Του Μιχάλη Ιγνατίου*
Το χτύπημα του τουρκικού Αττίλα εναντίον της Κύπρου το καλοκαίρι του 1974 ήταν ισχυρότατο και ακούστηκε στα πέρατα της Οικουμένης. Ενα νησί 600 χιλιάδων ψυχών δεχόταν άνανδρη επίθεση – και έτσι χαρακτηρίστηκε από όλους τους παγκόσμιους ηγέτες εκτός του Προέδρου της Αμερικής. Της εισβολής ακολούθησαν δημοσιεύματα σε όλο τον κόσμο, που υμνούσαν τον κυπριακό λαό για την άνιση μάχη του εναντίον του εισβολέα, για την καρτερικότητα και το κουράγιο του.
Επρόκειτο για έναν καταιγισμό δημοσιευμάτων σε εφημερίδες και περιοδικά, ακόμα και στη φλεγματική Μεγάλη Βρετανία, η οποία μισεί οτιδήποτε το ελληνοκυπριακό. Τα ραδιόφωνα και οι λίγοι τηλεοπτικοί σταθμοί ανά την υφήλιο παρουσίαζαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα ανοσιουργήματα του τουρκικού στρατού, τις καταστροφές, τους πρόσφυγες και τους νεκρούς.
Τριάντα εννέα χρόνια μετά, το Μάρτιο του 2013, η ανθρωπότητα ξανάκουσε για το διχοτομημένο νησί. Αυτή τη φορά πληροφορήθηκε για τη «διεφθαρμένη» Κύπρο και τον εξίσου «διεφθαρμένο» λαό της, για το τραπεζικό της σύστημα, το οποίο –όπως υποστήριξαν– ήταν σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να «ξεπλένει» και να «νομιμοποιεί» βρώμικο χρήμα από τη Ρωσία και άλλες χώρες. Ακούσαμε για ένα Δημόσιο που κοστίζει πανάκριβα στο λαό, για δημοσίους υπαλλήλους, οι μισθοί των οποίων είναι υψηλότεροι από αυτούς που ισχύουν στις περισσότερες πλούσιες χώρες της Ευρώπης.
Δύο απόψεις για την ίδια χώρα και τον ίδιο λαό.
Κι εδώ τίθεται το ερώτημα:
- Πού σταματά η πραγματικότητα και η αλήθεια, και πού ξεκινά η προπαγάνδα και η παραπληροφόρηση;
- Είναι η Κύπρος θύμα και το 2013, όπως ήταν το 1974, όταν η Τουρκία σε συνεργασία με την τότε αμερικανική κυβέρνηση και με τη συνδρομή της προδοτικής ελληνικής χούντας εισέβαλε και κατέστρεψε το νησί;
Οι απόψεις διίστανται. Γνωρίζω πως η πλειοψηφία των πολιτών στην Κύπρο ένιωσε τον ίδιο φόβο, την ίδια αδικία, όπως εκείνο το τρομακτικό καλοκαίρι του ’74, όταν οι ορδές του Αττίλα άφηναν στο πέρασμά τους την καταστροφή. Ζώντας τις κυπριακές οικονομικές εξελίξεις του σήμερα και παρακολουθώντας τα γεγονότα από την έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ένιωσα οργή, θύμωσα όπως και τότε. Το 1974 ήμουν 16 ετών και δικαιολογημένα με κυριαρχούσαν τα συναισθήματα και το μίσος γι’ αυτούς που κατέστρεψαν την Κύπρο. Τώρα που τα «έβλεπα» να εκτυλίσσονται ενώπιόν μου, θύμωσα όπως και τότε και συνέλαβα τον εαυτό μου έτοιμο να φωνάξει, να διαμαρτυρηθεί… Ομολογώ πως γρήγορα επανήλθα.
Τότε μας χτύπησε ένας αδίστακτος στρατός μιας μεγάλης χώρας με τη συνδρομή της υπερδύναμης Αμερικής, την ίδια στιγμή που η άλλη υπερδύναμη, η Σοβιετική ΄Ενωση, έμενε στις πύρινες ανακοινώσεις. Τώρα γρήγορα ξεκαθάρισα στο μυαλό μου πως πληρώναμε για τους διεφθαρμένους πολιτικούς και τραπεζίτες. Η καταστροφή του νησιού έχει ονοματεπώνυμα και δεν είναι ξενικά. Είναι καθαρά ελληνικά. ΄Οπως και το 1974, η κερκόπορτα άνοιξε από μέσα… Μόνο που το 1974 οι διεθνείς συνωμότες ήταν εκείνοι που σχεδίασαν με μαφιόζικο τρόπο το χτύπημα εναντίον της πατρίδας.
Μπορούμε να συζητούμε επί χρόνια για την οικονομική τραγωδία της Κύπρου. Δεν πρόκειται όμως να συμφωνήσουμε, διότι οι άνθρωποι δεν είμαστε ποτέ έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Δεν αποδεχόμαστε ότι φταίμε κι εμείς όταν γινόμαστε πελάτες των πολιτικών μόνο με την υπόσχεση –ανεκπλήρωτη τις περισσότερες φορές– του διορισμού του υιού και της θυγατέρας. Οι πολίτες-πελάτες ψηφίζουν τους διεφθαρμένους πολιτικούς, οι οποίοι «αναβαπτισμένοι» από την κάλπη, όπως καλή ώρα ο σημερινός Πρόεδρος, νιώθουν δικαιωμένοι για να ολοκληρώσουν το «έγκλημα» των προηγούμενων.
- Ποιος έχει το παραμικρό στοιχείο να αμφισβητήσει ότι η προηγούμενη κυβέρνηση προετοίμασε την κατάσταση για την κατάρρευση της οικονομίας; Ουδείς, ούτε ο ίδιος ο κύριος Χριστόφιας.
- Και ποιος από τους σημερινούς κυβερνώντες έχει το ανάστημα να αμφισβητήσει ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πήγε στις Βρυξέλλες εντελώς ξυπόλυτος στ’αγκάθια και με το «εγώ» του στενού φίλου της κυρίας Μέρκελ, άρα και του νικητή; Ούτε ο ίδιος…
Η Κύπρος του 2013 δεν είναι θύμα μιας καλά σχεδιασμένης παγκόσμιας παραπληροφόρησης και προπαγάνδας. Βολεύει τους πολιτικούς και τους τραπεζίτες η θεωρία αυτή, αλλά δυστυχώς γι’ αυτούς δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Στην πλειοψηφία τους οι ξένοι δημοσιογράφοι κατέγραψαν με ακρίβεια τα γεγονότα. Και σε αντίθεση με τα δικά μας μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα ξένα είχαν και καλύτερο ρεπορτάζ και προειδοποίησαν έγκαιρα ότι η λαίλαπα έρχεται. Όμως, πιστεύοντας τα «ρουλεμάν» του Προεδρικού Μεγάρου, αγνοήθηκαν οι προειδοποιήσεις και οι κίνδυνοι. Κάλλιστα ένας ανεξάρτητος παρατηρητής δύναται να αποδείξει χωρίς κόπο ότι η προπαγάνδα και η παραπληροφόρηση είχαν πατέρα και μάνα μέσα στην Κύπρο.
Ούτε το ΑΚΕΛ, που εναγωνίως προσπαθούσε να διασώσει την υστεροφημία του Δημήτρη Χριστόφια, ούτε τα κυβερνητικά μαγειρεία –με τη συμμετοχή και του μηχανισμού του ΔΗΣΥ– εκστόμισαν την αλήθεια. Μερικές φορές μου φαινόταν πως η παραπληροφόρηση είναι «επιστήμη» που έχει τις ρίζες της στο νησί. Οι εκπρόσωποι του ΑΚΕΛ και της κυβέρνησης συναγωνίστηκαν σε αναλήθειες και πολλοί αντιπρόσωποι του δημοσιογραφικού κόσμου της Κύπρου απεδείχθησαν κατώτεροι των περιστάσεων. Βεβαίως υπάρχουν και εξαιρέσεις. Προσωπικά τιμώ και εκτιμώ αυτούς τους δημοσιογράφους που έδωσαν όμορφη μάχη για να επικρατήσει η αλήθεια, έστω κι αν ήταν απελπιστικά μόνοι.
Εκ των υστέρων και κάνοντας μια αναδρομή σ’ εκείνες τις τραγικές όντως ημέρες του Μαρτίου, καταλήγω στο ασφαλές συμπέρασμα ότι οι ξένοι συνάδελφοι δεν υπερέβαλλαν καθόλου. Στην τραγωδία του 2013 παρουσίασαν την κατάσταση ως είχε. Οπως έπραξαν το 1974 οι βετεράνοι πια συνάδελφοί τους. Μελετώντας –στο πλαίσιο της έρευνας για τα απόρρητα αμερικανικά αρχεία της Προεδρίας Νίξον και Φόρντ– όλα σχεδόν τα δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου, ένιωσα υπερηφάνεια και ανάγκη να υποκλιθώ στους πολεμικούς ανταποκριτές που με κίνδυνο της ζωής τους παρουσίασαν την αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα για την αμερικανοκινούμενη εισβολή της Τουρκίας. Και είχαν απέναντι τους έναν πανίσχυρο Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να καταστρέψει την καριέρα τους.
Η σημερινή εποχή είναι βεβαίως εντελώς διαφορετική. Το διαδίκτυο έχει αλλάξει τον τρόπο πληροφόρησης. Φτάνουν στους πολίτες τα νέα σε κλάσματα δευτερολέπτου μαζί με φωτογραφίες και βίντεο. Δεν φτάνει πάντα η αλήθεια στον αναγνώστη, καθώς οι ερασιτέχνες που βρίθουν στο διαδίκτυο και οι εκπρόσωποι των κίτρινων ΜΜΕ εκμεταλλεύονται τη δυσωδία που κυριαρχεί στο ίντερνετ και «πυροβολούν» αδιακρίτως. Όμως η αλήθεια διασώζεται από τους εκπροσώπους της κλασικής δημοσιογραφίας, οι οποίοι και υπερισχύουν.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι όσοι στην περίπτωση της κατάρρευσης της κυπριακής οικονομίας αναζητούν εναγωνίως συνομωσίες για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, για τις οποίες σε πολιτισμένες χώρες θα τους τιμωρούσαν και θα τους έκλειναν στη φυλακή, ψάχνουν ψύλλους στα άχερα.
Το 1974 η Κύπρος ήταν θύμα διεθνούς συνομωσίας επειδή ο Κίσινγκερ ήθελε το νησί υπό την επιρροή του και ο ξεροκέφαλος Μακάριος πίστευε ότι ήταν κυβερνήτης σε μια χώρα που αποτελούσε τον ομφαλό της Γης. Το 2013 η Κύπρος κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος ως αποτέλεσμα λαίμαργων και διεφθαρμένων πολιτικών και τραπεζιτών, οι οποίοι παραμένουν στο προσκήνιο και στο απυρόβλητο όχι για να διορθώσουν τα λάθη τους αλλά για να καλύψουν τις ανομίες τους. Άτυχοι ήταν και παραμένουν οι πολίτες, οι οποίοι κλήθηκαν ετσιθελικά να πληρώσουν τα σκάνδαλα των πολιτικών και των τραπεζιτών, οι οποίοι έχουν γίνει πλούσιοι σε βάρος του κράτους και των διαλυμένων (πια) τραπεζών.
Όχι, δεν «μας τα έκαναν οι ξένοι», όπως αρεσκόμαστε να ισχυριζόμαστε, για να μην αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Οι Εφιάλτες είναι γέννημα-θρέμμα (κι ανάθεμα, ελπίζω) της Κύπρου… Οι πολίτες πρέπει να σταματήσουν να πιστεύουν τους πολιτικούς, διότι δεν θα φέρουν την άνοιξη. Η πρόβλεψη είναι πως ο χειμώνας της κυπριακής οικονομίας θα είναι βαρύς και οι επιπτώσεις ακόμα πιο καταστροφικές.
Θυμάμαι όταν ξεκίνησε η κρίση στην Ελλάδα, που μου έλεγαν φίλοι μου στην Κύπρο ότι «εμείς είμαστε νοικοκύρηδες, δεν είμαστε σαν τους καλαμαράδες». Χειρότεροι απεδείχθησαν. Ήταν «νοικοκύρηδες» με δανεικά, είχαν δούλους τους ξένους και ζούσαν ζωή… κροίσων πάλι με δανεικά. Κι όταν έφτασε η ώρα της πληρωμής, όλοι έμειναν με ορθάνοιχτο το στόμα από την έκπληξη, διότι πίστευαν –κι αυτό δείχνει τη μέγιστη τραγικότητα– ότι δεν χρωστούσαν τίποτα. Αντέδρασαν σαν να ζούσαν σε άλλη χώρα, με τη γνωστή φράση που βρίσκεται στο στόμα κάθε… αφελή, όπως θέλει να δείχνει, Ελληνοκύπριου: «Μα εγώ δεν ήξερα ότι…»
Παρά το γεγονός ότι δεν έχω συναντήσει ούτε έναν ειδικό στο εξωτερικό που να βλέπει φως στο βαθύ πηγάδι της κυπριακής οικονομίας, εντούτοις πιστεύω πως –όπως και το 1974– η λύση πρέπει να βρεθεί από τους ίδιους τους Ελληνοκύπριους. Ο Νίκος Αναστασιάδης δείλιασε εκείνο το ξημέρωμα του Μάρτη στις Βρυξέλλες και είπε την προσφιλή του λέξη, το «ναι», χωρίς δεύτερη σκέψη, σαν να ήταν έτοιμος από καιρό.
Επειδή ουδείς μπορεί να βάλει το χέρι του στη φωτιά ότι θα αποφευχθεί ένα νέο «κούρεμα» καταθέσεων όταν οδηγηθούν τα πράγματα σε νέο μνημόνιο, άρα και σε επιπρόσθετο δανεισμό, όλοι μαζί πρέπει να πάρουμε την απόφαση να σώσουμε την Κύπρο εκ των έσω, με εσωτερικό δανεισμό. Υπό τον όρο ότι θα αποχωρήσει η Τρόικα, και οι πολίτες θα αναλάβουν να καθορίζουν την τύχη τους. Ο σωστός ηγέτης είναι αυτός που βλέπει μπροστά και παίρνει γενναίες αποφάσεις για την ευημερία του λαού του. Τα «ναι» είναι εύκολο να ειπωθούν, και για τον κύριο Αναστασιάδη είναι και θα παραμείνουν ψωμοτύρι…
Η τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο δηµιούργησε νέες πολιτικές, κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες. Η Κύπρος βρέθηκε αναγκασµένη να σχεδιάσει την όλη εθνική της οικονοµία από το µηδέν, δεδοµένου ότι το πιο παραγωγικό, εύφορο και τουριστικό τµήµα του νησιού τελούσε πλέον υπό κατοχή. Με την πάροδο του χρόνου, τα ερείπια ξαναχτίστηκαν – εκτός από την «Πράσινη Ζώνη» (εδώ η περιοχή της Χρυσαλινιώτισσας και του Άγιου Κασσιανού στη Λευκωσία, το Μάρτιο του 2013, όπου παραµένουν ως µνηµεία της τραγωδίας).