να αξιοποιήσει τη γεωγραφική θέση της Κύπρου (γέφυρα μεταξύ τριών ηπείρων, Ασία, Ευρώπη, Αφρική) και τη γεωπολιτική της σημασία. Υπό την προϋπόθεση, πάντα, ότι η λύση του Κυπριακού δεν θα καθιστά τη χώρα προτεκτοράτο καμίας τρίτης δύναμης και το κράτος δεν θα λειτουργεί με εξαρτήσεις, κι οι πολίτες θα ζουν με μειωμένα δικαιώματα.
Απαιτούνται πρωτοβουλίες, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις
Είναι προφανές πως το αδιέξοδο δεν είναι λύση. Ούτε η μη λύση. Για να μπορέσουν οι διαπραγματεύσεις να προσανατολισθούν προς το στόχο της επίτευξης μιας συμφωνίας θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση της ακολουθούμενης στρατηγικής. Έτοιμες συνταγές δεν υπάρχουν.
Χρειάζονται, συνεπώς, πρωτοβουλίες παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις (χωρίς διαχωριστικά χαρακτηριστικά) αλλά και αναθεώρηση στρατηγικής. Κι αυτό μπορεί να γίνει από την Αθήνα και τη Λευκωσία σε πανεθνικό επίπεδο. Με γνώμονα να βρεθεί διέξοδος και λύση. Η συμβίωση Ε/κ, Τ/κ, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων έχει νόημα, εάν θα έχει εσωτερικούς φραγμούς και επεμβατικά δικαιώματα. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να πεισθούν οι Τ/κ ότι το μέλλον τους είναι στην ΕΕ και ότι αυτό μόνο μέσω Κύπρου μπορούν να το πετύχουν. Με την εξάρτηση της από την Τουρκία εργάζονται για την εξαφάνισή τους ως κοινότητας.
Η μορφή της λύσης που τώρα επιδιώκεται δεν θα αντέξει στο χρόνο. Η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία είναι ένα πλαίσιο, το οποίο έχει χωριστικά χαρακτηριστικά και στοχεύει στην λειτουργία μιας νέας κατάστασης πραγμάτων, που θα αναδεικνύει το διαχωρισμό στη βάση της εθνικής προέλευσης. Είναι προφανές πως αυτό θα παράγει εθνικισμό και συγκρούσεις.
Η διαμόρφωση μιας νέας στρατηγικής δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα, αλλά είναι επείγον να γίνει, καθώς διαφορετικά δεν θα προλάβουμε να αποτρέψουμε τους τουρκικούς σχεδιασμούς (προσάρτηση/ενσωμάτωση κατεχομένων, αναβάθμιση, ταϊβανοποίηση). Η νέα στρατηγική θα πρέπει να αξιοποιήσει τα εργαλεία πολιτικής που έχει αποκτήσει η Λευκωσία από το 1974 και εντεύθεν, εξισορροπώντας την στρατιωτική ήττα:
Πρώτο, τη διατήρηση και ενίσχυση του αναγνωρισμένου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρά τις υπονομεύσεις από την Τουρκία, καθώς κι άλλους διεθνείς παράγοντες.
Δεύτερο, η ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τρίτο, η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ και η εμπλοκή διεθνών κολοσσών που δραστηριοποιούνται στα θέματα υδρογονανθράκων.
Οι τρεις αυτοί βασικοί άξονες αποτελούν τα πλεονεκτήματα που απέκτησε η Κυπριακή Δημοκρατία και τα οποία παράγουν στρατηγική υπεραξία. Αυτούς θα πρέπει να αξιοποιήσουμε για να διαμορφωθεί μια νέα στρατηγική στο Κυπριακό. Αυτοί οι άξονες πρέπει απαραιτήτως να αντανακλώνται και στο περιεχόμενο μιας συμφωνίας στο Κυπριακό.
Σε μια νέα προσέγγιση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, τα εξής:
- Στρατηγικός μας στόχος είναι η Απελευθέρωση. Αυτό θα επιτευχθεί με τον τερματισμό της κατοχής, την αποκατάσταση της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα επιτευχθεί με την πλήρη εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων για όλους τους νόμιμους πολίτες της Κ.Δ.
- Να ενισχυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, να αξιοποιηθούν στρατηγικά πλεονεκτήματα και να αρπάξουμε ευκαιρίες για λύση. Σωστή, λειτουργική, δημοκρατική.
- Να εφαρμοστούν όλες οι ελευθερίες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς παρεκκλίσεις και τους όποιους περιορισμούς.
- Να απαλλαγεί από ξένα στρατεύματα και εγγυήσεις.
- Να διασφαλίζεται η ενότητα του χώρου, των θεσμών, της οικονομίας, και της κοινωνίας.
- Να εφαρμόζονται όλες οι Συνθήκες της Ε.Ε. για να καταστεί η χώρα αποτελεσματικός εταίρος.
- Οι ρυθμίσεις να μην αντιβαίνουν σε αποφάσεις του ΕΔΑΔ. Για την ακρίβεια να εφαρμοστούν οι αποφάσεις.
- Να ισχύσουν όλες οι δημοκρατικές αρχές.
- Να μην υπάρξουν βέτο ή ρυθμίσεις που θα γεννούν αδιέξοδα.
- Να αξιοποιηθούν τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η Κυπριακή Δημοκρατία (φυσικό αέριο).
- Να αξιοποιήσει τα πολλά και διαφορετικά συμφέροντα κρατών στην περιοχή και να αναδείξει συνεργασίες μέσα από κοινές επιδιώξεις.
Η τελευταία άτυπη Πενταμερής Διάσκεψη στη Γενεύη (27-29 Απριλίου), επιβεβαίωσε ότι η Τουρκία τα θέλει όλα και με εκβιαστικό τρόπο. Με την ανοχή των Ηνωμένων Εθνών, και μετά από λανθασμένους χειρισμούς της Λευκωσίας, κατάφερε να γίνει μια Διάσκεψη χωρίς ατζέντα, θέτοντας στο ράφι τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Αυτό διευκόλυνε την Άγκυρα να θέσει το ζήτημα των δυο κρατών ως μορφή λύσης στο Κυπριακό. Είναι προφανές πως μετά τη Γενεύη το θέμα θα είναι πλέον στην ατζέντα και το Κυπριακό θα διολισθαίνει συνεχώς, όλο και περισσότερο. Εξού και η αναγκαιότητα να υπάρξει αλλαγή πλεύσης. Ιδέες και προτάσεις υπάρχουν και έχουν περιγραφεί πιο πάνω. Εάν συνεχιστεί η ίδια τακτική, η πεπατημένη, η Κύπρος θα καταστεί επαρχία της Τουρκίας. Ο χρόνος είναι περιορισμένος και οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες το επόμενο διάστημα. Τι πρέπει να γίνει; Να αποτραπούν οι τουρκικό σχεδιασμοί και να αναληφθούν πρωτοβουλίες, που θα ανοίξουν τον δρόμο για την επίτευξη συμφωνίας, χωρίς εξαρτήσεις, χωρίς Τουρκία. Λειτουργικό κράτος και δημοκρατικό.
*Δημοσιογράφος, Δρ. Επικοινωνίας, συγγραφέας βιβλίων ιστορικής και πολιτικής έρευνας