Tης Αφροδίτης Παπαδημητρίου*
Η ολοκλήρωση της υπόθεσης Βατοπεδίου ήρθε με την ομόφωνη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, μετά από εννέα χρόνια, που έκρινε αθώους όλους τους κατηγορουμένους. Η δεύτερη ανάγνωση της απόφασης έχει ιστορική σημασία, διότι η αθώωση των κατηγορουμένων ενοχοποιεί αφενός την πολιτική και αφετέρου τη δημοσιογραφία στοχοποιώντας την επαλληλία της σχέσης τους και τη μεταξύ τους συνέργεια.
O όρος media-party parallelism εισήχθη από τον Seymour-Ure (1974) και περιγράφει αυτό που λαμβάνει χώρα όταν υπάρχει σχέση (δεσμοί) ανάμεσα σε έναν ειδησεογραφικό οργανισμό και στα πολιτικά κόμματα.
Σύμφωνα με τους Hallin και Mancini (2004), το χαρακτηριστικό του πολιτικού παραλληλισμού είναι ο βαθμός στον οποίο τα διάφορα Μέσα ενημέρωσης αντικατοπτρίζουν συγκεκριμένες πολιτικές κατευθύνσεις στο περιεχόμενό τους. Ο βαθμός επαλληλίας ανάμεσα στα ΜΜΕ και στο κόμμα εξαρτάται από τις πολιτικές διασυνδέσεις των ιδιοκτητών και των δημοσιογράφων, τις συνεργασίες των δημοσιογράφων και το κοινό.
Αντίστοιχα, η μεροληψία των Μέσων διαμορφώνεται από τον βαθμό επαλληλίας, από το είδος του ελέγχου που ασκεί το κόμμα στο Μέσο επικοινωνίας, καθώς και από το είδος της ευθυγράμμισης που επιτυγχάνεται. Υψηλό επίπεδο media-party parallelism χαρακτηρίζει τη Μεσόγειο και κυρίως τα ελληνικά ΜΜΕ. Εδώ ισχύει αυτό που αναφέρουν οι Hallin & Mancini (2004), δηλαδή ότι υπάρχει παθιασμένη σχέση ανάμεσα στα κόμματα και στο περιεχόμενο των ΜΜΕ.
Η λογική του κόμματος επηρέασε το περιεχόμενο των Μέσων, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο πολιτικός που προβάλλεται από το Μέσο αποτελεί αξιόπιστη πηγή, ή ότι τα μέσα δεν παρέχουν ουδέτερη πληροφόρηση, διότι ο δημοσιογραφικός σχολιασμός έχει τη δυνατότητα να νομιμοποιεί ή να απονομιμοποιεί τα γεγονότα (Καϊτατζή-Γουίτλοκ, 2012).
Επιπλέον κάθε Μέσο επέβαλλε τα θέματα που ανήκαν στη σφαίρα των συμφερόντων του κόμματος που υποστήριζε και παρουσίαζε ως ημερήσια ατζέντα, την ατζέντα της εκάστοτε κυβέρνησης χρησιμοποιώντας άμεσα ή έμμεσα τις συμβάσεις μιας πολωμένης επικοινωνίας (Samaras,2001).
Κατά τη μετάβαση από τη λογική του κόμματος στη λογική του Μέσου επήλθαν σημαντικές αλλαγές στα δελτία ειδήσεων. Πλέον παρατηρείται ομογενοποίηση του περιεχομένου των Μέσων, μαζική δημοσιογραφία, «επικοινωνιακές φρενίτιδες»5 και ανάπτυξη μιας μόνιμης γενικής υποψίας για κάθε πολιτικό. Τα Μέσα στρέφονται στην απλοποίηση με θέματα που έχουν εικόνα-δράση, στην προσωποποίηση της είδησης και στους εύκολους συμβολισμούς που επιδέχονται ευρέως αποδεκτές σημασίες (Entman,1989).
Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί MEGA και ANT1 από τις 7 Σεπτεμβρίου 2008, μετά τη συνέντευξη τύπου του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ταυτίζονται σε σημαντικό βαθμό με τον ALPHA, ο οποίος ασχολήθηκε από το καλοκαίρι του ίδιου έτους με την υπόθεση Βατοπεδίου.
Τα δελτία ειδήσεων των κυρίαρχων καναλιών, σχολίαζαν και απευθύνονταν στο συναίσθημα καθενός τηλεθεατή, δημιουργώντας ιδιαίτερη σχέση μαζί του (Παπαθανασόπουλος, 2005). Σταδιακά, ο ανταγωνισμός τους αυξανόταν και τα δελτία ειδήσεων εξελίσσονταν παράλληλα από τηλεοπτικό σταθμό σε τηλεοπτικό σταθμό, ενώ το περιεχόμενό τους προσδιορίζονταν ανάλογα με τα συμφέροντα των ιδιοκτητών τους.
Τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των κεντρικών δελτίων ήταν ο άκρατος λαϊκισμός, «δηλαδή η προς τα άκρα διόγκωση της τάσης που θέλει το χάιδεμα του πολίτη-τηλεθεατή» (Βαλούκος,2007) και η έντονη δραματοποίηση των γεγονότων. Το αποτέλεσμα ήταν να ακολουθείται από τα δελτία ειδήσεων μια γενική αρχή, σύμφωνα με την οποία, η υπόθεση Βατοπεδίου προβαλλόταν με ιδιαίτερη έμφαση στην διαπλοκή της εκκλησίας, του Ελληνικού Δημοσίου, των υπουργών, των βουλευτών των δύο μεγάλων κομμάτων, του δικαστικού σώματος και της τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε να διατηρείται το ενδιαφέρον του κοινού (Paletz & Entman,1981) .
Η αλληλεξάρτηση των πολιτικών και των ΜΜΕ εξαναγκάζεται από την πρωταρχική ανάγκη (McNair, 2008) των πολιτικών να επικοινωνήσουν με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού τους σώματος και να επηρεάσουν νέους πιθανούς ψηφοφόρους (Καράν,2005). Τα Μέσα, έχοντας τη δυνατότητα να επικοινωνούν με το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών και να δημιουργούν απόψεις, είτε δίνοντας γενικότερες κατευθύνσεις είτε διαμορφώνοντας την κοινή γνώμη (Horkheimer,1984), λόγω της δύναμης που κατέχουν ως «τέταρτη εξουσία» (Μακουέϊλ,2003), χρησιμοποιούν τους πολιτικούς για τη παραγωγή ειδήσεων. Αυτή η συνέργεια ακολουθείται και από τα δύο μέρη και διαμορφώνει την καθημερινή ειδησεογραφική ατζέντα.
Η υπόθεση Βατοπεδίου καθιερώνεται ως πρώτη είδηση, πλαισιώνεται από την ταυτότητα των ειδησεογραφικών οργανισμών και παρουσιάζεται σε συνέχειες (Dearing και Rogers,2005). Οι Gentzkow και Shariro υποστηρίζουν ότι μόνο με τον πλουραλισμό των απόψεων υπάρχει πιθανότητα προσέγγισης της αλήθειας. Ακόμη και όταν οι κυβερνήσεις επιχειρούν να χειραγωγήσουν τις ειδήσεις, ο ανταγωνισμός μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα τα Μ.Μ.Ε να παραμείνουν ανεξάρτητα.
Οι μεροληψίες των Μέσων
Μεροληψία είναι κάθε συστηματική ενέργεια, η οποία απομακρύνει την αντικειμενικότητα από το ειδησεογραφικό υλικό (Σαμαράς, 2002) και ευνοεί την μία πλευρά σε βάρος της άλλης (McQuail, Windahl 1993). Η μεροληψία, η οποία εμφανίζεται στην ειδησεογραφία, επηρεάζει την κοινωνικοπολιτική και οικονομική κατάσταση, διότι τα Μέσα επηρεάζουν τις κοινωνικές δομές και τις ανθρώπινες σχέσεις(Μακλούαν, 2010). Οι τύποι μεροληψιών, στους οποίους αναφέρεται ο Baker,(1994), βρίσκουν άμεση εφαρμογή στην υπόθεση Βατοπεδίου, όπως αυτή προβλήθηκε από τα δελτία ειδήσεων. Ωστόσο, για λόγους οικονομίας, θα αναφερθούν ενδεικτικά ορισμένα αντιπροσωπευτικά δείγματα ειδήσεων για κάθε τύπο.
Η μεροληψία διά της παράλειψης, κατά την οποία μπορεί να παρουσιάζεται η αλήθεια αλλά όχι όλη. Η διερεύνηση αυτής της μεροληψίας εξαρτάται από δύο δομικά χαρακτηριστικά του επικοινωνιακού συστήματος. Το πρώτο είναι οι δύο διαφοροποιήσεις, κατά τον Entman(1989), του περιεχομένου του επικοινωνιακού συστήματος, η οριζόντια και η κάθετη. Στην οριζόντια διαφοροποίηση, τα Μ.Μ.Ε ικανοποιούν τις βασικές ιδεολογίες, χωρίς να ισχύει η αντικειμενικότητα. Στην κάθετη διαφοροποίηση, τα Μ.Μ.Ε παρουσιάζουν όλες τις απόψεις με βάση την αντικειμενικότητα. Σε αυτή την περίπτωση υπάρχει διαφοροποίηση στο εσωτερικό του κάθε Μέσου. Το δεύτερο είναι ο βαθμός διαπλοκής κράτους και κεφαλαίου με τα Μ.Μ.Ε, δηλαδή το επίπεδο της διείσδυσης του επιχειρηματικού κεφαλαίου στην ιδιοκτησία των Μ.Μ.Ε. Επομένως ο βαθμός διαπλοκής εξαρτάται από τα συμφέροντα των διαπλεκομένων και τις παραλείψεις και μεροληψίες που επιβάλλουν τα Μ.Μ.Ε.
Η μεροληψία διά της παράλειψης μπορεί να ερευνηθεί με τη διακειμενική σύγκριση του λόγου των Μέσων, τα οποία υπόκεινται σε διαφορετικά συστήματα διαπλοκής. Η κρατική ΝΕΤ επιλέγει από την ομιλία του πρωθυπουργού, στις 15 Μαΐου 2009, να εστιάσει στις επικείμενες μεταρρυθμίσεις σε όλους τους θεσμούς, για να επιδείξει το έργο της κυβέρνησης. Αντίθετα, οι ιδιωτικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί τονίζουν τα αποσπάσματα της ομιλίας, τα οποία αφορούν την υπόθεση Βατοπεδίου.
Το επόμενο είδος μεροληψίας προέρχεται από την επιλογή των θεμάτων, η οποία μπορεί να καταγραφεί, εάν είναι γνωστή η αξιοποίηση των γεγονότων στα πλαίσια των συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα, καθώς και εάν υπάρχουν στοιχεία υπέρ της μίας πλευράς, τα οποία δεν δημοσιοποιήθηκαν. Ο ALPHA λειτουργώντας με τη λογική του διαπλεκόμενου Μέσου επικεντρώνεται συνεχώς στην υπόθεση Βατοπεδίου και δίνει στην κεντρική του είδηση τον τίτλο «Γιατί έκλεισε η Βουλή; Εκτός ψηφοδελτίου όσοι συμμετείχαν στα σκάνδαλα». Η ΝΕΤ ακολουθεί τη λογική του κόμματος και υποδεικνύει το έργο της κυβέρνησης, χρησιμοποιώντας τον τίτλο «Καραμανλής: Κλειδί για την κρίση οι μεταρρυθμίσεις».
Επίσης υπάρχει μεροληψία στη σειρά τοποθέτησης των θεμάτων, διότι όταν το γεγονός παραλείπεται ή μετατοπίζεται προς το τέλος του δελτίου ειδήσεων, μετριάζεται η σημασία του. Σε αυτή τη μεροληψία, η έρευνα πραγματοποιείται με τη σύγκριση της θεματολογίας στα διαφορετικά Μέσα. Οι κυρίαρχοι ιδιωτικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί παρουσιάζουν την υπόθεση Βατοπεδίου στην πρώτη θέση των κεντρικών δελτίων ειδήσεων. Ενδεικτικά κατά την περίοδο 13-11-2008 έως 21-11-2008, MEGA, ANT1 και ALPHA την παρουσιάζουν πρώτη και χρησιμοποιούν για την ανάλυσή της από 8 έως και 45 λεπτά. Ιδιαίτερα ο ALPHA στις 18-11-2008 παρουσιάζει επί 44, 45 λεπτά ως μοναδικό θέμα του κεντρικού δελτίου ειδήσεων την υπόθεση Βατοπεδίου.
Μία ακόμη μεροληψία λαμβάνει χώρα διά της επιλογής ερμηνευτικού πλαισίου, με την επικέντρωση σε συγκεκριμένα σημεία του γεγονότος καθορίζεται ο αντίκτυπος, αλλά και ο τρόπος ερμηνείας του. Η μεροληψία αυτή παρουσιάζεται ταυτόχρονα με τη μεροληψία, η οποία παράγεται με τη χρήση ταμπελών.
Η χρήση συγκεκριμένων λέξεων και όρων καθορίζει τη σχέση των θεατών με το γεγονός, καθώς «οι διαφορετικές ταμπέλες παρέχουν διαφορετικό βαθμό νομιμοποίησης της κατάστασης καθορίζοντας έτσι τους αποδεκτούς τρόπους δράσης» (Σαμαράς, 2002).
Στην περίπτωση της υπόθεσης Βατοπεδίου οι ιδιωτικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί επικεντρώνονται στο ενδοκομματικό συγκρουσιακό πλαίσιο. Στοχοποιούν εμμέσως τον Καραμανλή, υπογραμμίζοντας ότι ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος «χρεώθηκε…ευθύνες που αναλογούν σε άλλους».
Ο ALPHA τονίζει ότι ο «Καραμανλής επιβραβεύει την παραίτηση». Η ΝΕΤ κατά την ίδια περίοδο ακολουθεί την πολιτική κατεύθυνση της κυβέρνησης και προτρέπει μετά την παραίτηση Ρουσόπουλου να παραιτηθούν και οι υπόλοιποι Βατοπεδινοί, δηλαδή οι Γιώργος Βουλγαράκης, Ευάγγελος Μπασιάκος, Πέτρος Δούκας και Αλέξανδρος Κοντός. Το κρατικό κανάλι εκφράζει την επιθυμία της κυβέρνησης να βάλει τέλος σε μία επικίνδυνη για την επιβίωσή της κατάσταση, με τις παραιτήσεις αυτών που ενεπλάκησαν στην υπόθεση Βατοπεδίου, τονίζοντας «Ακολουθήστε το παράδειγμα Ρουσόπουλου».
Επίσης, δημιουργείται μεροληψία διά της πρότασης ή καταδίκης μίας συγκεκριμένης πολιτικής όταν μέσω του περιεχομένου ενός ρεπορτάζ προτείνεται ως αυτονόητη μια συγκεκριμένη θέση. Όπως οι ιδιωτικοί ειδησεογραφικοί καταδικάζουν τον Καραμανλή και την κυβέρνηση ενώ η ΝΕΤ επευφημεί την παραίτηση Ρουσόπουλου ως «γενναία απόφαση».
Τέλος μεροληψία υπάρχει στην επιλογή των πηγών. Οι δημοσιογραφικές επιλογές των ατόμων που θα αξιολογήσουν, θα σχολιάσουν ή θα κρίνουν ένα γεγονός ενδεχομένως να δημιουργήσουν μια μεροληπτική εικόνα του γεγονότος. Για αυτόν τον λόγο τα ιδιωτικά κανάλια και ο κρατικός σταθμός επιλέγουν να προβάλλουν τις δηλώσεις προσώπων που επιβεβαιώνουν τη στάση τους στο γεγονός.
Συμπερασματικά η ανωτέρω επισκόπηση της θεωρίας οδηγεί σε τρία βασικά συμπεράσματα. (α) Η λειτουργία του μηχανισμού παραγωγής ειδήσεων καθορίζει το περιεχόμενο των Μέσων. (β) Η επιλογή των ίδιων κριτηρίων επιλογής των ειδήσεων καθώς και η χρήση των ίδιων δημοσιογραφικών αξιών, έχει ως αποτέλεσμα την ομογενοποίηση του προϊόντος. Συνεπώς, διαφορετικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί που λειτουργούν με τον ίδιο μηχανισμό παραγωγής των ειδήσεων παράγουν παρόμοια διαμεσολαβημένη εικόνα της πραγματικότητας. (γ) Ο κομματισμός με τη μορφή επαλληλίας κομματικού-επικοινωνιακού συστήματος και η διαπλοκή στρεβλώνουν την λειτουργία του μηχανισμού παραγωγής των ειδήσεων οδηγώντας σε διαφορετικές διαμεσολαβημένες απεικονίσεις της πραγματικότητας. Σε αυτές τις περιπτώσεις παρατηρείται σημαντική διαφοροποίηση στον τρόπο με τον οποίο διαφορετικά μέσα επικοινωνίας καλύπτουν ένα συγκεκριμένο γεγονός, διαφοροποιώντας τη λειτουργία του μηχανισμού παραγωγής των ειδήσεων κατά προβλέψιμο τρόπο.
Από την καταγραφή των μορφών των δελτίων ειδήσεων, όπως αναπτύχθηκαν από τους κυρίαρχους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, διαφαίνεται η προσπάθεια της κρατικής ΝΕΤ, η οποία αποτέλεσε τον «κυβερνητικό εκπρόσωπο», να περιορίσει την πληροφόρηση για την υπόθεση Βατοπεδίου ενώ ο ALPHA, το MEGA και ο ANT1 επέμεναν τοποθετώντας την στις πρώτες θέσεις της ημερήσιας ειδησεογραφίας.
Η έρευνα είναι βασισμένη στα δελτία ειδήσεων, τα οποία αποτελούν τον βασικό δίαυλο των ειδησεογραφικών οργανισμών για την προβολή της πολιτικής τους ταυτότητας και για τα οικονομικά συμφέροντα στα οποία αποβλέπουν οι ιδιοκτήτες τους. Για τον πολίτη αποτελούν τον έναν από τους σημαντικότερους τρόπους ενημέρωσης. Επίσης αποτελούν ένα από τα κυριότερα μέσα επικοινωνίας των πολιτικών με τους πολίτες.
Δημοσιογραφία και εξουσία
Η ειδησεογραφία αποτελεί μια πράξη επιλογής γεγονότων και διαμόρφωσής τους, ώστε να προβληθούν προσαρμοσμένα στην «πολιτική» του ειδησεογραφικού οργανισμού αλλά και με τρόπο κατανοητό και ελκυστικό για το κοινό. Καθημερινά λαμβάνουν χώρα πολυάριθμα γεγονότα στην κοινωνικοοικονομική και πολιτική πραγματικότητα και είναι αδύνατο να παρουσιαστούν στο σύνολό τους, με αποτέλεσμα την επιλογή και προβολή μέρους αυτών.
Η επιλογή των γεγονότων που θα γίνουν ειδήσεις γίνεται με τα ίδια κριτήρια επιλογής, τα οποία τίθενται από τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς. Παρόλο που όλοι οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί ακολουθούν την ίδια διαδικασία επιλογής, οι ειδήσεις που παρουσιάζονται διαφοροποιούνται καθώς προσαρμόζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τηλεοπτικών καναλιών.
Η ειδησεογραφική αντικειμενικότητα έχει ως βασικά χαρακτηριστικά την ισομερή αντιμετώπιση των πηγών της δημοσιογραφικής έρευνας, την προσπάθεια να αναφέρονται πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να ελεγχθούν, και την παρουσίαση των πιο πρόσφατων εξελίξεων για ένα συμβάν. Ο πυρήνας της ειδησεογραφικής αντικειμενικότητας είναι η «αμεροληψία».
Κατά την κατασκευή των ειδήσεων, το Μέσο υφίσταται μια σειρά από πιέσεις, οι οποίες επηρεάζουν τη λειτουργία του, δηλαδή τη διαδικασία της επιλογής και της παρουσίασης των ειδήσεων. Μια σημαντική πίεση αποτελεί η εμπορευματοποίηση της τηλεόρασης. Στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης, ο στόχος της ενημέρωσης είναι να «συγκεντρώνει» και να «διατηρεί» την προσοχή του κοινού έως την έναρξη των διαφημιστικών μηνυμάτων.
Όσον αφορά το πλέγμα θεωρήσεων που συγκροτούν τις σχέσεις Μέσων ενημέρωσης–εξουσίας η εμπορευματοποίηση λειτουργεί εντός της λογικής του Μέσου και εντείνει συγκεκριμένα στοιχεία της λειτουργίας του, όπως η δραματοποίηση, ο αρνητισμός και άλλα. Όταν όμως η εμπορευματοποίηση εκπηγάζει από τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των ιδιοκτητών των ειδησεογραφικών οργανισμών, οι οποίοι π.χ. διατηρούν κατασκευαστικές, εκδοτικές εταιρίες και άλλες επιχειρήσεις και αποσκοπούν στην αύξηση των οικονομικών τους συμφερόντων μέσα από τη στρατηγική χρήση του ειδησεογραφικού περιεχομένου, τότε έχουμε μία τελείως διαφορετική κατάσταση όσον αφορά τη σχέση κράτους–εξουσίας, τη διαπλοκή.
Η επιλογή των ειδήσεων διαμορφώνεται και από τον βαθμό επαλληλίας του πολιτικού–επικοινωνιακού συστήματος, δηλαδή από τις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα σε έναν ειδησεογραφικό οργανισμό και στα πολιτικά κόμματα. Ο βαθμός επαλληλίας διαμορφώνει τη μεροληψία των Μέσων και αποτυπώνεται στη συστηματική ανάλυση του περιεχομένου τους.
Αντίθετα από ό,τι συμβαίνει με τη λογική του κόμματος, όπου η επαλληλία των Μέσων επικοινωνίας με το κομματικό σύστημα έχει ως αποτέλεσμα ο μηχανισμός κατασκευής των ειδήσεων να ευθυγραμμίζεται με την κομματική βούληση και να παράγει διαφορετικές απεικονίσεις της πραγματικότητας, όταν κυριαρχεί η λογική του Μέσου, τότε τα ίδια ειδησεογραφικά κριτήρια λειτουργούν χωρίς να επηρεάζονται από την πολιτική βούληση, με αποτέλεσμα την κοινή μεταξύ τους ή [έστω] την παρεμφερή απεικόνιση της πραγματικότητας.
Στρατηγική μεροληψία
Τα αποτελέσματα της έρευνας απέδειξαν ότι στην υπόθεση Βατοπεδίου έλαβαν ουσιαστικά χώρα δύο τύποι στρατηγικής μεροληψίας. Η στρατηγική μεροληψία που κινητοποιείται από την κομματική συσχέτιση και εκφράζεται από τη ΝΕΤ και η στρατηγική μεροληψία που κινητοποιείται από τη διαπλοκή και εκφράζεται από τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς ALPHA, MEGA και ANT1.
Στην περίπτωση του Βατοπεδίου, η κυβέρνηση μέσω της ΝΕΤ προσπάθησε να διατηρήσει σε χαμηλούς τόνους οποιαδήποτε εξέλιξη γύρω από την υπόθεση, ώστε να αποτελέσει ένα μη σημαντικό γεγονός. Ο ειδησεογραφικός οργανισμός βρισκόταν σε επαλληλία με την κυβέρνηση, η οποία διαμόρφωσε τις μεροληψίες που επέδειξε το δελτίο ειδήσεων, καθώς και το είδος της ευθυγράμμισής του με αυτήν.
Η ΝΕΤ ακολουθώντας τη λογική του κόμματος παρουσίαζε ως ημερήσια ατζέντα, την ατζέντα της κυβέρνησης χρησιμοποιώντας άμεσα ή έμμεσα τις συμβάσεις μιας πολωμένης επικοινωνίας (Σαμαράς, 2001). Η ΝΕΤ χρησιμοποίησε όλους τους τύπους μεροληψιών για να επιτύχει την επαλληλία με τη στάση της κυβέρνησης στην υπόθεση Βατοπεδίου.
Αντίθετα από το κομματισμό της ΝΕΤ, η κεκαλυμμένη προπαγάνδα των κυρίαρχων παικτών, ALPHA, MEGA και ANT1 δεν είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή, διότι η είδηση παρουσιάζεται με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της αντικειμενικότητας, όπως, επικαλούμενη π.χ. πλουραλισμό των πηγών της, ενώ ουσιαστικά οι πηγές επιλέγονται σύμφωνα με την πολιτική του σταθμού.
Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί μέσω των δελτίων ειδήσεων προκάλεσαν την προσοχή του κοινού, χρησιμοποιώντας τις εξελίξεις γύρω από την υπόθεση Βατοπεδίου με έντονο αρνητισμό και προβάλλοντας επικοινωνιακές συγκρούσεις. Οι οργανισμοί επέλεξαν στις πρώτες θέσεις των δελτίων την υπόθεση Βατοπεδίου και καθημερινά αναφέρονταν σε σαφείς και όχι αόριστες έννοιες και ταυτόχρονα τοποθετούσαν ταμπέλες «ανασυγκρότηση της κυβέρνησης», ή «άβουλος πρωθυπουργός» καλλιεργώντας το κλίμα αρνητισμού. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν τίτλοι ειδήσεων όπως:
MEGA: «Νέος πόλεμος για το σκάνδαλο Βατοπεδίου», «Στα μουλωχτά αποσύρουν τους Βατοπεδινούς», «Τα σκάνδαλα κουκουλώθηκαν με το κλείσιμο της Βουλής», «Κλείνουν τη Βουλή με τσαμπουκά», «Ανοίγει το καπάκι της υπόθεσης Βατοπεδίου», «Γαλάζιες οι επιθέσεις κατά Ρουσόπουλου», «Οι μισοί Βατοπεδινοί μέσα οι μισοί έξω».
ΑΝΤ1: «Νέα τροπή στο σκάνδαλο Βατοπεδίου», «Καταγγελία: απόπειρα εκβιασμού για το Βατοπέδι», «Υπάρχει Βατοπεδιόμετρο; Υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά;», «Υπάρχουν Βατοπεδινοί light;», «Σβήνουν και γράφουν ποιοι Βατοπεδινοί θα είναι κομμένοι;».
ALPHA: «Να μη βάλει τους Βατοπεδινούς», «Ο Ρουσόπουλος μυστικοσύμβουλος του Καραμανλή», «Όλο το επιτελείο του Καραμανλή είναι άνθρωποι του Ρουσόπουλου», «Το σύστημα που ελέγχεται από Ρουσόπουλο έριξε Καραμανλή».
ΝΕΤ: «Συμμετοχή ή όχι των προσώπων που εμπλέκονται σε σκάνδαλα στα ευρωψηφοδέλτια;», «Αναμενόμενη και αυτονόητη η παραίτηση Ρουσόπουλου», «Η επόμενη μέρα της επιστολής Ρουσόπουλου, βρίσκει πολλά στελέχη της Ν.Δ. να μιλούν για απόφαση-οδηγό και για πολλούς άλλους», «Σε δεκαπεντάμηνη φυλάκιση Εφραίμ και Αρσένιος από το Τριμελές Πρωτοδικείο Κομοτηνής. Καταδικάστηκαν για ηθική αυτουργία».
Η επιλογή των ειδήσεων υποδαυλιζόταν από τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των ιδιοκτητών των ειδησεογραφικών οργανισμών, οι οποίοι έχοντας στην κατοχή τους πάσης φύσεως εταιρίες, όπως κατασκευαστικές και εκδοτικές, αποσκοπούσαν στη χειραγώγηση της πολιτικής κατάστασης προς όφελος των οικονομικών τους συμφερόντων.
Τα ελληνικά Μ.Μ.Ε αντικατοπτρίζουν την ελληνική κοινωνικοοικονομική και πολιτική πραγματικότητα, διαπλέκονται με αυτήν και αποτελούν την προέκτασή της ως χώρο, ο οποίος διατίθεται για να διαδραματιστούν σημαντικά γεγονότα όπως αντικαταστάσεις υπουργών, ανακοινώσεις «πλαισίου νομοθετικού περιεχομένου», αθωώσεις ή καταδίκες, απολύσεις, προβολή προσωπικών φιλοδοξιών και καθιερώσεις προσωπικοτήτων.
Άλλο ένα σημαντικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι αποτελούν το μέσο προώθησης των επιχειρηματικών επιδιώξεων των ιδιοκτητών των ειδησεογραφικών οργανισμών και όσων έχουν την εύνοιά τους. Ανάμεσα στα πολιτικά-κομματικά και οικονομικά συμφέροντα λειτουργεί και η διαδικασία της ενημέρωσης, η οποία υφίσταται ως προκάλυψη και επιτείνει την κοινωνία του «απόλυτου δήθεν».
Στην ημερήσια ειδησεογραφική ατζέντα τοποθετούνται γεγονότα που επιλέγονται με κριτήρια τα οποία χαρακτηρίζονται είτε από προπαγανδιστική κομματικοκρατία, είτε από διαπλοκή, διανθισμένα πάντα έτσι ώστε να ικανοποιούν την ανάγκη της εμπορευματοποίησης. Αυτή η κατάσταση έχει έναν προσανατολισμό να μην ενημερώνει, μέσω των πληροφοριών που παρέχει, αλλά να κατευθύνει τους πολίτες, να τους ανασυντάξει και να δημιουργήσει μία κοινωνία καθοδηγούμενη και ελεγχόμενη.
Η κατάσταση στα ελληνικά Μ.Μ.Ε από μια άλλη άποψη, είναι δικαιολογημένη: προσφέρουν αυτό που λαμβάνουν, ακολουθούν το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης και, εν μέσω της προσπάθειάς τους να επιβιώσουν ως επιχειρήσεις με πολυπληθές εργατικό δυναμικό, ακολουθούν τις τάσεις που επιβάλλει μία χώρα η οποία δεν γνώρισε τη δημοκρατία αλλά την κατ’ επίφαση δημοκρατία και αρέσκεται σε ό,τι της προσφέρουν εξωτερικοί και εσωτερικοί παράγοντες, κατασκευάζοντας τις «απόλυτα δήθεν» ειδήσεις.
Η έρευνα για την υπόθεση Βατοπεδίου απέδειξε την παθογένεια του ελληνικού επικοινωνιακού συστήματος και ιδιαίτερα της σχέσης μέσων ενημέρωσης–κράτους, η οποία από τη μια ορίζεται από προπαγανδιστικής υφής κομματικοκρατία και από την άλλη από τη διαπλοκή, ενώ πάντα υπάρχει η πίεση της εμπορευματοποίησης.
Εν κατακλείδι, η έρευνα αποκαλύπτει τις σχέσεις Μ.Μ.Ε. και εξουσίας και την κατασκευή ενός σκανδάλου που στη συνέχεια μετουσιώθηκε σε κατασκευασμένη είδηση, η οποία προβλήθηκε από όλα τα μέσα ενημέρωσης, καλύπτοντας καταστάσεις και προβάλλοντας παραμέτρους που εξυπηρετούσαν τα πολιτικοοικονομικά συμφέροντα, με απώτερο σκοπό τη διασφάλιση των συμφερόντων των ιθυνόντων και τη μη πληροφόρηση του πολίτη.