Του Σταύρου Τζίμα*
Ο κινεζικής καταγωγής και με διπλωματική θητεία στην Ελλάδα, βοηθός αναπληρωτής ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, κ. Χόϊτ Γι, έπιασε δουλειά στα Βαλκάνια.
Ταξίδεψε άρον-άρον στα Σκόπια για να αποσοβήσει μια δραματική εθνοτική τροπή στην επικίνδυνη πολιτική κρίση και έδειξε να το πέτυχε – προσωρινά τουλάχιστον. Μετά, πήγε στην Αλβανία για να εκτονώσει την οξύτατη πολιτική ένταση εν όψει των εκλογών του Ιουνίου. Δεν αποκλείεται η επόμενη αποστολή του να είναι στο Κόσοβο, όπου επίσης φορτίζεται επικίνδυνα η ατμόσφαιρα, μετά την πτώση της κυβέρνησης και τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών, που συνοδεύεται από ραγδαία άνοδο των εθνικιστών.
Το επικίνδυνο τρίγωνο της δυτικής Βαλκανικής, Σκόπια- Τίρανα-Πρίστινα, υπερθερμαίνεται και οι Αμερικανοί σπεύδουν να προλάβουν τα χειρότερα. Ποια είναι αυτά; Η αναζωπύρωση των εθνικισμών και δι’ αυτής η απειλή αποσταθεροποίησης της γεωπολιτικής ασφάλειας που εγκαθιδρύθηκε με τη λήξη των πολέμων στη Γιουγκοσλαβία και «απεικονίζεται» στον υφιστάμενο συνοριακό χάρτη.
Μολονότι πέρασαν δέκα οχτώ χρόνια από τη διαμόρφωση του σημερινού status στα Βαλκάνια, οι προαιώνιοι εθνικισμοί εξακολουθούν να σιγοκαίνε κάτω από τη στάχτη μιας εύθραυστης ειρήνης και με το παραμικρό φουντώνουν επικίνδυνα.
Θα περίμενε κανείς ότι με τη δημιουργία εθνικών κρατών, μετά την αιματηρή κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας και την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» θα λυνόταν το πρόβλημα της χειραφέτησης των εθνοτήτων και οι λαοί θα γύριζαν σελίδα, βαδίζοντας μονοιασμένοι προς ένα καλύτερο, και σε κάθε περίπτωση ειρηνικό, μέλλον. Μάλιστα η Δύση επέλεξε τη στρατηγική της σταδιακής ένταξης των νέων κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προοπτική που θα επέφερε τη σταδιακή κατάργηση των συνόρων και την εξάλειψη των όποιων εδαφικών διεκδικήσεων και εν υπνώσει εθνοτικών διαφορών. Πίστευαν οι ιθύνοντες της πολιτικής ότι τα τείχη της ιστορικής καχυποψίας θα έπεφταν και οι πληθυσμοί θα πορεύονταν αρμονικά προς το ευρωπαϊκό ιδεώδες.
Δεν είναι ψέμα ή υπερβολή ότι οι άνθρωποι στα Βαλκάνια – και όχι μόνο στα δυτικά – ζούσαν, μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και της Γιουγκοσλαβίας, με το όνειρο να γίνουν μια μέρα Ευρωπαίοι πολίτες και να απολαύσουν ισότιμα τα αγαθά των αναπτυγμένων κοινωνιών. Οι ελπίδες διαψεύστηκαν για κάποιους εξ αυτών και μόνο τέσσερις χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Κροατία, Σλοβενία) έχουν γίνει μέλη της ΕΕ. Άλλες έξι, με πληθυσμό αρκετών εκατομμυρίων και μεταξύ τους διαφορές, περιμένουν (Αλβανία, ΠΓΔΜ, Σερβία, Κόσοβο, Βοσνία- Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο) στον προθάλαμο χωρίς να διαφαίνεται στο βάθος η πόρτα του «παραδείσου».
Οι λόγοι; Η Ευρώπη έχει τα δικά της σοβαρά προβλήματα, με τον ευρωσκεπτικισμό να καλπάζει, την ξενοφοβία να απλώνεται και την τάση επιστροφής στα εθνικά κράτη να αυξάνεται. Σε κάθε περίπτωση, ελάχιστοι είναι εκείνοι που τολμούν πλέον να αρθρώσουν λόγο περί διεύρυνσης. Πολύ περισσότερο να ψηφίσουν υπέρ της ένταξης για χώρες στις οποίες η διαφθορά εξακολουθεί να καλπάζει και η οικονομία απέχει έτη φωτός από εκείνες των κρατών-μελών της ΕΕ.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι το ευρωπαϊκό όραμα καταρρέει και οι κοινωνίες στρέφονται στους εθνικισμούς και τις «μεγάλες ιδέες», αυτές που στην ιστορία καταγράφηκαν ως καταστροφικοί βαλκανικοί μικρομεγαλισμοί.
Πού εντοπίζονται σήμερα οι σιγοκαίουσες φωτιές της βαλκανικής; Η εν εξελίξει δραματική πολιτική κρίση στην ΠΓΔΜ υπενθυμίζει ότι το γειτονικό μας κράτος παραμένει πηγή αστάθειας. Σλαβομακεδόνες και Αλβανοί όχι μόνο δεν πορεύονται σε τροχιά σύγκλισης, από το 2001 και μετά, όταν οι δεύτεροι βγήκαν με τα όπλα στα βουνά για να διεκδικήσουν ισονομία και ισότητα, αλλά, τροφοδοτούμενοι από τους ηγέτες τους με εθνικισμούς, απομακρύνονται από την αρμονική συμβίωση εντός του ίδιου κράτους, με αποτέλεσμα το φάσμα της διάσπασης να διαγράφεται ορατό.
Μια τέτοια εξέλιξη, διάσπαση δηλαδή της ΠΓΔΜ και πρόσδεση ενός τμήματός της στην Αλβανία ή στο Κόσοβο και του άλλου στη Βουλγαρία, θα προκαλούσε εφιαλτικό ντόμινο στα Βαλκάνια. Ελλάδα, Τουρκία και Σερβία δεν θα έμεναν αμέτοχες στη δημιουργία μιας Μεγάλης Αλβανίας και μιας Μεγάλης Βουλγαρίας και τη συνακόλουθη αλλαγή του συνοριακού χάρτη, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά τους βαλκανικούς πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πύλη της κολάσεως θα άνοιγε και ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος θα φάνταζε ως «παιδικό πολεμικό παιγνίδι» μπροστά σε αυτό που θα ακολουθούσε.
Πιο πάνω, το Κόσοβο ήταν και παραμένει ο μόνιμος «πυροκροτητής» μιας βαλκανικής ανάφλεξης, με τους Αλβανούς και τους Σέρβους σε διαρκή αντιπαράθεση, το βόρειο σερβοκατοικούμενο τμήμα του νεόκοπου κράτους να κινείται σε τροχιά de facto πρόσδεσης στη Σερβία και την κυβέρνηση της Πρίστινας να φοβάται σενάριο Κριμαίας, βίαιης δηλαδή προσάρτησης από το Βελιγράδι των περιοχών γύρω από τη Μητρόβιτσα.
Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, οι Αλβανοί της κοιλάδας του Πρέσεβο στη νότια Σερβία θα κήρυσσαν – το έχουν δηλώσει άλλωστε – την απόσχισή τους και την πρόσδεση στο Κόσοβο. Ενδεχομένως και οι Αλβανοί του Τετόβου θα έκαναν το ίδιο και η βαλκανική χιονοστιβάδα θα ξεκινούσε.
Βορειότερα, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη ήταν και παραμένει ένα παράλυτο κράτος, δημιούργημα στην πραγματικότητα της ανάγκης να ηρεμήσει η περιοχή μετά τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο και όχι της βεβαιότητας ότι Βόσνιοι μουσουλμάνοι, Κροάτες και Σέρβοι μπορούν να μακροημερεύσουν υπό μια κοινή στέγη.
Οι τρεις εθνικές οντότητες συμβιώνουν τύποις στο ίδιο κράτος, χωρίς να διατηρούν αγαθές μεταξύ τους σχέσεις, έτοιμες να χωρίσουν με την πρώτη ευκαιρία τα «τσανάκια» τους και απλώς συστεγάζονται γιατί έτσι το θέλει – και το επιβάλλει – η διεθνής κοινότητα προς όφελος των (δυτικο)βαλκανικών ισορροπιών.
Οποιαδήποτε συνοριακή αλλαγή στο Κόσοβο ή την ΠΓΔΜ θα προκαλούσε κατάρρευση της ούτως ή άλλως ετοιμόρροπης Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, δεδομένου ότι η ισχυρότερη συνιστώσα της, η Σερβική Δημοκρατία, έχει δηλώσει πως θα αποσχιστεί, με πιο πιθανό να προσκολληθεί στη Σερβία, η οποία θα γίνει έτσι «Μεγάλη». Το ίδιο θα γίνει και με τους Κροάτες, για να φτιαχτεί η «Μεγάλη Κροατία» και έτσι θα προκύψει ένα αμιγώς μουσουλμανικό – ή καλύτερα λόγω της ριζοσπατικοποίησης ισλαμικό – κράτος της Βοσνίας, το οποίο κανείς στη Δύση δεν επιθυμεί.
Τι φοβούνται οι Δυτικοί – και όχι μόνο – ότι μπορεί να ενεργοποιήσει αυτές τις εστίες έντασης; Πέρα από ένα γεωπολιτικό «ατύχημα» στο παιγνίδι επιρροής των ισχυρών στην περιοχή, οπωσδήποτε το αλβανικό ζήτημα, που για τα Τίρανα και την Πρίστινα δεν έχει λυθεί ακόμα.
Πώς θεωρεί η αλβανική πολιτική και πνευματική ελίτ ότι θα διευθετηθεί αυτό; Με την «εθνική ενοποίηση» των ανά τη βαλκανική πληθυσμών. Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με όσα δήλωνε τελευταία ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, θα μπορούσε να επιτευχθεί με την ένταξη της χώρας του αλλά και του Κοσόβου (στη συνέχεια και των άλλων κρατών όπου υπάρχουν αλβανικοί πληθυσμοί) στην ΕΕ ή, αν αυτό δεν γίνει, με τη συνένωση των δύο ανεξάρτητων σήμερα κρατών σε ένα…
Οι πάντες ωστόσο στην περιοχή, πλην των Αλβανών, εκλαμβάνουν μια τέτοια προοπτική, της ένωσης δηλαδή Αλβανίας και Κοσόβου, ως το αποφασιστικό βήμα για τη δημιουργία της «Μεγάλης Αλβανίας» και προειδοποιούν ότι αυτό θα σημάνει βαλκανικό πόλεμο.
Η σύγκρουση Δύσης και Ρωσίας για τον έλεγχο της επιρροής στην περιοχή λειτουργεί εξίσου αποσταθεροποιητικά, ενώ και η Τουρκία – κυρίως μέσω του Ισλάμ αλλά και της υποκίνησης δημιουργίας πολιτικών κομμάτων ελεγχόμενων από αυτήν (Αλβανία, ΠΓΔΜ) – διεκδικεί το δικό της μερίδιο.
Οι Δυτικοί παρακολουθούν με ανησυχία τη ριζοσπαστικοποίηση των παραδοσιακά φιλήσυχων μουσουλμανικών πληθυσμών της βαλκανικής, των πλέον συμπαγών στην Ευρώπη, η οποία υποκινείται από χώρες της αραβικής χερσονήσου και την Τουρκία, με τη χρηματοδότηση τζαμιών στα οποία διδάσκεται η ριζοσπαστική εκδοχή του Κορανίου, άλλα και τη στρατολόγηση χιλιάδων νέων στον τζιχάντ.
Φοβούνται, και όχι άδικα, πως ο αυξανόμενος ισλαμικός φανατισμός προκαλεί αντισυσπειρώσεις στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής και αυτό μπορεί να οδηγήσει, σε βάθος χρόνου, σε επικίνδυνες θρησκευτικές διαιρέσεις και αντιπαραθέσεις.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ποιος μπορεί να αποτρέψει μια νέα βαλκανική τραγωδία την οποία θα προκαλούσε ενδεχόμενη κατάρρευση της υφιστάμενης αρχιτεκτονικής ασφάλειας όπως αυτή «φιλοτεχνήθηκε» και εγκαθιδρύθηκε από τη Δύση μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία;
Σε όποιον παρατηρητή ή διπλωμάτη, που βιώνει τις εξελίξεις στην περιοχή, και αν θέσει κάποιος αυτό το ερώτημα, οι απάντηση θα είναι μια: «οι Αμερικανοί». Θεωρούν ότι μόνο «η πυγμή των ΗΠΑ» μπορεί να συγκρατήσει φυγόκεντρες τάσεις και δυναμικές και φάνηκε αυτό με την κρίση στα Σκόπια, όπου, ενώ παρέλασαν τόσοι και τόσοι Ευρωπαίοι μεσολαβητές, ούτε ο Γκρουεφσκι ούτε ο πρόεδρος Ιβανώφ τους έδωσαν σημασία. Και χαμήλωσαν τη ρητορική τους μόνο όταν κατέφθασε ο βοηθός αναπληρωτής ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, κ. Χόϊτ Γι, ο οποίος κατά τα φαινόμενα ομαλοποίησε τις εξελίξεις.
Η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία έδωσε την εντύπωση πως η νέα πραγματικότητα στο Λευκό Οίκο θα αποσύρει το ενδιαφέρον από τα Βαλκάνια, με κίνδυνο να δημιουργηθεί «κενό ισχύος» στην περιοχή και να αρχίσουν και πάλι τα «όργανα των εθνικισμών».
Μάλιστα η δήλωση ενός αξιωματούχου του κόμματος του Τραμπ, βουλευτή Ρόκενμπαχ, ότι η ΠΓΔΜ πρέπει να διαλυθεί και να μοιραστεί στην Αλβανία και τη Βουλγαρία, προκάλεσε ανατριχίλα.
Φαίνεται όμως ότι το διπλωματικό κατεστημένο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, «επανέφερε» τον μάλλον αδαή, νέο Πρόεδρο στην πραγματικότητα γύρω από τη βαλκανική και έτσι ο ικανός, και ελληνομαθής, κ. Γι ανέλαβε, τηρουμένων των αναλογιών, ρόλο… νέου Χολμπρουκ στην περιοχή με σκοπό να σβήσει τις φωτιές, αρχής γενομένης από την ΠΓΔΜ και να αποκαταστήσει την κλίμακα της ισχύος.