του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Μία από τις 6+1 προτάσεις που ανέδειξε το συνέδριο Media, Polis, Agora, το οποίο διεξήχθη τον Σεπτέμβριο του 2018 στη Θεσσαλονίκη ήταν ότι «μόνον αν ένα μέρος της αξίας [που συσσωρεύεται στους “μεγάλους του Διαδικτύου”] – μέσω φορολόγησης ή άλλης αντίστοιχης διαδικασίας – ανακατευθυνθεί στην ενίσχυση της ποιότητας, θα υπάρξει αντίστοιχο “αύριο” στη δημοσιογραφική παραγωγή». Η πρόταση αυτή ενδεχομένως ακούγεται υπερβολικά αισιόδοξη, ενώ μπορεί και να θεωρηθεί ότι εμπεριέχει μια ιεραποστολικού τύπου χροιά.
Ωστόσο, τα πράγματα προχωρούν γοργά και όχι απαραίτητα προς μια θετική ή έστω συνεπή κατεύθυνση. Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 26ης Απριλίου 2018 αναφορικά με τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών (online) υπηρεσιών διαμεσολάβησης (COM (2018) 238 final,οι οποίες ακολουθούν τις προτεραιότητες για την ψηφιακή οικονομία που έθεσε ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ στην ομιλία του της 13ης Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά με την κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης), οι οποίες εστίασαν κυρίως στη διαφάνεια και την επίλυση συγκρούσεων, καθώς και στην ίδρυση ενός Παρατηρητηρίου «της οικονομίας των επιγραμμικών (online) πλατφορμών», αναφέρονται μόνο φευγαλέα στη δημιουργία αξίας (σημείο 20). Θα μπορούσε κάποιος να πει πάντως ότι η συζήτηση ωριμάζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παράδειγμα αποτελεί η Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της 25ης Μαΐου 2016, με θέμα τις επιγραμμικές (online) πλατφόρμες (COM (2016) 288 final). Με πιο άμεσο/συναφή τρόπο, τα σημεία 11/13 της πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στην ενιαία ψηφιακή αγορά (2016/0280 (COD)) ανοίγουν τη συζήτηση για έναν «φόρο ηλεκτρονικής σύνδεσης» που θα απαιτεί από τις διαδικτυακές πλατφόρμες να αγοράσουν άδεια, εάν επιθυμούν τη διασύνδεσή τους με άλλους ιστότοπους ή απλώς την επιλογή άρθρων από αυτούς. Η εν λόγω πρόταση Οδηγίας πυροδότησε, στο τέλος του 2018, μεγάλη συζήτηση για τη σοφία ή ακόμη και το νομικό έρεισμα μιας τέτοιας κίνησης. Συναφής είναι και η αναφορά για την ενδυνάμωση της θέσης των συντακτών Τύπου και των συγγραφέων στην Οδηγία σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (EPThinkTank, 15.9.2019).
Οι αντίπαλοι μιας τέτοιας κίνησης έσπευσαν να θυμίσουν την από πενταετίας απόφαση της Ισπανίας να επιβάλλει την πληρωμή φόρουσε ιστότοπους που συλλέγουν ειδήσεις από ήδη δημοσιευμένο/αναρτημένο στο διαδίκτυο υλικό: η αντίδραση της Google, εκείνη την εποχή, ήταν να αποσύρει τη λειτουργία των Google News από την ισπανική αγορά, γεγονός που προκάλεσε σχόλια του τύπου ότι η Ισπανία σκότωσε τη χήνα που έκανε τα χρυσά αυγά.
Ακόμη πιο διδακτική ήταν η εμπειρία της γερμανικής προσέγγισης του Leistungsschutzrecht für Presseverleger, το οποίο είχε την πρόθεση να επιβάλει στους διαδικτυακούς παρόχους περιεχομένου τέλη, τα οποία θα συλλέγονταν από ένα κεντρικά ελεγχόμενο γραφείο συμψηφισμού. Εκείνη η πρωτοβουλία, η οποία κατέληξε σε έναν νόμο που ψηφίστηκε στο γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2013, είχε ελκύσει την προσοχή ατόμων σε υψηλές θέσεις καθώς αποτελούσε κεντρικό ζήτημα για την τότε κυβέρνηση συνασπισμού των CDU/CFP. Η Καγκελάριος Μέρκελ είχε μάλιστα δηλώσει ότι θα επεδίωκε παρόμοια προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας, ωστόσο, δεν ήταν διόλου λαμπρό: πολλοί Γερμανοί εκδότες επέλεξαν να κρατήσουν χαμηλό προφίλ και συνήψαν συμφωνίες αδειοδότησης μηδενικού κόστους με την Google, ώστε το περιεχόμενό τους να εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται από τα Google News. Αυτό σήμαινε ότι θεώρησαν την εμφάνισή τους εκεί μεγαλύτερης έμμεσης σημασίας από ό,τι οποιοδήποτε τέλος…
Πίσω στο παρόν: επιτάχυνση σημειώθηκε όταν η Γαλλία γνωστοποίησε πως η κυβέρνησή της εξετάζει την επιβολή εθνικού φόρου ύψους έως και 5% σε αυτήν που είναι γνωστή ως η ομάδα GAFA (Google, Apple, Facebook, Amazon).Ο εν λόγω φόρος θα επιβληθεί σε ψηφιακούς παρόχους με κύκλο εργασιών – στο συγκεκριμένο είδος εργασιών – μεγαλύτερο από 750 εκατ. ευρώ παγκοσμίως και 25 εκατ. ευρώ στη Γαλλία. Ο φόρος αναμένεται να αποφέρει έσοδα της τάξης των 500 εκατ. ευρώ – τα οποία θα χρησιμοποιηθούν κατά κύριο λόγο για κοινωνικούς σκοπούς (δραστηριότητες που ξεκίνησαν από τις κινητοποιήσεις των Κίτρινων Γιλέκων). Ρίχνοντας αλάτι στην πληγή, ο φόρος – που δεν παραβλέπει τις προσπάθειες της ΕΕ να χειριστεί το ζήτημα, όμως αποτελεί σαφές σημείο ανυπομονησίας για τους ρυθμούς των Βρυξελλών – θα έχει αναδρομική ισχύ, από 1.1.2019…
Αν όλα αυτά μοιάζουν με πολλά υποσχόμενη πορεία, υπενθυμίζουμε ότι πρέπει να συνυπολογιστούν τα αντανακλαστικά ενός «μεγάλου του διαδικτύου», που δεν είναι άλλος από το Facebook. Στα μέσα Ιανουαρίου, το Facebook ανακοίνωσε σχέδιο χρηματοδότησης με 300 εκατ. δολ. ΗΠΑ δημοσιογραφικών έργων που θα εστιάζονται «στην κατά τόπους δημοσιογραφία, μία από τις περιοχές που χρειάζονται τη μεγαλύτερη αρωγή». Διερευνώντας περισσότερο αυτήν την πρωτοβουλία, ανακαλύπτει κανείς ότι το ποσό θα δαπανηθεί σε διάστημα τριών ετών – και ότι η εστίαση στην κατά τόπους δημοσιογραφία προέρχεται από διαβουλεύσεις με μηντιακούς εταίρους και χρήστες.
Επομένως, μπορεί εύκολα να δει κανείς ότι, όσο κι αν είναι πολλά υποσχόμενη η πορεία που οδηγεί στην ανακατανομή της αξίας που παράγεται από τους «μεγάλους του διαδικτύου» προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της ποιότητας της δημοσιογραφίας, η εν λόγω πορεία συντελείται πράγματι σε ολισθηρό μονοπάτι. Είτε πρόκειται για ένα τέλος που θα θεσπιστεί διά νόμου είτε για μία απ’ ευθείας φορολόγηση, από τη στιγμή που θα προέρχεται από τις Αρχές κάποιου κράτους, η βάση του θα καθορίζεται από τις εν λόγω Αρχές – και αυτές οι ίδιες Αρχές θα καθορίζουν τους δικαιούχους του. Μπορεί να (και κατά πάσα πιθανότητα θα) είναι εκείνοι που οι δυνάμεις της εκάστοτε συγκυρίας θα θεωρήσουν πως έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη και δυστυχώς η ποιότητα της δημοσιογραφίας συνήθως δεν αποτελεί προτεραιότητα.
Πράγμα που σημαίνει ότι μια ανακατανομή της αξίας που παράγεται στο διαδίκτυο με στόχο τη δημοσιογραφική ποιότητα, για να γίνει πιστευτή, θα πρέπει να πληροί (μηδενός εξαιρουμένου) πέντε κριτήρια:
(α) θα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι παράγεται προστιθέμενη αξία στο διαδίκτυοκαι θα πρέπει αυτή να μετρηθεί με κάποιον τρόπο
(β) η ανάγκη για ποιοτική δημοσιογραφία θα πρέπει να αναγνωριστεί ως κοινωνικά επιθυμητή αξία
(γ) ο αυξανόμενος κίνδυνος μείωσης της ποιότητας της δημοσιογραφίας μέσω της λειτουργίας των Μέσων στην ψηφιακή μας εποχή θα πρέπει να αναγνωριστεί
(δ) η επιβολή φόρων ή τελών ως εργαλείου διόρθωσης της κατανομής της αξίας θα πρέπει να γίνει αποδεκτή
(ε) η συμφωνία για τον μηχανισμό κατανομής της αξίας υπό ενός Α προς όφελος ενός Β θα πρέπει να επιτευχθεί.
Η φορολόγηση των «μεγάλων του διαδικτύου» είναι όντως μια πολλά υποσχόμενη πορεία σε ένα ολισθηρό μονοπάτι.
Σημ. dimosiografia.com: Στις 14 Φεβρουαρίου, μετά από σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Υπουργών της ΕΕ, οι «μεγάλοι» του διαδικτύου καλούνται από την Ε.Ε. να καταβάλουν αντίτιμο για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σε ΜΜΕ, δημοσιογράφους και καλλιτέχνες, το οποίο θα πρέπει να αντανακλά τα έσοδα που εξασφαλίζουν από την εκμετάλλευσή τους.Στο στόχαστρο μπαίνουν, κυρίως, ο ιστότοπος αναπαραγωγής οπτικοακουστικού υλικού YouTube, η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Facebook και η ειδησεογραφική πλατφόρμα της Google News.