του Γιάννη Καρακασίδη
Οι γυναίκες αποτελούσαν πάντοτε κεντρικές φιγούρες στην κατασκευή και στην αναπαραγωγή των εθνών. Ιδέες, όπως εκείνες του φύλου και του έθνους, είναι συνήθως βαθιά συνυφασμένες. Οι γυναίκες, ως μητέρες και εκείνες που κατά κύριο λόγο επωμίζονται την ανατροφή των παιδιών, αναδεικνύονται συμβολικά σε αναπαραγωγούς του έθνους, ενώ όπως επισημαίνει και η Yuval-Davis, συγγραφέας του βιβλίου Gender and Nation «είναι οι γυναίκες – και όχι απλά η γραφειοκρατία και η διανόηση – που αναπαράγουν τα έθνη βιολογικά, πολιτισμικά και συμβολικά».
Ως πολίτες, οι γυναίκες και οι ρόλοι που αυτές καλούνται να επιτελέσουν, είναι επίσης, βαθιά ενσωματωμένες στα εθνικιστικά projects. Η θέση της γυναίκας στην κοινωνία συχνά χρησιμοποιείται ως σύμβολο του ισχυριζόμενου μοντερνισμού ενός κράτους. Η Yuval-Davis υποστηρίζει πως η θέση της γυναίκας «έχει αποτελέσει έναν από τους σημαντικούς μηχανισμούς με τους οποίους τα έθνη και τα κράτη εκφράζουν – εσωτερικά και εξωτερικά – την πορεία τους προς τον μοντερνισμό». Αυτό εφαρμόζει απόλυτα στην περίπτωση της Τουρκίας.
Στα πρώτα χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι ηγέτες ανέδειξαν μία καινούρια ιδέα για την «γυναίκα», προκειμένου να αντισταθμίσουν την έως τότε οπισθοδρομική εικόνα που επικρατούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η νέα Δημοκρατική γυναίκα, μορφωμένη, κοινωνικά ενεργή, αφοσιωμένη σύζυγος-μητέρα και ακόμα θηλυκή με Δυτικού τύπου ενδυμασία, θα προωθούσε διεθνώς τη μοντέρνα ρότα του κράτους. Η θέση της γυναίκας στην Τουρκία ακόμα λειτουργεί ως σύμβολο της εθνικής προόδου και συχνά αναφέρεται στις συζητήσεις γύρω από την συμβατότητα της χώρας με τα ιδεώδη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα με τη διαρκή προσπάθεια ενός πολιτικού εκμοντερνισμού του σύγχρονου τουρκικού κράτους, παρατηρείται και η εντυπωσιακή εξέλιξη στοιχείων της δημοφιλούς κουλτούρας της χώρας. Μετά τις τηλεοπτικές υπερπαραγωγές, η pop μουσική αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της εξέλιξης που ως έναν βαθμό θα μπορούσε να ειπωθεί πως λειτουργεί ως εργαλείο για την ανάδειξη ενός πιο Δυτικού και φιλοευρωπαϊκού προσήμου της Τουρκίας. Πολύχρωμα video clip με ειδυλλιακές εικόνες και γοητευτικά πρόσωπα κερδίζουν ολοένα μεγαλύτερη απήχηση σε διεθνές επίπεδο, καθιστώντας την λεγόμενη “Türkçe pop” σε διακριτό υπο-είδος της παγκόσμιας μουσικής.
Η τουρκική pop μουσική γνωρίζει την τελευταία δεκαετία τη μεγαλύτερη άνθιση στην ιστορία της και αυτό επιβεβαιώνεται αφενός από το πλήθος νέων καλλιτεχνών του είδους που συνεχώς αναδεικνύονται, αφετέρου από τις προσεγμένες και διεθνώς δημοφιλείς παραγωγές στα video clip των μουσικών τους κομματιών. Η ετικέτα με το hashtag #Τürkçepop συνοδεύει την περιγραφή πολλών μουσικών video με εκατοντάδες εκατομμύρια προβολές σε διαδικτυακές πλατφόρμες, όπως το YouTube και το Dailymotion, video clip που συχνά διαθέτουν παρόμοιες θεματικές, προσεγγίσεις και αφηγήματα.
Ένα εξ αυτών των αφηγημάτων είναι συχνά η θέση-αναπαράσταση της γυναίκας σε σχέση με το ανδρικό φύλο, η οποία πάντοτε με φόντο την τουρκική κοινωνία, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη διαρκή προσπάθεια διαβεβαίωσης από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας της χώρας για μια εκμοντερνισμένη Τουρκία, εφάμιλλη των ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Άλλωστε, το τραγούδι αποτελούσε ανέκαθεν δείκτη και (προ)αγωγό κουλτούρας και στη σύγχρονη μορφή του μπορεί να μεταφέρει με ακρίβεια στοιχεία από την καθημερινότητα μιας χώρας ή ενός πολιτισμού. Δεδομένου πως η Τουρκία επί σειρά ετών σχοινοβατεί μεταξύ Ανατολής-Δύσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διεθνή εικόνα που επιθυμεί να προβάλλει κυρίως σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρουσιάζει ενδιαφέρον η διαφορά μεταξύ της γυναικείας εικόνας μέσα από τη μουσική βιομηχανία και τις καθημερινές εκφάνσεις της ζωής στη χώρα.
Η θέση της γυναίκας στην Τουρκία
Τα ζητήματα των γυναικών ξεκίνησαν να τίθενται υπό συζήτηση πολύ πριν από το 1923, έτος ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ήδη από την περίοδο του Τανζιμάτ (1839-1873) και τον «υποτιθέμενο εκμοντερνισμό», τα γυναικεία θέματα εισήλθαν στο πολιτικό προσκήνιο. Κατά τη διάρκεια αυτής της μεταρρυθμιστικής περιόδου, παραχωρήθηκαν στις γυναίκες αρκετές ευκαιρίες για εκπαίδευση, ενώ πραγματοποιήθηκε σειρά συζητήσεων σχετικά με την πολυγαμία και τη μαντίλα. Η συνταγματική αναθεώρηση του 1876 και η εγκαθίδρυση της συνταγματικής μοναρχίας το 1908 επέκτειναν ακόμη περισσότερο τα δικαιώματα των γυναικών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εγκαινιάσουν την είσοδό τους στη δημόσια σφαίρα.
Οι πρώτες γυναίκες που αποφάσισαν να κινητοποιηθούν για να επιμορφώσουν άλλες γυναίκες, να αναπτύξουν φιλανθρωπική δράση και να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους ήταν κατά κύριο λόγο μορφωμένες γυναίκες, προερχόμενες από τα μικρομεσαία στρώματα των μεγάλων αστικών κέντρων. Με λίγα λόγια, επρόκειτο για προσωπικότητες με εκ διαμέτρου αντίθετα χαρακτηριστικά από την συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών στην Τουρκία, που ωστόσο ξεκίνησαν να παροτρύνουν τις φωνές των υπολοίπων να ακουστούν. Όπως υποστηρίζει και η Τουρκάλα ακαδημαϊκός Aynur Demirdirek, στις τελευταίες δεκαετίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μεταξύ των Οθωμανών γυναικών γεννήθηκε ένα πρώιμο φεμινιστικό κίνημα.
This day in Turkey: Apr. 3, 1930
Women gained voting rights in municipal elections in Turkey.
They got full rights to vote and be elected 4 years later, but in 1933 women became eligible to run for muhtar, with Gülkız Ürbül (aka Gül Esin) becoming Turkey's first female muhtar. pic.twitter.com/dC7nMbK3Xm
— Turkey recap (@Turkeyrecap) April 3, 2022
Με την κήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923, το τουρκικό κράτος έστρεψε το βλέμμα του προς τη Δύση και ξεκίνησε μία συνειδητή διαδικασία εκμοντερνισμού, με τις γυναίκες να μετατρέπονται σε σημαντικό σύμβολο και δείκτη αυτής της εθνικής προσπάθειας. Πράγματι, η επιχείρηση εκμοντερνισμού της Δημοκρατίας προσέφερε στις γυναίκες πολλά χρήσιμα προνόμια, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ανήκαν αποκλειστικά στους άνδρες. Για παράδειγμα, η υποχρεωτική, ελεύθερη εκπαίδευση και για τα δύο φύλα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1923, ενώ το 1926 εισήχθη σειρά μεταρρυθμίσεων στον Αστικό Κώδικα του κράτους, οι οποίες αναγνώριζαν κάποια γυναικεία δικαιώματα ως προς τον γάμο, το διαζύγιο και την κηδεμονία των παιδιών. Μέχρι και το τέλος του 1934 είχαν παραχωρηθεί πλήρη δικαιώματα ψήφου στις γυναίκες, καθώς και το δικαίωμα να δηλώσουν την υποψηφιότητά τους σε οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση.
Ταυτόχρονα με τις νομικές αλλαγές, ανέκυψε και μία καινούρια δημόσια εικόνα για τις γυναίκες στη γείτονα χώρα. Ήταν τότε ακριβώς που “γεννήθηκε” η σύγχρονη γυναίκα της Τουρκίας. Ωστόσο, η ιδανική γυναίκα της Τουρκικής Δημοκρατίας ήταν ένα κράμα από αντιφάσεις. Όφειλε να είναι μία “μορφωμένη επαγγελματίας” στη δουλειά, μία “κοινωνικά ενεργή, οργανωτική γυναίκα” ως μέλος ομάδων ή συνδέσμων, μία “βιολογικά λειτουργική γυναίκα” όσον αφορά τις οικογενειακές, διεκπεραιωτικές υποχρεώσεις της ως μητέρα και σύζυγος, αλλά και μία “θηλυκή γυναίκα” που ψυχαγωγεί τους άνδρες σε χορούς και άλλες δεξιώσεις. Όπως ακριβώς οι Οθωμανές φεμινίστριες πρόγονοί της, αυτή η ιδανική “σούπερ-γυναίκα”, με τις υποχρεώσεις που επιφορτίζεται ως προς τη δημόσια συμπεριφορά και εμφάνισή της, θα μπορούσε δύσκολα να εκπροσωπήσει όλες τις γυναίκες της Τουρκίας.
Με την απαγόρευση των πολιτικών κομμάτων να θεσπίζεται από το στρατιωτικό καθεστώς του 1980, οι γυναίκες αποφασίζουν να οργανωθούν, είτε σχηματίζοντας ομάδες, είτε αναγνωρίζοντας τους εαυτούς τους ως φεμινίστριες. Το αναδυόμενο φεμινιστικό κίνημα εστίασε σε μία σειρά από ζητήματα που περιλάμβαναν τη βία σε βάρος των γυναικών και τον σεξισμό στον νομικό κώδικα, που όριζε τον άνδρα ως την κεφαλή της οικογένειας και παρείχε ελαφρυντικά στον κατηγορούμενο, εάν το θύμα ενός βιασμού ήταν κάποια ιερόδουλη. Επί της ουσίας, η οργάνωση των γυναικών άρχισε να αποδίδει καρπούς με την εμφάνιση των πρώτων γυναικείων περιοδικών και την ίδρυση γυναικείας βιβλιοθήκης και κοινωνικών καταφυγίων για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας.
Η προσπάθεια της Τουρκίας να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει επιφέρει, επίσης, εκτεταμένες νομικές μεταρρυθμίσεις που επηρέασαν τη θέση της γυναίκας. Το 2001 πραγματοποιήθηκαν κάποιες αλλαγές στον Νομικό Κώδικα, οι οποίες υιοθετήθηκαν από το ελβετικό Δίκαιο του 1926 και περιλάμβαναν την αναίρεση της διάκρισης του άνδρα ως κεφαλής της οικογένειας, ανακηρύσσοντας την ισότητα των συζύγων και εγκαθιδρύοντας ένα καθεστώς ιδιοκτησίας που διαχώριζε κάθε περιουσιακό στοιχείο που αγοράστηκε από το ζευγάρι κατά τη διάρκεια του γάμου.
Δεν τίθεται αμφιβολία πως αλλαγές όπως αυτές ενέτειναν την προσπάθεια εναρμόνισης του τουρκικού Δικαίου με εκείνο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενίσχυσαν τη θέση της γυναίκας στην τουρκική κοινωνία, διαγράφοντας σημαντική πρόοδο προς την ισότητα. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ακόμη τεράστιο περιθώριο βελτίωσης και σε κάποιες περιοχές οι βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις περί ορθού ρόλου των δύο φύλων εξακολουθούν να οδηγούν σε κοινωνικές ανισότητες, με τις γυναίκες να οργανώνονται, να διαδηλώνουν και να μιλούν ανοιχτά για θέματα που τις απασχολούν. Υπάρχει, επομένως, ένα χάσμα. Το Δημοκρατικό ιδανικό επηρεάζει τις γυναίκες σε θεωρητικό επίπεδο, όμως οι πρακτικές στις οποίες εμπλέκονται αψηφούν, αντιτίθενται και υπονομεύουν ορισμένες πτυχές αυτού του ιδανικού. Επιπλέον, φαίνεται πως η Δημοκρατική ή αυτό που κάποιοι αναφέρουν ως “μοντέρνα” γυναίκα παραμένει αρκετά υπαινικτικός όρος στην Τουρκία.
Η τουρκική ποπ χθες και σήμερα
Η τουρκική pop μουσική γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 κυρίως μέσα από διασκευές μίας ευρείας γκάμας εισαγόμενων δημοφιλών κομματιών (rock ‘n roll, tango, jazz), η οποία ονομάστηκε “Hafif-batı” (ελαφρο-δυτική) μουσική. Για τις επόμενες δύο δεκαετίες οι Τούρκοι καλλιτέχνες παρήγαγαν αγγλόφωνες διασκευές κομματιών αυτού του είδους αλλά δημιουργούσαν και τα δικά τους πρωτότυπα, συχνά προσθέτοντας τουρκικό στίχο σε δυτικούς ήχους, τάση που έλαβε ευρεία αποδοχή από το κοινό στην Τουρκία. Ωστόσο, το είδος “τουρκική pop μουσική” φαίνεται πως πήρε το όνομά του από την κυκλοφορία του τραγουδιού “Yarının Sarkısı” («Το τραγούδι του αύριο») της Tülay German, η οποία αποτύπωσε τον όρο “Turkish pop music” στο οπισθόφυλλο του δίσκου της το 1964, θέτοντας την βάση ενός σαφούς, νέου ξεκινήματος στην εγχώρια μουσική σκηνή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καλλιτέχνη που δοκιμάστηκε στο συγκεκριμένο είδος τη δεκαετία του ‘60 είναι και η τραγουδίστρια-ηθοποιός Gonul Yazar, η οποία ερμήνευσε αρκετά τέτοια κομμάτια σε τουρκικές ταινίες της εποχής, που ωστόσο δεν προβλήθηκαν ποτέ εκτός συνόρων. Η γέννηση της τουρκικής pop ήταν γυναικεία υπόθεση.
Οι δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 έφεραν την τουρκική pop ακόμη περισσότερο στο προσκήνιο της μουσικής βιομηχανίας. Ήταν η περίοδος που η Τουρκία έκανε τις πρώτες – μολονότι εξαιρετικά αποτυχημένες – συμμετοχές της στον Διαγωνισμό Τραγουδιού της Eurovision, σε μία παρθενική προσπάθεια μουσικής και πολιτικής εξωστρέφειας. Βέβαια, τα συνεχόμενα στρατιωτικά πραξικοπήματα δεν ευνοούσαν την εικόνα της χώρας διεθνώς. Ωστόσο, ήταν μία περίοδος που ανέδειξε προσωπικότητες, όπως η Ajda Pekkan και η Sezen Aksu, σε εθνικές pop stars. Το παράδειγμα της Aksu είναι ίσως το πλέο ενδεικτικό, δεδομένου πως ήταν εκείνη που έδωσε τον χαρακτηριστικό ήχο στην τουρκική pop και στάθηκε η αφορμή ώστε να γίνει το είδος ιδιαίτερα δημοφιλές στις αραβικές χώρες. Σήμερα, η Sezen Aksu θεωρείται η “μητέρα” της τουρκικής pop μουσικής.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 και με την εμφάνιση της arabesque μουσικής, η δημοτικότητα της τουρκικής pop υποχώρησε σημαντικά, μολονότι κατά την χρονική αυτή περίοδο προέκυψαν αξιόλογες τραγουδίστριες του είδους, όπως η Nazan Öncel και η Yıldız Tilbe. Με τη βοήθεια της Sezen Aksu, η οποία ασχολήθηκε ενεργά και με το κομμάτι της μουσικής παραγωγής, αναδείχθηκαν και νέα πρόσωπα, που αργότερα εξελίχθηκαν σε διεθνείς αστέρες με την “αυγή” της νέας χιλιετίας. Σημαντικότεροι εξ αυτών ήταν η Sertab Erener, η οποία έφερε και την πρώτη νίκη της Τουρκίας στον Διαγωνισμό της Eurovision το 2003, αλλά και ο Tarkan, πολλά από τα τραγούδια του οποίου γίνονται μέχρι και σήμερα επιτυχίες στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, ακόμα και στη Λατινική Αμερική.
Σήμερα, η τουρκική pop είναι ένα διεθνώς εδραιωμένο και αναγνωρίσιμο είδος, που συγκεντρώνει χιλιάδες θαυμαστές και εκατοντάδες εκατομμύρια προβολές στο διαδίκτυο. Ενδεικτικά, το τραγούδι “Cevapsız çınlama” του Τούρκου DJ Emhran Karaduman και της νεαρής Aleyna Tilki, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 2016, συγκεντρώνει περισσότερες από 540 εκατομμύρια προβολές στο επίσημο κανάλι της πλατφόρμας Netd Muzik στο YouTube, αποτελώντας το δημοφιλέστερο τουρκικό video clip παγκοσμίως. Σε εξίσου εντυπωσιακά επίπεδα κινούνται και τα μουσικά video άλλων σύγχρονων τραγουδιστών του είδους, όπως η Hadise, η Gülşen, η Sıla, o Mabel Matiz, η Simge, η Bengü, ο Murat Boz, o Kenan Doğulu, o Gökhan Türkmen και ο Halil Sezai. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, πρόκειται για προσεγμένες παραγωγές με εξαιρετική σκηνοθεσία και φωτογραφική αισθητική. Ήδη σε πλατφόρμες μουσικού streaming, όπως το Spotify και το Deezer, διατίθενται και έτοιμες λίστες με την ονομασία “Türkçe Pop”.
Ωστόσο, μία πρόχειρη ματιά στο περιεχόμενο των δημοφιλέστερων μουσικών video της τουρκικής pop αποδεικνύει πως οι γυναίκες στην Τουρκία δεν είναι αυτό που τραγουδάνε. Οι γυναίκες εμφανίζονται να έχουν τον κυρίαρχο ρόλο και να είναι αυτές που ανησυχούν λιγότερο για την έκβαση ή τον τερματισμό της ερωτικής σχέσης. Η γυναικεία φιγούρα αποπνέει έντονο δυναμισμό, αυτοπεποίθηση, φεμινιστικές διαθέσεις, ενώ δεν διστάζει να έρθει σε ευθεία σύγκρουση με τον άνδρα νυν ή πρώην σύντροφό της. Σχετικά παραδείγματα βρίσκει κανείς στα μουσικά video των δημοφιλέστερων pop τραγουδιστριών της Τουρκίας, όπως η νεαρή Aleyna Tilki, η Bengü, η Gülşen αλλά και η γνωστή από τη συμμετοχή της στον Διαγωνισμό Τραγουδιού της Eurovision το 2009, Hadise. Χαρακτηριστικά, στο video clip της τελευταίας με τίτλο Prenses (Πριγκίπισσα), η τραγουδίστρια εμφανίζεται με λευκό νυφικό, χαμογελαστή και αποφασιστική, να ζητά εξηγήσεις από τον πρώην αγαπημένο της για την άδικη συμπεριφορά του. Το φεμινιστικό στοιχείο είναι έντονο και στους στίχους του τραγουδιού, που μεταξύ άλλων αναφέρουν τις φράσεις “Μην υποτιμάς τη δύναμη μιας γυναίκας” και “Κάθε σκιά στην ελευθερία μου την θεωρώ προσβολή”.
Και ξανά στο σήμερα
Και ενώ αυτά προβάλλονται από τη μουσική βιομηχανία, μία σειρά παραγόντων αποτρέπει τη γυναίκα στην Τουρκία να εργαστεί και ένας από αυτούς είναι η μαντήλα. Επί του παρόντος, μολονότι την τελευταία δεκαετία αίρονται βαθμιαία οι σχετικές απαγορεύσεις (πανεπιστήμια, αστυνομία, στρατός, Βουλή), η χρήση του χιτζάμπ παραμένει φειδωλή σε δημόσια ιδρύματα, όπως λύκεια και πανεπιστήμια, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολο για τις πιο ευσυνείδητες μουσουλμάνες να εξασφαλίσουν την εκπαίδευση που επιθυμούν, εκτός εάν επιλέξουν να βγάλουν τη μαντήλα, όπως κάνουν αρκετές. Ωστόσο, οι εργοδότες είναι διστακτικοί στο να προσλάβουν γυναίκες που καλύπτουν το κεφάλι τους, δυσκολεύοντας την εύρεση εργασίας. Επαγγελματικοί τομείς όπως η δικηγορία, η ιατρική και η τριτοβάθμια εκπαίδευση, παρ’ ότι απασχολούν ικανοποιητικό αριθμό γυναικών, εξακολουθούν να παραμένουν κλειστοί για εκείνες που επιλέγουν να φορούν τη μαντήλα. Στην pop μουσική καμία από τις γυναίκες δεν εμφανίζεται να φορά χιτζάμπ. Αντιθέτως, η αισθητική και ενδυματολογική αναπαράσταση των γυναικείων μορφών προσιδιάζει στα δυτικά πρότυπα ομορφιάς και ένδυσης, χωρίς καμία αναφορά στον εγχώριο θρησκευτικό κώδικα.
Thousands of ‘Fancy Women on Bikes’ defy intimidation to claim the streets of Turkey: https://t.co/jlhz4Vf9lP pic.twitter.com/WHP27Ai04K
— Women in the World (@WomenintheWorld) November 6, 2016
Kadınlar bu ülkede yasamıyor,yaşamsavaşı veriyor #ÖzgecanYasası WomeninTurkey demand new lawsagainst #genderviolence pic.twitter.com/jHXTPt1MfT
— Elif Shafak (@Elif_Safak) June 21, 2015
Την ίδια ώρα, στην επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας έχει αναρτηθεί μία σειρά από σύντομα, θεματικά video με στόχο την διαφημιστική προώθηση της χώρας. Παρακολουθώντας κανείς το σύνολο αυτών των σποτ αντιλαμβάνεται πως ο ρόλος της γυναίκας είναι εμφανώς υποβαθμισμένος, κυρίως σε ό,τι αφορά το επίπεδο και το είδος της εργασίας που αυτή ασκεί, τοποθετώντας την σε βασική θέση μόνο σε ζητήματα θρησκευτικής πίστης-λατρείας και οικιακών εργασιών. Επιπλέον, η γυναίκα έχει τις περισσότερες φορές παρατηρητικό ή επικουρικό ρόλο, ενώ δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις όπου η ύπαρξή της αγνοήθηκε παντελώς. Ακόμη και η επιλογή ενός άνδρα παρουσιαστή για τα εν λόγω διαφημιστικά σποτ αποτελεί μια ισχυρή συμβολική ένδειξη της κοινωνικοπολιτικής υπεροχής του ανδρικού φύλου σε σχέση με το γυναικείο.
Εν κατακλείδι, η αναντιστοιχία ανάμεσα στην εικόνα της γυναικείας φιγούρας που προωθείται διεθνώς από το επίσημο τουρκικό κράτος και σε εκείνη που αναπαρίσταται – και πάλι σε διεθνές επίπεδο – μέσω της σύγχρονης τουρκικής δημοφιλούς μουσικής είναι κάτι παραπάνω από προφανής. Μολονότι τα ζωηρά χρώματα, τα μοντέρνα ενδυματολογικά σύνολα και ο φεμινισμός κυριαρχούν στα μουσικά video των κορυφαίων γυναικών super stars της Τουρκίας, το υφιστάμενο κοινωνικό πλαίσιο στη γείτονα χώρα δεν δείχνει να συμβαδίζει με τις ιδανικές εικόνες που επιλέγουν να προβάλλουν. Το ζήτημα της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είτε πρόκειται για εκείνα των γυναικών, είτε για εκείνα των ομοφυλοφίλων, καίει ακόμα στην Τουρκία, που εξακολουθεί να παλινωδεί ανάμεσα στο ανατολίτικο παρελθόν και το ιδεατό δυτικό της μέλλον, δημιουργώντας ένα παρόν που συγχύζει.
[1] Η υπόθεση της Sıla Gençoğlu και του πρώην συζύγου της Ahmet Kural απασχόλησε τα τελευταία χρόνια την τουρκική κοινωνία και τα media. Η pop τραγουδίστρια κατήγγειλε τον ηθοποιό για σωματική κακοποίηση και το δικαστήριο τον καταδίκασε σε 16 μήνες φυλάκιση. Η περίπτωση της Sıla έφερε στο προσκήνιο το θέμα της γυναικείας κακοποίησης στην Τουρκία και χαρακτηρίστηκε ως μία συμβολική νίκη ενάντια στην πατριαρχία.