Του Βασίλη Μπουρδουκούτα*
«Αμφιβάλλω εάν άλλα μέσα το 2013 που ξεκινήσαμε πήγαιναν να κάνουν συνέντευξη με φωτογράφο, καμεραμάν και δημοσιογράφο, με τρεις ανθρώπους δηλαδή», λέει ο Παναγιώτης Μενέγος στη Δημοσιογραφία, ενώ αναφερόμενος στη Νέα Δημοσιογραφία, εκτιμά ότι, «στην Ελλάδα η δημοσιογραφία των πολιτών αποδείχθηκε μια φούσκα».
Όταν ξεκίνησα να κάνω αυτή τη δουλειά ζούσαμε τη μεγάλη έκρηξη των blogs και όλη αυτή την ιστορία της δημοσιογραφίας των πολιτών. Αυτό το πράγμα αποδείχτηκε τελικά στην Ελλάδα μία φούσκα. Αυτό που οι περισσότεροι επιτυχημένοι bloggers έκαναν ήταν να απορροφηθούν από τα παραδοσιακά μέσα. Και ίσως αυτός ήταν και ο σκοπός τους. Στην αρχή υπήρχε αυτό το ρομαντικό εναντίων των αυθεντιών, ενώ στην ουσία του το όλο θέμα ήταν μία «αλλαγή παραδείγματος» και πώς θα διαμορφώσουμε τις νέες αυθεντίες που θα έρθουν να αντικαταστήσουν τις παλιές.
Πρότυπα του εξωτερικού
Νομίζω ότι όλοι προσπαθούν να δώσουν αυτό το πολυ-μεσικό. Να μην είναι one way o τρόπος παρουσίασης των θεμάτων, να συνδυάσουν κείμενο, στατική εικόνα και κινούμενη εικόνα, με διαγράμματα και infographics, συμπυκνωμένη πληροφορία, να φτιάξουν διαφορετικά περιβάλλοντα, να υπάρχει διάδραση, στα οποία δεν έχεις διαφημίσεις, είναι πιο καθαρό, όπου δεν έχεις διαφημίσεις. Βήμα, Καθημερινή άργησαν πολύ και έχουν μία δυσκολία να αντιληφθούν το μέσο. Η Kαθημερινή έχει τρέξει μία σειρά από ρεπορτάζ κυρίως ερευνητικά, στα οποία έχει συνδυάσει κείμενο και εικόνα.
Ακριβό σπορ
Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό το πράγμα είναι οικονομικά ή/και εκδοτικά συμφέρον. Δεν είμαι βέβαιος ότι ο κόπος και το κόστος που έχει, ακόμη και για μια πολύ μεγάλη εφημερίδα του εξωτερικού αξίζει τελικά. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι το viewability που τελικά δίνει, δικαιολογεί αυτό που απαιτείται για να παραχθεί. Ίσως τελικά ορισμένα πράγματα γίνονται και για λόγους κύρους prestige. Και πρέπει να γίνονται για αυτούς τους λόγους. Από την άλλη, ίσως για τους μεγάλους εκδοτικούς οίκους του εξωτερικού τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Πολλοί από αυτούς είναι συνδρομητικοί ή διαθέτουν pay walls. Υπάρχει δηλαδή οικονομική πρόσοδος πέρα και έξω από τις διαφημίσεις, αλλά και πολύ native διαφήμιση που γίνεται σωστά και όχι σαν public.
Native advertising
Το σωστό native είναι το έμμεσο, (όπου το όνομα της μάρκας δεν αναφέρεται κάθε δύο γραμμές), αυτά ήταν συνήθειες του προηγούμενου αιώνα, το κάναμε το 1970, άντε και το 1990. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν είναι έμμεσο, αλλά γίνεται public. Το σωστό native advertising χτίζει μία ιστορία, στην οποία η μάρκα / εταιρεία μπορεί να διαδραματίζει πολλούς και διαφορετικούς ρόλους, αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση ο κεντρικός. Εσύ έρχεσαι ως brand και μου ζητάς να σου φτιάξω native advertising. Εγώ κάνω develop κάποια stories και εσύ διαλέγεις ποιο τελικά θα κάνουμε και θα δημοσιεύσουμε.
Creative studio
Στους New York Times υπάρχει και εσωτερικό creative studio, το οποίο παράγει μόνο του το native content που θα μπει στην εφημερίδα, μιλάμε για μία συγκεκριμένη ομάδα που είναι αφοσιωμένη σε αυτό. Θυμάμαι ένα αντίστοιχο native advertising ρεπορτάζ στους Times. Υπάρχει αυτή η σειρά “Orange is the New Black”. Μία δραματική τηλεοπτική σειρά που εξελίσσεται σε γυναικείες φυλακές. Οι Times είχαν κάνει ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ για τις γυναικείες φυλακές στην Αμερική, με βάθος, εγκυρότητα. Η παρουσία της σειράς και του δικτύου ήταν στο πάνω μέρος της οθόνης και στο κάτω μέρος του άρθρου, απλώς εικαστικά υπήρχε ένα πολύ όμορφο αισθητικά παιχνίδι με το πορτοκαλί χρώμα, το οποίο έμμεσα παρέπεμπε στη σειρά, αλλά δίχως να εκβιάζει, καθώς είναι και το χρώμα που φορούν οι τρόφιμοι των φυλακών, οπότε η εικονογράφηση υπενθύμιζε. Το ρεπορτάζ ήταν εξαιρετικά διεισδυτικό και σοβαρό, είχε αξιώσεις και υπηρετούσε μία δημοσιογραφία έγκυρη και αντικειμενική.
Αντίστροφα
Μπορεί να γίνεται και με τον αντίστροφο τρόπο από την ανάθεση συγκεκριμένων ιστοριών. Μπορεί να έχουμε ήδη στα χέρια μας ένα story και η εταιρεία ή η μάρκα να έρθει να το χρηματοδοτήσει, ώστε να εκδοθεί. Το «Βαλκανικό Μονοπάτι», το οποίο έκανε ένας freelancer φωτογράφος μας, από δική του διαστροφή το είχε κάνει μόνος του – είναι περισσότερο φωτογράφος απ’ ό,τι δημοσιογράφος –, το πουλήσαμε στη Στέγη: με την υποστήριξη της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Είχες πραγματικά ένα premium προϊόν, ένα εξαιρετικό content, κοντά στη φυσιογνωμία και στην προσωπικότητα της μάρκας / οργανισμού.
Δημοσιογράφος
Ο σημερινός δημοσιογράφος καλείται να είναι πολυτάλαντος, διαθέτοντας ιδιότητες και δεξιότητες που στο παρελθόν δεν ήταν απαραίτητες. Πρέπει να είναι storyteller, εάν δεν είναι δεν μπορεί να φτάσει σε ένα υψηλό επίπεδο τη δουλειά. Απλά, στο περιβάλλον του διαδικτύου το storytelling δεν είναι μόνον το γράψιμο. Το storytelling υπάρχει και γίνεται και μέσω της φωτογραφίας.
Είναι διαφορετικός ο ρυθμός με τον οποίο διηγείσαι τις ιστορίες στο internet. Είναι διαφορετική η σκηνοθεσία στο διαδίκτυο. Απευθύνεσαι με διαφορετικό τρόπο στον αναγνώστη. Μπορείς πιο εύκολα να μιλήσεις μαζί του στο πρώτο πρόσωπο. Είναι κάπως πιο διάλογος και προσωπικό. Σε ένα κείμενο στο διαδίκτυο μπορείς να συναντήσεις και φράσεις του τύπου: «και τώρα ας σταματήσουμε λιγάκι για να ακούσουμε ένα τραγούδι». Στο print δεν μπορείς να το κάνεις αυτό. Το κείμενο στην εφημερίδα ή στο περιοδικό δεν έχει αυτή τη δυνατότητα meta και hyper texting και αναφορών εκτός πλαισίου.
Οπότε πρέπει να έχει κάποια σχέση με την εικόνα, τουλάχιστον στο επίπεδο ορθής αξιολόγησης του βαθμού στον οποίο μία φωτογραφία μπορεί να βοηθήσει και να αναδείξει μία ιστορία ή τις πλευρές της. Αν και ιδανικά θα πρέπει να την παράγει και ο ίδιος, διότι είναι εκεί. Το ίδιο ισχύει και για το βίντεο. Πέρα από τα stories που ανεβάζουμε. Το γεγονός της απόλυτης σύνδεσης όλων των publishers με τα social media διαμορφώνει και τις προϋποθέσεις, καθώς και υποπροϊόντα. Υπάρχουν είδη content που μπορούν να μεταδοθούν μόνο από το facebook, έχουν δηλαδή συγκεκριμένα formats ως είδη storytelling: teasing videos, trailers. Οπότε οφείλει υπό μία έννοια να είναι και παραγωγός video. Αν δεν είναι παραγωγός video, χάνει πολλές δυνατότητες που του δίνει το μέσο που μπορεί να αξιοποιήσει για να διαδώσει την ιστορία του.
Στις απαρχές
Εάν κάνεις μία γενεαλογία του σύγχρονου storytelling των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όλα ξεκινούν το 1960 με τη Νέα Δημοσιογραφία των Tom Wolfe και του Gay Talese, αλλά και του είδους δημοσιογραφίας που ονομάζουμε gonzo journalism, που ξεκίνησε με τον Hunter S. Thompson της Boston Globe στις αρχές του ’70. Τα χαρακτηριστικά τους μοιάζουν κοινά ή ομοιογενή: απομάκρυνση από την παραδοσιακή δημοσιογραφία της συναισθητικής αποστασιοποίησης και της ισορροπίας των απόψεων, αποδοχή του ότι η αντικειμενικότητα είναι μάλλον ακατόρθωτη, στη φιλοσοφική της διάσταση. Εδώ πλέον προκρίνονται η υποκειμενική άποψη, η σχεδόν συμμετοχική παραγωγή της ιστορίας, το ανθρωποκεντρικό feature story και η δραματοποίηση. Πολύ πιθανό η καταγωγή των όσων συζητάμε σήμερα να βρίσκεται εκεί, απλά στο ενδιάμεσο προέκυψαν τα νέα μέσα και οι δυνατότητες που προσφέρουν και το ζήτημα μεγεθύνθηκε και η πρακτική μοιάζει να κυριαρχεί.
Authority. Ανάγκη;
Είναι σημαντικό να υπάρχει ένα authority. Η δημοσιογραφία των πολιτών είναι κατά τη γνώμη μου πολύ σημαντική στο επίπεδο της πρώτης ύλης και πρέπει να υπάρχει εκεί στο πρώτο επίπεδο. Δηλαδή: την ώρα που το τάδε κανάλι παραποιεί ένα βίντεο από ένα γεγονός, να υπάρχει και το βίντεο ενός αυτόπτη μάρτυρα που τυχαίνει να ζει εκεί που εξελίσσεται το γεγονός και το βιντεοσκοπεί και εκείνος. Ώστε να ξέρουμε τι πραγματικά έγινε.
Από εκεί και πέρα για να παραχθεί ένα ρεπορτάζ δημοσιογραφικό υπάρχουν και περισσότερες απαιτήσεις. Αυτός που γράφει σε ένα blog ή ανεβάζει ένα post είναι τις περισσότερες φορές emotional. Υποτίθεται ότι όταν μία ιστορία βγαίνει από έναν δημοσιογραφικό οργανισμό, μία εφημερίδα ας πούμε, υπάρχουν εκεί κάποια φίλτρα που το κάνουν λίγο έστω πιο έγκυρο και αντικειμενικό. Δηλαδή θα το δει και κάποιος άλλος, θα υπάρχει ένα fact checking θα γίνει μία συζήτηση θα υπάρξουν κάποιες ερωτήσεις. Υπάρχουν ωστόσο πολλά πράγματα που δεν θα τα γνωρίζαμε εάν ο καθένας δεν είχε αυτή τη νέα δυνατότητα να δημοσιοποιεί – και δεν το λέω συνωμοσιολογικά. Για την ακρίβεια δεν είναι ότι δεν θα τα γνωρίζαμε, αλλά σίγουρα δεν θα είχαν αναδειχθεί στο βαθμό ή με τον τρόπο που έχουν αναδειχθεί. Μας βοηθά να διαβάζουμε και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούν τις ειδήσεις τα μεγάλα media.
POPAGANDA
Αυτό που έχουμε κάνει έχει σταθεί με έναν τελείως παλιομοδίτικο τρόπο. Αμφιβάλλω εάν άλλα μέσα το 2013 που ξεκινήσαμε πήγαιναν να κάνουν συνέντευξη με φωτογράφο, καμεραμάν και δημοσιογράφο, με τρεις ανθρώπους δηλαδή. Προφανώς χαμηλώσαμε τον πήχη από τότε. Αλλά θέλαμε να το κάνουμε με τον παλιό τρόπο των περιοδικών, χωρίς να κλέβουμε εικόνες από το διαδίκτυο, δηλαδή να παρουσιάζουμε ένα πράγμα που είναι πιο ωραίο, πιο ολοκληρωμένο και να μην το φτηναίνεις με το να εικονογραφείς. Δεν γνωρίζω, παραδείγματος χάρη, πόσα άλλα μίντια έχουν γραφίστα. Είναι πολυτέλεια ενδεχομένως, αλλά η εικονογράφηση για εμάς είναι σημαντική.
Ελλάδα
Υπάρχει πάντα αυτό το χάσμα μεταξύ του τι συμβαίνει εδώ και τι συμβαίνει στο εξωτερικό. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι το μιντιακό στην Ελλάδα είναι μία τρέλα. Τώρα καθόμαστε και συζητάμε για το πώς θέλουμε να κάνουμε στην POPAGANDA αυτά τα ωραία που βλέπουμε στο εξωτερικό να γίνονται και τα θαυμάζουμε. Και μετά έχεις προχθές αυτά που έγιναν στη Βουλή και σε επαναφέρουν σε μία πραγματικότητα που δεν σου επιτρέπει να κάνεις και πολλά όνειρα ή να βάζεις τέτοιους «υψηλούς» στόχους.
Στην Ελλάδα κάποτε όλοι είχαν μία εφημερίδα και μία ομάδα. Οι δημοσιογράφοι, από την άλλη, είχαν μία θέση και πολλές άλλες δουλειές. Είναι πολύ ανώμαλο το τοπίο. Εμείς, ας πούμε, δεν μπορούμε να πάρουμε θεσμική διαφήμιση, δηλαδή για να την πάρουμε θα πρέπει να φτάσουμε σε τεράστια νούμερα. Αλλιώς δεν γίνεται και δεν γίνεται διότι δεν έχουμε το χαρακτήρα που θα πάει να απαιτήσει με όποιο τρόπο κάτι τέτοιο. Εννοώ ότι δεν το έχουμε ούτε ως δεξιότητα ούτε ως ισχύ.
Επόμενα χρόνια
Ελπίζω να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Είναι ένα πράγμα που ξεκίνησε χωρίς χρηματοδότες, μία ιδέα κάποιων μεμονωμένων ανθρώπων με θητεία και σε σύγχρονα μέσα αρκετά χρόνια σε συνεργασία με ένα φωτογραφικό πρακτορείο. Αυτό δεν είχε ένα χρηματοδότη από πίσω. Το ότι έχουμε αντέξει όλα αυτά που έχουν συμβεί από τότε μέχρι σήμερα είναι θαύμα. Το γνωρίζεις πολύ καλά: η διαφημιστική αγορά είναι ρευστή και εξαιρετικά ασταθής, κάτι που καθιστά πολύ δύσκολο τον προγραμματισμό. Οπότε θα έλεγα ότι η ευχή θα ήταν να έχουμε λίγη σταθερότητα.