του Στέλιου Φενέκου*
Η προπαγάνδα ορίζεται ως η σκόπιμη, συστηματική προσπάθεια διαμόρφωσης των αντιλήψεων και χειραγώγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς και δράσης, για την επίτευξη μιας απόκρισης που προωθεί την επιθυμητή πρόθεση του προπαγανδιστή.
Η χειραγώγηση μπορεί να είναι οργανωμένη, συνειδητή ή ασυνείδητη, με πολιτικά ή κοινωνικά κίνητρα. Η προπαγάνδα εκτείνεται από τη συστηματική κρατική προπαγάνδα για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης έως την «κοινωνιολογική προπαγάνδα» (προπαγάνδα της ενσωμάτωσης), όπου η ασυνείδητη επιθυμία του ατόμου να προσαρμοστεί το οδηγεί σε κοινωνικά αναμενόμενες σκέψεις και συμπεριφορές.
Η προπαγάνδα διαφοροποιείται από την «κανονική» επικοινωνία, επειδή επιδιώκει να διαμορφώσει απόψεις χρησιμοποιώντας έμμεσες και συχνά δόλιες μεθόδους.
Η επίκληση στο συναίσθημα αποτελεί ίσως την πιο απροκάλυπτη μέθοδο προπαγάνδας, εν μέσω πολλών άλλων μεθόδων, λιγότερο φανερών και, μάλιστα, δόλιων. Το περιεχόμενο της προπαγάνδας μπορεί να διαδίδεται έμμεσα, ως εύλογη προκατάληψη εντός μιας φαινομενικά ισορροπημένης και δίκαιης δημόσιας συζήτησης ή επιχειρηματολογίας. Η εν λόγω έμμεση διάδοση μπορεί να επιτευχθεί ακόμη καλύτερα, σε συνδυασμό με την μέθοδο της μετάδοσης ειδήσεων από τα μέσα επικοινωνίας.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της “Προπαγάνδας δι’ Αντιπροσώπων” (Propagnada by Proxies). Η συγκεκριμένη μορφή προπαγάνδας λειτουργεί εύκολα, μέσω διαμεσολαβουσών εξειδικευμένων εταιρειών επικοινωνίας, οι οποίες έχουν προσληφθεί από μία χώρα και δρουν στο έδαφος άλλης χώρας (όπως στην περίπτωση της Ρωσίας στις ΗΠΑ και στην Γαλλία με τις ψεύτικες δημοσκοπήσεις και τα Social Media). Με αντίστοιχο τρόπο λειτουργεί μέσω της πρόσκλησης υποστηρικτών μίας μόνο άποψης σε ΜΜΕ ευρείας κυκλοφορίας και αποδοχής, μονόπλευρα και συνεχώς. Με τον τρόπο αυτό οι φιλοξενούντες απέχουν από το να υποστηρίξουν οι ίδιοι τη συγκεκριμένη θέση και μεταφέρουν την ευθύνη της προβολής της στους φιλοξενούμενους, επαναλαμβανόμενα και χωρίς αντίλογο.
Και επειδή στην πραγματικότητα τα μηνύματα της σύγχρονης προπαγάνδας δεν είναι κραυγαλέα ψεύδη, αλλά κυρίως η επιλεκτική επισήμανση συγκεκριμένων γεγονότων και η ερμηνεία αυτών με ευνοϊκό τρόπο, με σκοπό την επιθυμητή προβολή της μονόπλευρης θέσης, η όλη διαδικασία καθίσταται ιδιαίτερα εύκολη.
Ένας προπαγανδιστής θα προσπαθήσει να επηρεάσει το κοινό με το να κάνει το μήνυμά του να μεταδοθεί όσο πιο συχνά γίνεται, με σκοπό όχι μόνο να ενισχύσει τις ιδέες του μέσω της επανάληψης, αλλά και να καταπνίξει όλες τις αντίθετες ή και διαφορετικές ιδέες.
Στα ελληνικά μάλιστα η λέξη «προπαγάνδα» φέρει έντονα αρνητική (καθώς και πολιτική) χροιά στις μέρες που διανύουμε. Θα τη διέκρινα σε λευκή, γκρίζα και μαύρη προπαγάνδα.
- Η Λευκή προπαγάνδα: είναι υπεύθυνη και ενυπόγραφη, δείχνοντας από πού προέρχεται και σε ποιον απευθύνεται. Είναι έγκυρη και ο βασικός σκοπός της είναι να υποστηρίξει έναν πανανθρώπινο σκοπό, την ειρήνη π.χ., είτε να αντιπαρατεθεί στη Μαύρη προπαγάνδα.
Π.χ. ο Βρετανός αξιωματικός Richard Crossman, επικεφαλής των ψυχολογικών επιχειρήσεων της Μ Βρετανίας στον Β’ΠΠ, συνέδεσε την προπαγάνδα (που έκανε η Μ. Βρετανία έναντι της Γερμανικής προπαγάνδας) με τον σκοπό της: “Είναι διαφορετική η προπαγάνδα όταν ο προπαγανδιστής λέει την αλήθεια, η οποία είναι απαραίτητη για να υποστηριχθεί ένας καλός σκοπός. Δεν λέει ψέματα, απλά επιλέγει αλήθειες”.
- Η Γκρίζα Προπαγάνδα: είναι ανεύθυνη, ανυπόγραφη, αποκρύπτοντας την προέλευση της και τους πραγματικούς της σκοπούς. Είναι λιγότερο έγκυρη από τη λεύκη προπαγάνδα, αλλά επηρεάζει μέσω του προκληθέντος «ψιθύρου» πολύ μεγαλύτερο ακροατήριο.
- Η Μαύρη Προπαγάνδα: είναι ψευδεπίγραφη και πλαστογραφημένη και, πολλές φορές, φαίνεται σαν να προέρχεται από τον ίδιο τον εχθρό εναντίον του οποίου βάλλει. Είναι η πιο δόλια μορφή προπαγάνδας και προσπαθεί να πλήξει τον αντίπαλο εκ των έσω, με ψεύτικες ομολογίες και πλαστογραφημένα έγγραφα, τα οποία δήθεν προέρχονται από τον ίδιον. Δεν βασίζεται και δεν υποστηρίζει πανανθρώπινες αξίες, αλλά έχει ως σκοπό την επικυριαρχία, τον πόλεμο, τη σύγκρουση και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Είναι γνωστή η φράση του Χίτλερ: «Χάρη στη προπαγάνδα πήραμε την εξουσία. Η προπαγάνδα είναι το τρομερότερο πολεμικό όπλο στα χεριά εκείνου που ξέρει πώς να τη χρησιμοποιεί». Καθώς και του Γκαίμπελς: «Αν θέλαμε να κάνουμε μια ιδέα να διεισδύσει στις μάζες, πρέπει να την επαναλαμβάνουμε συνεχώς, παντού και πάντα. Η προπαγάνδα δεν γνωρίζει περιορισμούς στην ικανότητα προσαρμογής της».
Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, η προπαγάνδα αποτελεί βασικό εργαλείο της διεθνούς πολιτικής, των πολέμων και των συγκρούσεων κάθε μορφής, αλλά αφορά και στην κρατική πολιτική. Συνακόλουθα, αφορά και στην ίδια μας την καθημερινότητα, στην προσπάθεια κάθε πολιτικής παράταξης να επηρεάσει το εκλογικό κοινό κατά τον εκλογικό ανταγωνισμό, ενισχύοντας την δική της εικόνα έναντι του αντιπάλου της, τον οποίο προσπαθεί να απαξιώσει ή ακόμη και να δυσφημίσει.
Συνεπώς, η Προπαγάνδα έχει συγκεκριμένη στρατηγική: Σκοπό, Στόχο (ποιο κοινό θέλει να επηρεάσει και πότε), Μέθοδο, Μήνυμα, Μέσον Διάδοσης, Πληροφόρηση, Ανάδραση, και, οπωσδήποτε, ικανότητα εκμετάλλευσης και προσαρμογής (ευελιξία ή/και ικανότητα ταχείας αλλαγής).
Χρησιμοποιεί δε η προπαγάνδα πολλά εργαλεία για να διαμορφώσει συγκεκριμένες αντιλήψεις, να δημιουργήσει λογικές πλάνες και να υπερνικήσει στον ανταγωνισμό: Ρητορική, Λογική, Σημειωτική, Ψυχολογία, Κοινωνιολογία, Σύμβολα και Παραδόσεις, Στερεότυπα και Προκαταλήψεις, Κοινωνικές Νόρμες και ανάγκες.
Η τεχνολογία και η καινοτομία της εποχής μας αποτελούν το δυναμικό φέρον κύμα για την προπαγάνδα. Την ενισχύουν, της δίνουν την δυνατότητα διεύρυνσης σκοπών, στόχων (και ακροατηρίου), μέσων και διείσδυσης, με νέους τρόπους και σε νέα πεδία ενάσκησης.
Εργαλεία της Μαύρης Προπαγάνδας αποτελούν τα ψεύδη, oι συκοφαντίες, οι στρεβλώσεις της αλήθειας, και οπωσδήποτε οι ψευδείς ειδήσεις (Fake News). Εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και της κοινωνίας, σε μία εποχή όπου η ισχύς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (Social Media) έχει εκτοξευθεί και διευρυνθεί ανεξέλεγκτα σε όλον τον πλανήτη.
Και μάλιστα τα ΜΚΔ εξελίσσονται ως μέσον προώθησης της προπαγάνδας ταχύτερα, χωρίς να επαρκεί ο χρόνος για να διερευνηθούν οι δυνατότητες αντιμετώπισης των προβλημάτων από τις κρατικές δομές και τους θεσμούς, αλλά και από τις εταιρικές διασφαλίσεις. Η “Ψηφιακή Εγκληματολογία ” είναι ένας τάχιστα αναπτυσσόμενος κλάδος της κρατικής μηχανής για την αντιμετώπιση του εγκλήματος.
Όταν μάλιστα τις εν λόγω ενέργειες αναλαμβάνουν συγκεκριμένες χώρες εις βάρος άλλων χωρών, τότε καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστούν, λόγω των διατιθέμενων πόρων και της τεχνολογίας που αναλώνονται για τους προπαγανδιστικούς σκοπούς, και αποκτούν οι ενέργειες αυτές τον χαρακτήρα ψηφιακής επίθεσης, εντασσόμενες πλέον στην έννοια του υβριδικού πολέμου.
Η Ρωσία κατηγορήθηκε εκτεταμένα για παρεμβάσεις στο εκλογικό αποτέλεσμα των ΗΠΑ, αλλά και της Γαλλίας και της Σουηδίας, όπως και στα Σκόπια, όπου κατεβλήθη εκτεταμένη προσπάθεια να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι, ώστε να μην ψηφίσουν στο δημοψήφισμα για την συμφωνία των Πρεσπών.
Στη Γαλλία αποφασίστηκε η δημιουργία δύο οργανισμών για την αντιμετώπιση της τρέχουσας προπαγάνδας από τη Ρωσία, αλλά και την πρόληψη τυχόν μελλοντικής. Ο ένας οργανισμός ασχολήθηκε με τις εκλογές και την αποτροπή επηρεασμού του εκλογικού σώματος από ψευδείς ειδήσεις (Control of the Electoral Campaign For the Presidential Election – CNCCEP) και ο άλλος, σε εθνικό επίπεδο και με μονιμότερο χαρακτήρα, με την Κυβερνοασφάλεια και τα ψηφιακά εγκλήματα αυτής της μορφής (Cybersecurity Agency-ANSSI).
Στη Σουηδία υπήρξε συστράτευση προσωπικοτήτων και του Μονάρχη για την αντιμετώπιση της Ρωσικής προπαγάνδας. Επίσης, οι πέντε μεγαλύτεροι όμιλοι ΜΜΕ εγκαθίδρυσαν ένα μικτό όργανο ελέγχου των ψευδών ειδήσεων και της προπαγάνδας. Η μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών δημιούργησε ένα παιχνίδι με τίτλο “The Hunt of Truth”, ως εκπαιδευτικό εργαλείο για μικρούς και μεγάλους. Επιπλέον, αντικείμενα βελτίωσης της κριτικής ικανότητας των μαθητών εντάχθηκαν στο σχολικό πρόγραμμα εκπαίδευσης, ώστε να καλλιεργηθεί η δεξιότητα αναγνώρισης των ψευδών ειδήσεων και της μαύρης προπαγάνδας.
Ωστόσο, υπάρχουν και σημαντικές εξελίξεις αναφορικά με την ικανότητα εντοπισμού ψευδών ειδήσεων και γεγονότων. Ο καθηγητής Mike Tamir του Berkeley εξέλιξε ένα διαδικτυακό εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης (AI), το οποίο αναπτύχθηκε από τo “Advance Technology Group”, που προβαίνει σε ανάλυση της γλώσσας, της τεκμηρίωσης της πληροφορίας, της γνώσης που αξιοποιεί, της σοφίας του πλήθους και, εν συνεχεία, εντάσσει βάσει πιθανοτήτων την κάθε είδηση/γεγονός σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Μάλιστα, επιτυγχάνει ακρίβεια 90% όσον αφορά στον εντοπισμό των ψευδών ειδήσεων/γεγονότων. Ο δημιουργός του ισχυρίζεται ότι κάθε τέτοια είδηση θα έχει χαρακτηρισμό αξιοπιστίας, όπως π.χ. τα πακέτα με τα τρόφιμα, που έχουν μία ταμπέλα με τα συστατικά τους.
Ειδικότερα, όσον αφορά στην προπαγάνδα που γίνεται στους θεσμούς, αυτή ακριβώς βασίζεται στη γνώση των δομών και των γραφειοκρατικών διαδικασιών κάθε οργανισμού (είτε κρατικού είτε διεθνούς) και στην αξιοποίηση στελεχών σε συγκεκριμένα πόστα, που ενασκούν με ευνοϊκό και μεροληπτικό τρόπο τα καθήκοντά τους προς τον προπαγανδιστή (εξυπηρετώντας συγκεκριμένα συμφέροντα).
Με δεδομένα όλα αυτά, κάθε έγγραφο (είτε επίσημο είτε non-paper), που υποβάλλεται σε έναν διεθνή οργανισμό από την χώρα που στοχεύει στην προπαγάνδα και το οποίο περιέχει στρεβλώσεις της αλήθειας, επιλεκτική χρήση γεγονότων, ή ακόμη και ψεύδη, μπορεί να δρομολογηθεί κατάλληλα και χωρίς καμία επιβεβαίωση, ώστε να αποτελέσει ενεργό στοιχείο διαμόρφωσης αντιλήψεων σε ένα ευρύ πολυεθνικό ακροατήριο, που δεν γνωρίζει σε βάθος τα συγκεκριμένα θέματα ούτε τις προθέσεις του προπαγανδιστή. Μπορεί επίσης να λειτουργήσει συνδυαστικα με κάποιο άλλο ενεργό προπαγανδιστικό στοιχείο (έγγραφο, πληροφορία, γεγονός, είδηση, ομιλία κλπ.), είτε να δημιουργήσει το ευνοϊκό περιβάλλον και να προετοιμάσει το έδαφος για την συνέχεια. Τα στατιστικά στοιχεία, επίσης, που δεν μπορούν να ελεγχθούν εύκολα, αποτελούν ένα από τα προπαγανδιστικά εργαλεία στους διεθνείς οργανισμούς.
Σημαντικό συμπέρασμα από όλες αυτές τις πρωτοβουλίες είναι ότι ο καθένας από εμάς θα πρέπει να αναπτύξει πέραν της κριτικής ικανότητας και δεξιότητες αξιοποίησης των ίδιων των μέσων διάδοσης της προπαγάνδας – social media και διαδίκτυο – για να ελέγξει και να επιβεβαιώσει την αξιοπιστία κάθε είδησης/γεγονότος, προτού το θεωρήσει ως δεδομένο και βιαστεί να καταλήξει σε εσφαλμένα συμπεράσματα.
Όμως, ακόμη και έτσι, η κοινωνία είναι ανέτοιμη να εντοπίσει τους αυτοματοποιημένους λογαριασμούς, τα “Bots”, εφόσον γίνεται όλο και πιο δύσκολος ο εντοπισμός τους, καθώς αποκτούν ολοένα και πιο “ανθρώπινα” χαρακτηριστικά. Μία από τις πιο σύγχρονες τεχνικές Μαύρης προπαγάνδας είναι πολλά “Bots” και “Trolls” να δείχνουν επιβεβαιωτικά στοιχεία διευθύνσεων URL στο διαδίκτυο, όλα μαζί. Και έτσι το ψέμα ταξιδεύει ευκολότερα και αδέσμευτα σε όλο τον κόσμο, ενώ οι υπηρεσίες προστασίας, ελέγχου και διασφάλισης (κρατικές και ιδιωτικές) ακόμη ψάχνουν τρόπο να συνεργασθούν.
*Υποναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού ε.α.