της Χριστίνας Λιναρδάκη
Είναι απολύτως φυσιολογικό. Η ανθρώπινη φύση διαθέτει αυτά τα χαρακτηριστικά: (α) να είναι καχύποπτη, ιδίως υπό το κράτος πρωτοφανών συνθηκών, και (β) να προσπαθεί πάντα να βρει έναν φταίχτη [1]. Ειδικά η καχυποψία ήταν απαραίτητη για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους, αλλά, σήμερα που έχει καταφέρει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να επικρατήσει, η καχυποψία αποτελεί πρόσφορο έδαφος για θεωρίες συνωμοσίας κάθε είδους. Για παράδειγμα, ότι ο κορονοϊός είναι κατασκευασμένο βιολογικό όπλο (η Αμερική μάλιστα κατέθεσε αγωγή κατά της Κίνας με βάση αυτόν τον ισχυρισμό!), ότι τα μέτρα περιορισμού στο σπίτι είναι μέρος ολοκληρωτικού σχεδίου για τη στέρηση της ελευθερίας των πολιτών, ότι οι κεραίες 5G βοηθούν στη μετάδοση του ιού, ακόμη και ότι ο Κοσμάς ο Αιτωλός αλλά και ο γέροντας Παΐσιος είχαν προφητεύσει την έλευση της πανδημίας, η οποία θα οδηγήσει στην καταστροφή της Τουρκίας(!). Δεν υπάρχει όριο στο τι μπορεί να σκεφτούμε για να βρούμε επιτέλους κάποια λογική εξήγηση για την αναστάτωση που ζούμε και το στρες που παράγεται από τη διαρκή απειλή ενός εχθρού που είναι ορατός μόνο με το μικροσκόπιο.
Πραγματικά, αυτό που ζούμε δεν είναι λίγο. Και, για να πω την αλήθεια, προσωπικά έχω αγχωθεί τόσο πολύ που έχω να κοιμηθώ ήρεμα έναν μήνα τώρα. Ωστόσο, δεν μπορώ να παραμερίσω τη λογική και δεν λησμονώ ποτέ το ξυράφι του Όκαμ: ανάμεσα σε δύο θεωρίες, η απλούστερη είναι η σωστή. Και η απλούστερη θεωρία στη δεδομένη περίπτωση είναι ότι ο κορονοϊός προήλθε από το ζωικό βασίλειο, βρήκε όμως για κακή μας τύχη τον δρόμο του στο ανθρώπινο είδος, προκαλώντας τη μεγαλύτερη πανδημία των τελευταίων 100 ετών. Έχει ξαναγίνει – και όχι μόνο μία φορά. Η δε πανδημία μεγάλης κλίμακας, ως φαινόμενο, είναι κάτι που συμβαίνει και μάλιστα κατ’ εξακολούθηση: από τον λοιμό της Αθήνας του 5ου π.Χ. αιώνα που στοίχισε τη ζωή στον Περικλή μέχρι την ισπανική γρίπη του 1918, τα παραδείγματα είναι δυστυχώς πάρα πολλά.
Παρ’ ότι έχουμε γνώση όλων αυτών ωστόσο, πολλοί συμπολίτες μας όχι μόνο δεν τηρούν τα προτεινόμενα μέτρα, τα οποία μάλιστα λήφθηκαν τόσο έγκαιρα ώστε σήμερα να είμαστε στην ευχάριστη θέση να μετράμε πολύ λίγα κρούσματα και θύματα στην Ελλάδα συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες, αλλά και προσπαθούν να βρουν χίλιους τρόπους να τα παραβιάσουν ή γκρινιάζουν συνεχώς για την κατάσταση. Και πραγματικά απορώ: τι θα προτιμούσαν να είχε γίνει; Να αφήσουμε την πανδημία να θερίζει τους γύρω μας κι εμείς να συνεχίσουμε κανονικά τη ζωή μας, σφυρίζοντας αμέριμνοι; Να είμαστε εντάξει με το ενδεχόμενο να προσβάλει αγαπημένους μας ανθρώπους, γνωρίζοντας ότι υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να τους οδηγήσει στον θάνατο; Να αδιαφορούμε για το αν θα πλήξει εμάς τους ίδιους, με ό,τι αυτό θα σημάνει για όσους μας αγαπούν; Η κατάσταση στην Ιταλία, την Ισπανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την ίδια την Κίνα δεν ήταν άραγε αρκετή;
Προφανώς οφείλουμε να είμαστε σε εγρήγορση, γιατί πάντα κάποιοι επιδέξιοι μπορούν να επωφεληθούν (βλ. π.χ. τη δικτατορία που επιβλήθηκε στην Ουγγαρία) αλλά και, κατά την επόμενη μέρα, εκείνη της άρσης των μέτρων, για να περιφρουρήσουμε τις ατομικές μας ελευθερίες (σε σχέση π.χ. με την εφαρμοσθείσα στενή παρακολούθηση φορέων του ιού μέσω του κινητού τους ή μέσω βιομετρικού βραχιολιού για τον έλεγχο της διασποράς, η οποία ίσως ήταν ένα ύστατο μέτρο προστασίας, αλλά δεν παύει να αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας) ή το δικαίωμά μας στη ζωή με εργασία, όπως το είχαμε ξανακερδίσει μετά την κρίση. Όμως αυτά είναι θέματα που θα τα δούμε τότε, την επόμενη μέρα, όχι τώρα. Τώρα η γκρίνια οδηγεί στη φαγωμάρα που διαρρηγνύει την απαραίτητη, για να ξεπεράσουμε τις συμπληγάδες της κορύφωσης της πανδημίας στη χώρα μας, σύμπνοια. Αυτή είναι η διαφωνία μου με τους αντιρρησίες: για μια φορά, και μάλιστα μια φορά κρίσης, ας προσπαθήσουμε να είμαστε ενωμένοι.
Όσο για τους παραβάτες των μέτρων, αυτούς που δεν τους χωράει το σπίτι, αυτούς που βρίσκουν χίλιους λόγους για να βρίσκονται έξω και να κόβουν βόλτες διαρκώς, πηγαίνοντας πέντε φορές την ημέρα στο σούπερ μάρκετ, ίσως είναι ώρα επιτέλους να ενηλικιωθούν. Γιατί μόνο τα μωρά δεν μπορούν να συμμορφωθούν με τους κανόνες και να εξετάσουν πόσο είναι απαραίτητοι ή χρήσιμοι σε μια δεδομένη στιγμή. Η κρίση του κορονοϊού έφερε για άλλη μια φορά στην επιφάνεια τη σχέση μας με τον εαυτό μας, όπως καθετί στη ζωή μας ασφαλώς, αλλά πολύ περισσότερο τώρα, στις συνθήκες όξυνσης που ζούμε. Βλέπετε, το να μείνει κάποιος κλεισμένος στο σπίτι, συνεπάγεται ότι πρέπει να κοιτάξει μέσα του, αφού δεν μπορεί πλέον να κοιτάζει γύρω του τους άλλους. Ότι πρέπει να κοιτάξει τον άμεσο κύκλο των οικείων του και τις σχέσεις του μαζί τους. Είναι θέματα που ίσως έχουμε συνηθίσει να σπρώχνουμε κάτω από το χαλί. Όμως ο κορονοϊός ενδεχομένως να είναι η τέλεια ευκαιρία για να τα κοιτάξουμε κατάματα. Και να ενηλικιωθούμε επιτέλους. Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
[1] Βλ. Τάκας, Μ. (2015), Τις πταίει; Γνωσιακές μεροληψίες στην απόδοση αιτιότητας, Λευκωσία: Advanced Media Institute, σελ. 18-22. Διαθέσιμο στο: https://www.researchgate.net/publication/319617898_Tis_ptaiei_Gnosiakes_Merolepsies_sten_Apodose_Aitiotetas