Του Walter Mosley* | Μετάφραση: Θάλεια Παύλου
Η φυλετική καταγωγή εξακολουθεί να παραμένει θέμα που δεν αγγίζεται για την πλειονότητα των Μέσων Ενημέρωσης – γεγονός που ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τον Τύπο.
Στις 11 Απριλίου 1961, άρχισε στο Ισραήλ η δίκη του Αδόλφου Άιχμαν. Είχε κατηγορηθεί ότι συμμετείχε στον αφανισμό εκατομμυρίων Εβραίων (και άλλων) εξαιτίας κάποιας ασυγκράτητης γενετικής προκατάληψης που ο ίδιος και οι κυρίαρχοι Ναζί διατράνωναν και επικύρωναν. Ήταν ένοχος. Όλος ο κόσμος το γνώριζε. Ο ίδιος ομολόγησε τις πράξεις του, αλλά τις δικαιολόγησε, υποστηρίζοντας ότι ήταν ένας στρατιώτης που εκτελούσε διαταγές κατά τυφλό και απόλυτο τρόπο. Η πλειονότητα του κόσμου έβλεπε στο πρόσωπο αυτού του ανθρώπου ένα διεστραμμένο κτήνος, υπόλογο για κτηνωδίες, τις οποίες κανένα φυσιολογικό ον δεν είναι ικανό να διαπράξει. Δημοσιογράφοι από κάθε μεριά του πλανήτη κατέφθαναν στην Ιερουσαλήμ για να δουν το τέρας της ντροπής.
Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και η σπουδαία Γερμανή φιλόσοφος Χάνα Άρεντ, η οποία είχε σταλεί να καλύ- ψει τη μακρόχρονη δίκη για λογαριασμό του αμερικανικού περιοδικού New Yorker. Μολονότι το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιογράφων προήγαγε την πεποίθηση πως μόνο ένα σατανικό μυαλό θα μπορούσε να δια- πράξει τέτοιου είδους εγκλήματα, η Άρεντ θεωρούσε τον κατηγορούμενο έναν ημιμαθή, μετρίας διαγωγής γραφειοκράτη, χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που αποκαλούσε «κοινοτοπία του κακού». Με αυτόν τον ισχυρισμό, η Άρεντ κατέδειξε ολόκληρο τον πολιτισμέ- νο κόσμο ως αποτελούμενο από εν δυνάμει μαζικούς δολοφόνους.
Κατά βάση, η Άρεντ διατεινόταν πως η ενοχή, όπως και η ευθύνη, βαρύνουν εμάς τους ίδιους. Κατά πόσον αληθεύει η συγκεκριμένη διατύπωση, δεν έχει σημασία. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως αμφισβήτησε αυτό που όλοι οι υπόλοιποι επιζητούσαν να ακούσουν. Η Άρεντ πήγε κόντρα στο ρεύμα ώστε εμείς να κάνουμε την κίνηση να κατανοήσουμε, αν όχι να έρθουμε πιο κοντά, στην αλήθεια.
Τέτοιου είδους κινήσεις χρειαζόμαστε προκειμένου να αναθεωρήσουμε την αντίληψή μας για τον κόσμο. Τα ΜΜΕ αποτελούν απλώς το όχημα για να ξεδιπλωθεί ένας μακρύς κατάλογος πληροφοριών, ο οποίος βρίσκεται παραγκωνισμένος κάπου ανάμεσα στην αλήθεια και τον μύθο. Ορισμένες φορές ανακαλύπτουμε περισσότερη αλήθεια στη μυθοπλασία, επειδή ο συγγραφέας επιχειρεί να ξεσκεπάσει την ανθρώπινη φύση, την ιστορία του ανθρώπινου είδους ή τη σχέση μας με τη μοίρα. Ενίοτε, αυτό που φέρεται ως αληθινό δεν σχετίζεται με τις ανάγκες των ενδιαφερόμενων μερών (διαφημιστές, κυβερνήσεις, υπέρμαχους των φυλετικών διακρίσεων και/ή σεξιστές), τα οποία έρχονται σε ρήξη με τα γεγονότα έτσι όπως εκτυλίσσονται. Τα ΜΜΕ δεν είναι εργαλείο, όπως ένα σφυρί ή μια χειροβομβίδα· εξυπηρετούν τον σκοπό τους, αλλά δεν είναι δυνατό να τα εμπιστευτούμε χωρίς επιφυλάξεις.
Γιατί τα ΜΜΕ στην Αμερική αδυνατούν να καλύψουν με ειλικρίνεια ζητήματα φυλετικής ταυτότητας; Μα, σοβαρολογείτε;
Κατ’ αρχάς, υπάρχει ο φυλετικός διαχωρισμός με βάση το χρώμα του δέρματος· οι άνθρωποι αυτοχαρακτηρίζονται λευκοί (σύμφωνα με την οπτική το λευκό προκύπτει από τη μείξη όλων των χρωμάτων). Όσο το μεγαλύτερο πληθυσμιακά κομμάτι της Αμερικής αυτοπροσδιορίζεται με το χρώμα αυτό, είναι αδύνατον να κάνουμε δημόσιο διάλογο που να προσεγγίζει την πραγματικότητα. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για άνδρα ή γυναίκα, δημοκρατικό ή συντηρητικό, βόρειο ή νότιο, καθολικό ή βουδιστή. Εάν το ευρύ κοινό θεωρεί ότι ανήκει στην Άρια φυλή, τα μήντια οφείλουν να συμμορφωθούν με την ιδέα, αλλιώς θα έχουν τη χειρότερη πιθανή κατάληξη — αλλαγή του καναλιού.
Ένας από τους λόγους, λοιπόν, που τα ΜΜΕ δεν επιθυμούν, αλλά και δεν μπορούν, να αντιμετωπίσουν το φυλετικό ζήτημα, είναι πως οι υποστηρικτές τους, όπως η περιφέρεια του Melville Bartleby, προτιμούν να μην το αγγίζουν.
Περί κοινωνικών τάξεων
Καμιά έκπληξη δεν προκαλεί το γεγονός ότι το αμέσως επόμενο πρόβλημα που καθιστά αποτρεπτική για τα μήντια την ειλικρινή παρουσίαση του ζητήματος της φυλετικής ταυτότητας, είναι η έννοια της κοινωνικής τάξης. Δεν προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι η απεικόνιση των Μέσων επικοινωνίας, καθώς και η αντίληψη της κοινής γνώμης όσον αφορά τις οικονομικές τάξεις στην Αμερική είναι ένα συνονθύλευμα από ψεύδη.
Αρκεί να ρωτήσετε οποιονδήποτε, και ειδικά αυτούς που πιστεύουν ότι είναι λευκοί, σε ποια κοινωνική τάξη ανήκουν. Οι περισσότεροι θα ισχυριστούν ότι ανήκουν στη μεσαία τάξη — μεσοαστοί που πασχίζουν να αναρριχηθούν κοινωνικά. Ο Μπαράκ Ομπάμα διακήρυττε πως θα κάνει το παν για να ενισχύσει τα μεσαία στρώματα. Δεν απευθυνόταν στους ολίγους, αλλά στη μεγάλη μάζα των Αμερικανών πολιτών.
Όταν ακούω από κάποιον ότι ανήκει στην αστική τάξη, του αναλύω τον δικό μου ορισμό περί ταξικής διαστρωμάτωσης στην Αμερική. Του εξηγώ ότι ο μεσοαστός διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο της τάξεως των $250.000, τουλάχιστον. Συνεπώς, όταν το άτομο αυτό χάσει τη δουλειά του, μπορεί να συνεχίσει κανονικά τη ζωή του για έναν χρόνο ή και περισσότερο χωρίς να επέλθουν, απαραιτήτως, σημαντικές αλλαγές. Ο άνεργος αυτός εξακολουθεί να πληρώνει το στεγαστικό του δάνειο, να στέλνει τα παιδιά του στο ίδιο σχολείο, ακόμη ίσως και να συμμετέχει στις ίδιες φιλανθρωπικές δράσεις. Αυτός ο άνθρωπος, άνδρας ή γυναίκα, θα ανα- ζητήσει εργασία στον περίγυρο της δικής του τάξης, την ομάδα με την οποία ταυτίζεται κοινωνικά.
Από την άλλη πλευρά, όταν ένα άτομο της εργατικής τάξης χάσει τη δουλειά του, ανατρέχει στον τραπεζικό του λογαριασμό, χωρίς όμως να αντικρίσει τα ίδια νούμερα. Στην περίπτωση που μια μεσοαστή χάσει τη δουλειά της, εύχεται να βρει μια άλλη στις αμέσως επόμενες εβδομάδες, διαφορετικά θα επέλθουν δραματικές αλλαγές. Το στεγαστικό δάνειο θα μείνει απλήρωτο, μετά βεβαιότητας. Ακόμη και τα δημόσια σχολεία απαιτούν την αγορά των βιβλίων. Τη θέση του γαλλικού εστιατορίου, στο οποίο σύχναζε με τον σύζυγό της, θα πάρει τώρα το ταχυφαγείο στο εμπορικό κέντρο.
Τυγχάνει να συμμετέχω συχνά σε τέτοιου είδους συζητήσεις και, αν οι συνομιλητές μου είναι λευκοί, συνήθως εκνευρίζονται. «Μα, είμαι μεσοαστός!», τονί- ζουν θυμωμένα. «Κερδίζω $92.000 τον χρόνο!»
Οι έγχρωμοι, όπως μας αποκαλούν, τυγχάνει να γνωρίζουμε καλύτερα. Έχουμε βιώσει τον κίνδυνο. Μας διδάσκουν πως τα κατώτερα στρώματα μπορούν και πρέπει να έρχονται σε ρήξη. Όταν ρώτησα τον πατέρα μου πώς επιβίωσε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, μου είπε: «Ουώλτερ, ήμασταν τόσο φτωχοί που δεν αντιληφθήκαμε καν ότι υπήρχε κρίση, παρά μονάχα όταν αυτή τελείωσε».
Ανάμεσα σε παραπλανητικές εντυπώσεις περί του τι είμαστε, τι έχουμε και τι μας αξίζει δικαιωματικά, τα μήντια δεν είναι σε θέση να απευθυνθούν στο αμερικανικό κοινό χωρίς βαθιά αυτοκριτική. Θα συνεχίσουν να μας αποκαλούν μεσοαστούς, μαύρους και λευκούς. Θα συνεχίσουν να μεταχειρίζονται κάποιους με μεγαλύτερο σεβασμό από ό,τι άλλους, και θα κοιμούνται ήσυχα σαν αρνάκια, έχοντας την πεποίθηση πως την επομένη θα ξυπνήσουν σε ένα καταπράσινο λιβάδι.
Πώς να κάνουμε έλλογες επιλογές, όταν όλες οι πληροφορίες που λαμβάνουμε παράγονται από οργανισμούς, οι οποίοι επωφελούνται από την άγνοιά μας; Και πώς να προβάλουμε αντίσταση, όταν το αντίβαρο αυτής της ψευδούς ενημέρωσης είναι η διατήρηση της σύγκρουσης ανάμεσα σε φύλα, θρησκείες, κοινωνικές τάξεις και lifestyle; Ποια είναι η αντίστασή μου; Πώς να αντισταθώ σε μια δηλητηρίαση στο ταχυφαγείο, τη στιγμή που ενδέχεται να έχω πέσει θύμα μιας τρομοκρατικής επίθεσης; Βασανίζομαι από πόνους που επιφέρει η κακή διατροφή, από ατέλειωτες ώρες εργασίας, ασθένειες που δεν έχουν ασφαλιστική κάλυψη, και μια καταπονημένη καρδιά. Πώς να γιατρέψω τον πόνο, όταν τα παυσίπονα στοιχίζουν περισσότερο από τα παράνομα χάπια;
Πώς να επιβιώσω όταν μου λένε ότι η υπόστασή μου βασίζεται στο αν είμαι λευκός, έγχρωμος ή στη γυναίκα που εποφθαλμιά τη δουλειά μου χωρίς να την αξίζει; Πώς να οπλοφορώ, τη στιγμή που μονάχα η εκφορά της λέξης «όπλο» μπορεί να με σκοτώσει; Πώς να μην οπλοφορώ τη στιγμή που ξέρω ότι είμαι αντιμέτωπος με πλήθος εχθρών;
Αρχικά, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε τι προκαλεί τη δυσφορία μας.
Εν πρώτοις, ας καταπιαστούμε με τη σημασία του όρου Μέσο. Τα μήντια αποτελούν το βασικό Μέσο και την κύρια μέθοδο μετάδοσης πληροφοριών, λέξεων, ιδεών και εικόνων, τα οποία άλλοτε έχουν και άλλοτε δεν έχουν βάση αλήθειας. Οι ταινίες αποτελούν Μέσο, το Fox News είναι Μέσο, οι νέες κυκλοφορίες country και hip hop μουσικής είναι Μέσο.
Τι είναι και δεν είναι Μέσο
Ο άνδρας που στέκεται όρθιος πάνω σε ένα κασόνι και ρητορεύει, προσπαθώντας να πείσει για τις ιδέες του δεν αποτελεί Μέσο· ωστόσο, αν κάποιος βιντεοσκοπήσει τον άνδρα, τότε έχουμε το ακατέργαστο υλικό για τη δημιουργία ενός Μέσου. Εάν κάποιος συντάκτης συλλέξει το ακατέργαστο φιλμάκι και το μετατρέψει σε φιλιππικό ενάντια σε τούτο ή εκείνο, και κάποιος παραγωγός αποφασίσει πώς το τελικό αποτέλεσμα θα προσελκύσει τους θεατές, τότε και μόνο τότε ο ρήτορας θα μεταμορφωθεί σε δυνητικό μηντιακό γεγονός. Το προϊόν που παρουσιάζεται στην οθόνη, στα περιοδικά ή αναρτάται στο διαδίκτυο ενδέχεται να μην έχει την παραμικρή σχέση με τις προθέσεις του άνδρα, δεν παύει όμως να αποτελεί το Μέσο, να αποτελεί πληροφορία.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι τα Μέσα καθεαυτά δεν είναι παρά ένα εργαλείο για να αιχμαλωτίσουν και να αποσπάσουν την προσοχή του ευρέος κοινού, το οποίο θεωρείται λίαν απίθανο να αποφασίσει -εμπειρικά αποδεδειγμένο- αν η μαρτυρία που παρακολουθεί σχετίζεται με την πραγματικότητα, πόσο δε μάλλον τις γνήσιες προθέσεις πίσω από αυτήν.
Το δεύτερο σκέλος, το οποίο διαφαίνεται στέρεο αλλά κατά βάθος ολισθαίνει, αφορά τις ειδήσεις. Αγοράζουμε εφημερίδες, ανοίγουμε την τηλεόραση, συνδεόμαστε στο Facebook και ακούμε ραδιόφωνο καθ’ οδόν προς τη δουλειά που πιθανώς θα επιθυμούσαμε να παρατήσουμε. Μας βομβαρδίζουν νυχθημερόν με ειδή- σεις αμφιβόλου προελεύσεως, 24 ώρες την εβδομάδα, οι οποίες μεταδίδονται από… οποιονδήποτε.
Το πρόβλημα με τις ειδήσεις σαν νέα πηγάζει από την ετυμολογία της ίδιας της λέξης νέο. Ξυπνάμε το πρωί και αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει σήμερα. Κυκλοφοριακή συμφόρηση, ενώ ο Τραμπ τουϊτάρει πως δεν γουστάρει πλέον τους κοντούς στο Ναυτικό. Μας ενημερώνουν για τη Συρία και τον Τζάστιν Μπίμπερ, την τιμή της βενζίνης, αλλά και τον λόγο που οι Μουσουλμάνοι είναι εχθροί μας. Κατά κανόνα, οι ειδήσεις δεν έχουν παρά τη μορφή τίτλων. Οποιαδήποτε εμβάθυνση σε αυτές χάνεται στην αίθουσα του μοντάζ.
Δεν συμβαίνει τίποτε νέο. Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι βρίσκονται σε πόλεμο εδώ και μια χιλιετία. Οι νόμοι αψηφούνται, διαστρεβλώνονται και επιβάλλονται με το έτσι θέλω στους εργαζομένους, άνδρες και γυναίκες, προτού καν δημιουργηθούν αρχεία με αδικοπραγίες. Μια ζωή τα ίδια. Στις ΗΠΑ, οι αποκαλούμε- νοι μαύροι εκδιώκονται καθημερινά από φοβισμένους λευκούς πάνω από τέσσερις αιώνες. Πόλεμος, έρωτας, έγκλημα, ηρωικοί άθλοι – γεννήσεις, θάνατοι και καινοτομίες αποτελούν ενιαίο και αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρωπότητας. Τίποτε απ’ αυτά δεν είναι νέο· τίποτε απ’ αυτά δεν αποτελεί είδηση. Κουραφέξαλα! Ο πόνος, η ανέχεια, το μίσος και η κλοπή μπορεί να φορούν διαφορετικές μάσκες, αλλά αυτό που κρύβεται από πίσω είναι ίδιο κι απαράλλακτο.
Κάθε τόσο, κάνει την εμφάνισή της μια νέα θεραπεία για μια καινούργια ασθένεια, ωστόσο κι αυτοί οι ιοί και τα βακτήρια τυγχάνει να έχουν μια ιστορία αιώνων, συνεπώς δεν πρόκειται παρά για τα ίδια μικρόβια, μασκαρεμένα επίσης. Διακηρύττοντας την ιδέα του καινούργιου, τα ΜΜΕ προσπαθούν να προσελκύσουν, να εξοργίσουν, να εκφοβίσουν, να ανακουφίσουν από τον φόβο τις καρδιές του κόσμου. Η -ούτως ή άλλως βραχεία- προσοχή μας έχει αιχμαλωτιστεί από τον ρήτορα πάνω στο κασόνι, ο οποίος φαίνεται να δηλώνει ότι μας θέλει όλους νεκρούς. Προκειμένου όμως να κατανοήσουμε αυτό το σημαντικό παραλήρημα και να ενημερωθούμε, θα πρέπει να τσαλαβουτήσουμε πρώτα στις διαφημίσεις. Η είδηση αποτελεί το δόλωμα, οι νιφάδες καλαμποκιού είναι το αγκίστρι, και ούτω καθεξής.
Το τρίτο, και ενδεχομένως πιο σημαντικό σκέλος, το οποίο οφείλουμε να επιχειρήσουμε να ξεδιαλύνουμε, αφορά την έννοια της αλήθειας. Όπως όλα τα πλάσματα, μικρά και μεγάλα, πιστεύουμε στην αισθητήρια κρίση μας και την οξυδέρκειά μας, το ένστικτο και τη μνήμη μας. Βάσει των εμπειριών μας μαθαίνουμε να
αμφισβητούμε και να εξετάζουμε όσα μας λένε και όσα παρατηρούμε, ωστόσο οι περισσότεροι από εμάς θα προτιμούσαμε να πιστέψουμε σε απλοϊκές αλήθειες, κυρίως όταν αυτές μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτερα για τον εαυτό μας, αλλά και τις τύχες μας σε τούτο τον αβέβαιο κόσμο.
Τα ΜΜΕ, όπως και οι παρουσιαστές των δελτίων ειδήσεων, διατείνονται ότι μας μεταφέρουν αντικειμενική δημοσιογραφική κάλυψη — την αλήθεια· έγχρωμος άνδρας έπεσε νεκρός από σφαίρα σήμερα, ένας πύραυλος εκτοξεύθηκε χθες τη νύχτα, είμαστε πολίτες της ισχυρότερης χώρας στον κόσμο. Μας παρουσιάζουν αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία μοιάζουν αδιάσειστα: φωτογραφίες, μαρτυρίες, πίνακες και γραφήματα, και άπειρους αριθμούς στους οποίους πρέπει να παραδοθούμε.
Θυμάμαι μια χρονιά, στην επέτειο της Ανεξαρτησίας της 4ης Ιουλίου, παρακολουθούσα το δελτίο σε κάποιο τοπικό κανάλι. Ο προσηνής παρουσιαστής έμοιαζε να με κοιτάζει κατάματα, κι όμως ήξερα, από προσωπική πείρα, ότι στην πραγματικότητα κοιτούσε το μόνιτορ, διαβάζοντας το δελτίο που οι παραγωγοί τού υπαγόρευαν να μου μεταδώσει. Έλεγε διάφορα, αλλά ένα πράγμα μου έκανε εντύπωση. Είπε πως η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε εξαιτίας της τεταμένης κατάστασης στο Ιράκ. Κάποιου είδους πολεμική σύρραξη, η οποία επηρέαζε την τιμή του πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Θυμάμαι το στιγμιότυπο τόσο καθαρά, γιατί ο παρουσιαστής ακουγόταν όχι απλώς ειλικρινής, αλλά και αδιαμφισβήτητος. «Διεξάγεται πόλεμος. Οι τιμές εκτινάσσονται στη διάρκεια του πολέμου. Είμαστε αναγκασμένοι να το υποστούμε», φαινόταν να δηλώνει.
Έχω την πεποίθηση ότι και ο ίδιος πίστευε ότι μου έλεγε την αλήθεια. Αντιλαμβανόμουν ότι δεν είχε την άνεση να κρίνει τις λέξεις που παπαγάλιζε. Ίσως να μην είχε καν τον χρόνο να διερωτηθεί για ποιον λόγο η τιμή εκτοξεύθηκε τον περασμένο Ιούλιο, όπως επίσης και τον Ιούλιο πριν από αυτόν, και ούτω καθεξής. Το μόνο που τον απασχολούσε ήταν να συμπληρώσει το κενό μέχρι να μετακινηθεί στο σωστό σημείο, στην άλλη πλευρά του πλατό, για να εκφωνήσει το δελτίο καιρού μπροστά από μια γυμνή πράσινη οθόνη.
Από την πλευρά του έλεγε την αλήθεια και εγώ, όπως χιλιάδες άλλοι, επιζητούσαμε να πιστέψουμε αυτήν την αλήθεια, γιατί αυτό σήμαινε ότι μπορούμε να πιστέψου- με τα δελτία ειδήσεων, τις πετρελαϊκές επιχειρήσεις, τον αμερικανικό στρατό και τον πατριωτισμό που επιδεικνύουν οι Αμερικανοί συμπατριώτες μας, ξοδεύοντας γενναία 18 λεπτά επιπλέον το γαλόνι την ημέρα της αργίας με την πιο έντονη κίνηση του έτους – αποδεικνύοντας την ανδρεία και τον πατριωτισμό μας.
Η αλήθεια γλιστράει σαν χέλι
Η αντικειμενική όψη των ΜΜΕ χρησιμοποιεί αυτό που αποκαλεί είδηση για να πετύχει τον στόχο της. Προ- βάλλει πολέμους και ανταλλαγές πυρών, πτώματα και ανταποκριτές πρώτης γραμμής, χαριτωμένα κατοικίδια και παιδιά με καρκίνο· τα ευαίσθητα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης και τον κόσμο με τον οποίο φαίνεται πως είμαστε αντιμέτωποι. Οι λέξεις και οι εικόνες που λαμβάνουμε μέσω των ειδήσεων προβάλλονται με γρίφους, σπαζοκεφαλιές, μυστήριο, παρά ως καθαρά γεγονότα. Υπάρχει μία είδηση πίσω από κάθε ιστορία, αλλά δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για να αναπτυχθεί εκτενώς το απλούστερο γεγονός στο τετράλεπτο τηλεοπτικό κενό ή ακόμη και στο τετρασέλιδο δημοσίευμα στις τελευταίες σελίδες των New York Times.
Καθένας από εμάς τους κοινούς θνητούς δεν θα μάθει ποτέ ολόκληρη την ιστορία· ας μη ζητάμε πολλά. Αρκεί να αμφισβητούμε όσα μας λένε ως αυτονόητα· να διερωτόμαστε «ποιο είναι το υπόλοιπο της ιστορίας. Ανα- ρωτιέμαι για ποιον λόγο τα Μέσα Επικοινωνίας μού επιβάλλουν να δω τους ισχυρισμούς αυτούς ως κάτι δεδομένο. Αναρωτιέμαι αν ο εχθρός μου γνωρίζει κάτι που μήτε εγώ αλλά μήτε ο δημοσιογράφος που διαβάζει το μόνιτορ γνωρίζει».
Στο σημείο αυτό, είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε με θάρρος την αλήθεια, τις αλήθειες, και συγχρόνως τη μοιραία τους αναγκαιότητα και το ανέφικτο.
Ο εύπορος λευκός άνδρας ίσως απορεί γιατί μια φτωχή, μαύρη γυναίκα δεν στέλνει τα παιδιά της σε μια περιοχή μακριά από την εγκληματικότητα και την ηθική παρακμή. Ο άνδρας δεν αντιλαμβάνεται τους πολιτικούς και οικονομικούς της περιορισμούς. Αυτή η σιωπηρή, ίσως και αδιαμόρφωτη, κριτική μάς φανερώνει πως αυτό που για έναν άνδρα θεωρείται τροφή, για μια γυναίκα μπορεί να είναι δηλητήριο. Συχνά ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα σύνολο αξιών, οι οποίες βρίσκουν εφαρμογή μόνο σε ορισμένες καταστάσεις. Συνεπώς, τούτες οι επιμέρους αλήθειες ενδέχεται να φαντάζουν αλλόκοτες τη στιγμή που τα ερεθίσματα του καθενός από μας διαφέρουν, έτσι ώστε να χάνεται από το οπτικό μας πεδίο ο κόσμος των ευκαιριών.
Κάπου εδώ βρίσκεται και η πρώτη ύλη για την κατασκευή μιας γέφυρας ανάμεσα στην άγνοια και σε κάτι λιγότερο αδαές. Διαπιστώνουμε ότι τα ΜΜΕ καθεαυτά δεν αποτελούν παρά μία λίστα από λέξεις και εικόνες που μεταφέρονται σε εμάς από ανθρώπους, που δεν επιζητούν την κατανόησή μας, όσο τα λεφτά μας. Μας σερβίρουν ειδήσεις που δεν λένε κάτι νέο, αλλά συχνά κατασκευάζονται με σκοπό να πουλήσουν. Έπειτα έρχεται η παραίσθηση της αλήθειας που μας καλεί, όπως οι σειρήνες στα βράχια.
Αντί να λαμβάνουμε σαν παθητικοί δέκτες τις εικόνες των μήντια και τις ιστορίες, οφείλουμε να στοχαστούμε και να αναζητήσουμε την αλήθεια, μολονότι γνωρίζουμε ότι αποτελεί όνειρο απατηλό. Λευκή γυναίκα νεκρή από τα πυρά αστυνομικών που η ίδια είχε καλέσει σε βοήθεια, έγχρωμος άνδρας με χειροπέδες αποπειράται να διαφύγει και πυροβολείται πισώπλατα, ένας μελαμψός Άραβας μεγαλωμένος στη Σκανδιναβία ζώνεται με εκρηκτικά — αγνώριστος σήμερα ως επακόλουθο του μίσους.
Οφείλουμε να κατανοήσουμε όλους αυτούς τους θανάτους, τις αντιδράσεις για αυτούς τους θανάτους, και (όπως η Χάνα Άρεντ), να γίνουμε και οι ίδιοι φιλόσοφοι που αναζητούν το βαθύτερο νόημα παρά τη βολική άποψη που χρησιμοποιεί η μία ή η άλλη πλευρά για να εξουσιάζει τις πράξεις μας.
Η στρατηγική, η ενίσχυση και οι τακτικές άνισης μεταχείρισης σε αναφορές περί φυλετικής ταυτότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν, κατά τα λεγόμενα του Τραμπ, «ψευδείς ειδήσεις». Πρόκειται για μια θλιβερή στιγμή στην ιστορία της ελευθερίας του λόγου και του Τύπου, την τέταρτη εξουσία, όταν τέτοιες χονδροειδείς εκφράσεις, από έναν μεγιστάνα της κτηματαγοράς, ηχούν τόσο πιστευτές όσο η Καμπάνα της Ελευθερίας στη Φιλαδέλφεια.
Πόσο έχουμε ξεπέσει, όταν τα μόνα ψήγματα αλήθειας που μας ταΐζουν προέρχονται από αυθαίρετα μηνύματα σε έξυπνα τηλέφωνα μέσα από πλατφόρμες Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, που μοιάζουν περισσότερο με απίθανες ιστορίες παρά με οποιαδήποτε απόπειρα κατανόησης του κόσμου μας. Ωστόσο, ο αφανισμός του Τύπου δεν προέρχεται από την αίθουσα του Λευκού Οίκου.
Ο εθισμός στα Μίντια
Ο Τύπος, όπως τα πάντα σχεδόν στην Αμερική, έχει παραδοθεί αργά αλλά σταθερά στον εθισμό· στην προ- κειμένη περίπτωση, τα ΜΜΕ είναι εξαρτημένα από το χρήμα και τους συνακόλουθους κανόνες του.
Παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του O. J. Simpson, από τη στιγμή που κινήθηκε στον αυτοκινητόδρομο προσπαθώντας να αποφύγει το σκάνδαλο, έως την ετυμηγορία, η οποία δίχασε μια ολόκληρη χώρα με τους ενόρκους να αποφαίνονται πως η δικαιοσύνη εθελοτυφλούσε προκατειλημμένη φυλετικά — όπως συμβαίνει εδώ και τέσσερις αιώνες.
Γεγονός που συναντάμε και στη νέα διακυβέρνηση όπου, καθημερινά, βλακώδη tweets εξάπτουν τη φαντασία ενός λαού· ενός λαού δηλητηριασμένου από το γρήγορο φαγητό, άνεργου εξαιτίας των μηχανών και του παγκόσμιου καπιταλισμού, χαμηλού μορφωτικού επιπέδου εξαιτίας των φορολογικών μεταρρυθμίσεων, και υποκινούμενου να επικρίνει αλλήλους με βάση το χρώμα, το φύλο, την καταγωγή και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι είδηση, επ ουδενί. Είναι αυτό που οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν Άρτο και Θεάματα. Ρίξτε μια φούχτα εξασθενημένους, δύσμοιρους σκλάβους σε μια αρένα, οπλίστε τα χέρια τους με τρίαινες, δίχτυα και ρόπαλα, και στη συνέχεια μοιράστε στον λαό ένα ξεροκόμματο και ένα στασίδι από πέτρα για να παρακολουθήσει το χάος να εκτυλίσσεται.
Κανένα από αυτά τα σενάρια δεν αποτελεί είδηση. Πρόκειται για στιγμές ψυχαγωγίας μεταμφιεσμένες με τον μανδύα της ενημέρωσης· πρόκειται για θεματολογία κατασκευασμένη από τον Τραμπ που στόχο έχει την δίψα για αίμα πανταχόθεν· είναι η ανάπαυλα ανάμεσα στις διαφημίσεις που θα μας προκαλέσει πείνα, σεξουαλική διέγερση, χαρά και την επιθυμία να σπεύσουμε στην τράπεζα να δανειστούμε χρήματα για να τα ξοδέψουμε.
Πώς να γιατρέψουμε ένα σύστημα παντελώς σάπιο, διεφθαρμένο μέχρι το μεδούλι και βουτηγμένο στη λάσπη, όπως ένα γουρούνι μες στην κοπριά;
Θυμάμαι ολοκάθαρα την ημέρα που ξεκίνησαν οι υποψίες μου. Μου είχε ζητηθεί από έναν φίλο που συμ- μετείχε στην εκστρατεία υποψηφίου για τη Γερουσία να συνεισφέρω το ποσό των δύο χιλιάδων δολαρίων. Επρόκειτο για μια συγκεκριμένη έκκληση, και μάλιστα από έναν καλό φίλο, οπότε με βρήκε σύμφωνο. Έναν μήνα αργότερα, ο φίλος αυτός μου τηλεφώνησε και μου ζήτησε να παρευρεθώ σε επίσημο γεύμα την Παρασκευή.
«Ποιο γεύμα;», ρώτησα.
«Τα εικοσιπέντε άτομα που συγκέντρωσα για να συνεισφέρουν, θα γευματίσουν με τον υποψήφιο την Παρασκευή», αποκρίθηκε.
Έτσι κι έγινε. Θέσαμε τα ερωτήματά μας, κάναμε γνωστές τις απόψεις μας. Είχαμε πρόσβαση πέρα από την κάλπη. Αναρωτιέμαι τι είδους επιρροή θα είχα με $100.000. Δεκαπλάσια, μάλλον. Για πρώτη φορά συνειδητοποίησα πως το χρήμα άλλαξε τα ιερά θεμέλια του πιο απαραβίαστου δικαιώματός μου.
Πρόβλημα· μεγάλο πρόβλημα. Ουσιαστικό πρόβλημα. Η ψήφος μου οφείλει να είναι ιερή· ούτε σπουδαιότερη ούτε υποδεέστερη από οποιουδήποτε άλλου πολίτη στην πολιτική αρένα.
Εάν όμως εγώ μπορώ να εξαγοράσω την πολιτική επιρροή, τότε τι είναι ικανές να απαιτήσουν οι μεγάλες επιχειρήσεις, όταν δεν τους αρέσει ο τρόπος που παρουσιάζονται οι ειδήσεις ή όταν το δελτίο δεν είναι αρκετά πικάντικο ώστε να πουλήσουν τα προϊόντα τους; Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός πως τα πολιτικά μας συστήματα, τα μήντια, η χώρα και οι ελευθερίες μας βρίσκονται υπό τον έλεγχο των πλουσίων και πως, με τη σειρά τους οι πλούσιοι δεν έχουν άλλη λύση παρά να χρησιμοποιήσουν όση δύναμη διαθέτουν προς όφελός τους, όποιες κι αν είναι οι συνέπειες για τους κατοίκους αυτούς του πλανήτη.
Η δύναμη του πλούτου δεν νοιάζεται για το χρώμα. Δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στο μαύρο και το άσπρο, το καφέ, το κόκκινο και το κίτρινο. Ο επιχειρηματικός κόσμος δεν εξυπηρετεί στην πραγματικότητα τα συμφέροντα των κόκκινων ή των μπλε πολιτειών. Δεν τους ενδιαφέρει το φύλο, η ηλικία, το ταλέντο, οι συμμορίες ή οι πόλεμοι. Εκμεταλλεύονται τα εργαλεία αυτά για να πλουτίσουν και να διατηρήσουν τον έλεγχο. Στο τέλος, αν η έγχρωμη γυναίκα κερδίσει χρήματα, την χρησιμοποιούν εις βάρος των ομόφυλών της. Εάν δύο εκατομμύρια ψυχές που δεινοπαθούν στις συνωστισμένες φυλακές ανεβάζουν τις μετοχές στο χρηματιστήριο — τότε καλώς δεινοπαθούν. Και αν τα ΜΜΕ αποφασίσουν να πάρουν θέση, ξέρουν καλά πως κάπου αλλού υπάρχει περισσότερο χρήμα.
Ο κόσμος, εμείς, κατέχουμε τα ερτζιανά. Πρωταρχικός σκοπός μας είναι να απαιτή- σουμε κάθε διαφημιστικός σταθμός να είναι αδέσμευτος στον τομέα των ειδήσεων, και οι δημοσιογράφοι, παρουσιαστές δελτίων, ερευνητές, συντάκτες και παραγωγοί να εκπροσωπούν όσο το δυνατόν ευρύτερο κομμάτι του διαφο- ρετικού πληθυσμού αυτής της χώρας.
Τούτη η τελευταία παράκληση είναι και η πιο δύσκολη να επιτευχθεί. Απαιτεί άτομα αφοσιωμένα να εκπροσωπήσουν την αλήθεια και να υποστηρίξουν την άποψη που τους οδήγησε στη στάση αυτή. Ήρθε η στιγμή να δείξουμε στις όποιες εξουσίες ότι έχουμε σιχαθεί το οικονομικό μοντέλο που χρησιμοποιούν για να εξευμενίσουν, καθυποτάξουν και υποκαταστήσουν τα δικαιώματά μας. Πιθανώς να μην εισπράξουμε ολόκληρη την αλήθεια, μπορούμε όμως να φτάσουμε εξαιρετικά κοντά.
* Αμερικανός μυθιστοριογράφος, συγγραφέας περισσότερων από 43 βιβλίων, συμπεριλαμβανομένης της πετυχημένης σειράς μυστηρίου με πρωταγωνιστή τον ντετέκτιβ Easy Rawlings. Κείμενά του δημοσιεύονται, μεταξύ άλλων, στα περιοδικά New York Times και Nations.